Στην εφημερίδα Τόλμη, 24 Μαΐου 2007 (σελίς 19), ο Μανώλης Καρέλης συγγραφέας, τέως Δήμαρχος Ηρακλείου, τέως Ευρωβουλευτής, γράφει:

«Η Μαρία Χριστοδουλάκη από το χωριό Ασσυρώτοι της επαρχίας Μυλοποτάμου, που βρίσκεται στο Νομό Ρεθύμνης, είναι η Αγία της οικογενείας, και αυτή η αγιοσύνη της Μαριγώς Καζαντζάκη, βοήθησε στην εξαφάνισή της από τους βιογράφους του Νίκου Καζαντζάκη, όσους υπάρχουν! Εξαφάνισαν από το χάρτη τους Ασσυρώτους, το χωριό της Μαριγώς Χριστοδουλάκη, το Μυλοπόταμο και το Ρέθυμνο» .

Εκ μέρους της Μαργής- Χριστοδουλάκη Καζαντζάκη σήμερο, έτος 2023, 140 χρόνια μετά τη γέννηση του μεγάλου στοχαστή, μιλούν οι απόγονοί του και το μικρό χωριό του.

Στις 23 Απριλίου 1882 έγινε ο γάμος του Μιχαήλ Καζαντζάκη ή “Ψωμή”, στο Ηράκλειο, με τη Μαργή Χριστοδουλάκη από τους Ασσυρώτους, το σημερινό Κρυονέρι Μυλοποτάμου. Η οικογένεια της Μαργής, από όσο γνωρίζουμε, δεν ήθελαν για γαμπρό τους τον Καπετάν Μιχάλη και του το είχαν πει κατάμουτρα. Εκείνος όμως επέμενε.. “ή με το καλό ή με το ζόρι, εγώ θα σας την κλέψω’…

‘Μια Μυλοποταμίτισσα, μια Καστρινή Μαργιόλα,

μου τα’ κάμε τα μαγικά και πιάσασιμέ κιόλας”.

..έλεγε ο Καπετάν Μιχάλης στις βραδινές του καντάδες στη Μαργή, όπου τελικά την έπεισε να τον παντρευτεί. Τα μαύρα σύννεφα δεν άργησαν να εμφανιστούν λίγους μήνες μετά το γάμο τους. Και αφού δεν έπαιρνε από λόγια (πρώτα βγαίνει η ψυχή και ύστερα το χούι), ο πεθερός του ήρθε και την πήρε στο χωριό κατά τον μήνα Αύγουστο, με την δικαιολογία ότι την ήθελε τάχατε, να τον βοηθήσει στο τρύγος. Η αλήθεια ήταν όμως ότι ήθελε να τη γλιτώσει από τους καυγάδες και τις βάναυσες συμπεριφορές του, οι οποίες ήταν καθημερινές και μάλιστα χωρίς λόγο.

Η μάνα της όταν κατάλαβε ότι η κόρη της Μαργή, περίμενε παιδί, της είπε: “Εκειά που έκανα 12 κοπέλια, θα λέω πως έχω 13, μη φοβάσαι παιδί μου, εδώ είμαι εγώ”..

Πέρασε το φθινόπωρο, ήρθαν και οι γιορτές των Χριστουγέννων, ο Καπετάν Μιχάλης ούτε φωνή ούτε παρουσία στη σύζυγό του. Το Φλεβάρη στις 18 του 1883, ήταν μεγάλη χιονιά. Μέσα στο φτωχικό σπίτι του πατέρα της, εκτός από την ετοιμόγεννη Μαργή, υπήρξαν και τα ζωντανά τους, λίγα πρόβατα, όρνιθες και μία αίγα για το γάλα. Ήρθε η ώρα της γέννησης του μεγάλου στοχαστή. Η χωριανή μας μαμή Κυριακή Τσαχάκη το γένος Καλυκάκη, ήτανε στα μέσα και στα έξω και όταν την ξεγέννησε είχε τη θεία φώτιση και είπε: «Αυτό το κοπέλι, να μου το θυμάστε, μια μέρα θα γίνει δεσπότης», που για το Ρέθυμνο εκείνη την εποχή ήταν η κορυφή του νομού.

Σαν έμαθε ο Καπετάν Μιχάλης πως η γυναίκα του γέννησε και μάλιστα αρσενικό κοπέλι, ήρθε στους Ασσυρώτους καβάλα σε ένα άλογο, τον υποδέχθηκε η πεθερά του Ελένη. “Καλώς τον άσωτό μου γιο”, του είπε η πεθερά του και με το χέρι της έβγαλε το χιόνι από τα μαλλιά του. Ο αδελφός δε της Μαργής, ο Ζαχαρίας, είχε πει: “Ήρθε στο χωριό ο κουνιάδος μου ο Ψωμής, ξεμπετισμένος, η στούπα ήταν σταλισμένη στο μπέτη ντου, στις τρίχες, τα χέρια του ήτανε θεόψυχά μου οσάν τα φθιάρια και δεν ερίγανε ο αθεόφοβος, ένα σκέτο θεριό”.

Ο Νίκος Καζαντζάκης τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στο χωριό μας στους Ασσυρώτους με τα εξαδέλφια του, μέχρι την ηλικία των εφτά ετών. Πήγε και στην πρώτη τάξη του δημοτικού με τον ξάδελφό του τον Μιχάλη Χριστοδουλάκη στο διπλανό χωριό το Δοξαρό.

