Αν θέλουμε να δούμε το βαθμό αυτοσυνειδησίας της εγχώριας πολιτικής τάξης, αρκεί να σταθούμε στο πως αυτή αντιμετωπίζει τις φωτεινές και σκοτεινές περιόδους της χώρας. Μια αυτονόητη ενέργεια που μας επιτρέπει να διαπιστώσουμε τον τρόπο που οι εκπρόσωποί της κρίνουν και αξιολογούν τα γεγονότα, θετικά ή αρνητικά. Και μάλιστα τα γεγονότα εκείνα τα οποία σημάδεψαν την πορεία και τις προοπτικές του τόπου. Το σημαντικότερο δε, αν έχουν επίγνωση της αξίας και της σημασίας τους.
Κορυφαία παραδείγματα είναι η ενσωμάτωση της Ελλάδας στην Ευρώπη, η οποία ξεκίνησε το 1981 και ολοκληρώθηκε το 2000. Καθώς και η χρεωκοπία του 2009.Και οι δύο περιπτώσεις δεν αποτέλεσαν αφορμή για ένα ουσιαστικό αναστοχασμό ως προς τις προτεραιότητές μας εθνικές, οικονομικές, κοινωνικές. Γεγονός που αποδεικνύει την αδυναμία απαγκίστρωσης του κομματικού συστήματος από τον πολιτικό επαρχιωτισμό, καθώς και από τις πελατειακές και συντεχνιακές πρακτικές. Έτσι άλλωστε εξηγείται και το ότι οι θύλακες του ανορθολογισμού και του λαϊκισμού παραμένουν ισχυροί.
Πάντως ενδεικτικό είναι το πώς προσλαμβάνει η πλειονότητα της πολιτικής τάξης, τις μεγάλες προκλήσεις και ευκαιρίες που προσφέρονται στη χώρα μας. Δύο ιστορικοί σταθμοί, η ένταξή μας στην ΕΟΚ και η συμμετοχή μας στην ΟΝΕ αντιμετωπίστηκαν επιδερμικά. Μολονότι ήταν οι κορυφαίες στρατηγικές επιλογές μετά τη μεταπολίτευση, που άλλαξαν την όψη της Ελλάδας. Ουσιαστικά πρόκειται για την κατάκτηση και υλοποίηση εθνικών στόχων ξεχωριστής εμβέλειας. Ωστόσο η διαχείρισή τους βρίθει από αντιφάσεις και αμφιταλαντεύσεις. Από ανεπάρκειες και δυσπλασίες. Δεν συνιστά έναν πραγματικό αναπροσανατολισμό, όπου θα εμβάθυνε τις σχέσεις μας με τις προηγμένες ευρωπαϊκές κοινωνίες. Η διαχρονική υστέρηση παραμένει ισχυρή παρά τις σημαντικές κατακτήσεις μας.
Παρόλα αυτά η απόσταση που έχουμε να διανύσουμε παραμένει μεγάλη. Η απουσία μιας εδραιωμένης ευρωπαϊκής κουλτούρας η οποία θα συνδέει οργανικά το κοινοτικό κεκτημένο με τις πολλαπλές μας ανάγκες, είναι εμφανής. Η περιπέτεια του 2015 το επιβεβαιώνει. Βρεθήκαμε με το ένα πόδι έξω από την ευρωζώνη και κατ’ επέκταση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, εξαιτίας των ανερμάτιστων επιλογών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Η σκληρή αυτή δοκιμασία ήταν μια σκοτεινή στιγμή. Ταυτόχρονα κατέδειξε την αξία αφομοίωσης των πολιτικών εκείνων, που θα κατοχυρώνουν αλλά και θα διευρύνουν τον ευρωπαϊκό μας προσανατολισμό.
Εξάλλου πρόκειται για μια διαρκή ζωτική ανάγκη προκειμένου να εναρμονιστούμε με τις κατακτήσεις της Γηραιάς Ηπείρου. Μια αυτονόητη επιδίωξη η οποία ωστόσο δε φαίνεται να αποτελεί κοινό τόπο. Και αυτό γιατί το πολιτικό σύστημα είναι σε μεγάλο βαθμό δέσμιο μιας ελληνοκεντρικής αντίληψης, υποτιμώντας τις ευρωπαϊκές διεργασίες και εξελίξεις. Τις θεωρεί δευτερεύουσας σημασίας αδυνατώντας να τις παρακολουθήσει. Πολλώ μάλλον να συμμετέχει ενεργά σε αυτές.
Αποκαλυπτικός είναι ο τρόπος που αντιμετωπίσθηκαν οι δύο ξεχωριστές επέτειοι. Τη συμπλήρωση 40 χρόνων από την ένταξή μας στην ΕΟΚ τον Μάιο του 2021, η κυβέρνηση της ΝΔ προσπάθησε να της προσδώσει κομματικό χρώμα και χαρακτήρα. Διεκδικώντας έτσι τη μοναδικότητα του ευρωπαϊσμού. Μάλιστα έφθασε στο σημείο μια μεγάλη εθνική επιτυχία, τη συμμετοχή μας στην ΟΝΕ να την υποτιμήσει δείχνοντας ανεπίτρεπτη μικρότητα.
Εξίσου αποκαλυπτική είναι και η στάση των κομμάτων για την επέτειο των 20 χρόνων από την είσοδό μας στη ζώνη του ΕΥΡΩ. Ουσιαστικά την αγνόησαν. Δεν εξέδωσαν ούτε μια τυπική ανακοίνωση. Είτε γιατί το υπαγόρευσαν οι κομματικές σκοπιμότητες. Είτε διότι δεν αντιλαμβάνονται την αναμφισβήτητη αξία της. Μολονότι η παρουσία της Ελλάδας στον πυρήνα των ανεπτυγμένων οικονομικά χωρών ήταν το διαβατήριο, προκειμένου η χώρα μας να αλλάξει κατηγορία. Με το ευρώ η ελληνική οικονομία αποκτούσε δυνατότητες και ευκαιρίες, αφήνοντας πίσω της την υπανάπτυξη.
Όπως χαρακτηριστικά υποστήριξε με μια σεμνή δημόσια δήλωση του, ο αρχιτέκτονας της συμμετοχής μας στην ΟΝΕ Κώστας Σημίτης: «Ήταν ένας εθνικός στόχος που προστάτευσε τη χώρα σε δύσκολες και αντίξοες συνθήκες». Το παράδοξο είναι η σιωπή του ΚΙΝΑΛ, το οποίο δεν βρήκε να πει μια λέξη για τη συνδρομή και συμβολή των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, ως προς τη συμμετοχή της χώρας μας στο φιλόδοξο εγχείρημα της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης.
Το πως αξιολογούνται οι φωτεινές και οι σκοτεινές στιγμές της κάθε χώρας από την υπάρχουσα κομματική τάξη, δεν παύει να είναι δείκτης σοβαρότητας και ωριμότητας. Η αποσιώπηση ή η στρέβλωση ιστορικών γεγονότων, χαρακτηρίζει εκείνους που ανήκουν στην κατηγορία των ανεπίγνωστων. Ακόμη και αν υποκρύπτονται βιωματικές ενοχές, κομματικά κόμπλεξ και απαίδευτες αντιλήψεις, το βέβαιο είναι ότι η πολιτική, ιδεολογική και πολιτισμική υστέρηση παραμένει ισχυρή.
*Ο Γιώργος Πανταγιάς είναι σύμβουλος Στρατηγικής και Επικοινωνίας, πρόεδρος και διευθύνων συμβούλος της POLITY A.E.