Εκείνη την εποχή, το έτος 1889, το σχολείο στους Ασσυρώτους, ήταν μια πρόχειρη κατασκευή και είχε καταρρεύσει. Αναφέρεται και στο βιβλίο του συλλόγου Μυλοποταμιτών Ηρακλείου Κρήτης ‘ο Μυλοπόταμος’ ετος 2017, σελίδα 253, που επιμελήθηκε ο κος Μιχάλης Τρούλης.

Ο εξάδελφος του Μιχαήλος είχε γεννηθεί στις 31 Μαρτίου 1883 και πέθανε το 1979 και μας είχε πει πολλές φορές: “Με τον Καζαντζάκη είμαστε σοκαιρίτες και κατά κοντής γεννημένοι, το ίδιο γάλα πίναμε και εγώ από τη θεία μου Μαρία, και εκείνος από τη μάνα μου Φωτεινή, τα ίδια κολόπανα μας είχανε… Ο κύρης του όταν ερχόταν στο χωριό να τόνε δει, μας κρατούσε δυο κουλούρια, το ένα το έδινε σε μένα και το άλλο στο Νίκο, ετούτανά ήτανε όλα κι όλα του τα πουσούνια”….

Όταν ο Νίκος Καζαντζάκης πήγε στο Ηράκλειο, ο πατέρας του με το ενδεικτικό της πρώτης τάξης, τον έγραψε στη δευτέρα τάξη, 1890-1891. Στο ληξιαρχείο Ηρακλείου γράφτηκε πολύ αργότερα, όταν το είχε πια τελειώσει, και μάλιστα λάθος, με ημερομηνία γέννησης 1881. Αυτό μπορεί να το διαπιστώσει ο καθένας, χωρίς χαρτί ληξιαρχείου δεν γραφότανε κανένα παιδί στο δημοτικό. Ακόμα και στη Βικελαία βιβλιοθήκη αναγράφεται σαν ημερομηνία γέννησης του, το 1881. Την έρευνα για το σχολείο που πήγε ο Καζαντζάκης στο δημοτικό Ηρακλείου και την εγγραφή στη Β’ τάξη 1890-1891 (από τον κύρη του πληρώθηκαν μάλιστα και 10 γρόσια), την έκανε η κυρία Μαρία Τζενάκη, σχολικός σύμβουλος.

Βλέπετε εφημερίς Πατρίς, 10 Νοεμβρίου 2008. Στο βιβλίο του ο Γιώργος Στασινάκης «Δρόμοι ζωής» αναφέρει ότι το έτος 1889, η οικογένεια Καζαντζάκη πήγε για έξι μήνες στον Πειραιά.

Ένας λόγος να μας προβληματίσει. Δεν πήραν τον Νίκο μαζί τους γιατί θα έχανε τη χρονιά του. Ο Καζαντζάκης τότε έμεινε με τον παππού του και τη γιαγιά στο χωριό. Όταν δε, ο παππούς κατάλαβε πως ήρθε το τέλος του, έστειλε στο Ηράκλειο τον Κυριάκο Παρασύρη, ο οποίος γνώριζε το σπίτι της Μαργής γιατί της πουλούσε τυροζούλια και άλλα τοπικά προϊόντα. Ζήτησε και του έφερε το εγγόνι του, “το Καστρινάκη”, όπως τον έλεγε.

ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ
Το μοναδικό εγγόνι που ζήτησε σαν στερνή επιθυμία, ήταν ο Νίκος. Μόλις του έδωσε την ευχή του ξεψύχησε, το γεγονός αυτό αναφέρεται από τον ίδιο τον Καζαντζάκη στο βιβλίο του «Αναφορά στον Γκρέκο».

Πήρε πολλή αγάπη ο Καζαντζάκης από τον παππού και τη γιαγιά του στους Ασσυρώτους, γιατί το θεωρούσαν παιδί αδικημένο, καταπιεσμένο και βασανισμένο ψυχικά, από τον ίδιο του τον κύρη.

Για αυτό και ο ίδιος ο Καζαντζάκης ένιωσε ανακούφιση όταν έμαθε για το θάνατο του πατέρα του.

Τελειώνοντας να πω ακόμα ότι, ο ίδιος ο Καζαντζάκης στις 31/8/1955, με επιστολή του στον ανιψιό του Νίκο Σαχλαμπάνη, έγραψε: “Να μου διορθώσεις την ημερομηνία γέννησής μου, εγώ γεννήθηκα το 1883 και όχι το 1881, γιατί εκείνη την εποχή δεν κάναμε παιδιά πριν το γάμο”… έγραφε χαριτολογώντας.

Δυστυχώς δεν διορθώθηκε ποτέ, από τότε μέχρι και σήμερο ούτε στο ληξιαρχείο Ηρακλείου ούτε στην Βικελαία βιβλιοθήκη ούτε και στο Λαογραφικό Μουσείο “Αλέξη Καλοκαιρινού”.

Ακόμα και στην χειρόγραφη διαθήκη που άφησε, του την στέρησαν με δικαστική απόφαση. Στερνή επιθυμία, που ακόμα και σε μελλοθάνατο, που παλιότερα τουφεκιζόταν, γινόταν πάντα δεκτή.

Μέρος των πόρων αυτών από τα πνευματικά του δικαιώματα, θα μπορούσαν να διατίθενται για τα λειτουργικά έξοδα και την συντήρηση του μουσείου Νίκου Καζαντζάκη. Η συγκεκριμένη πρόταση του χωριού μας είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα ‘ΤΟΛΜΗ’ , στις 24 Μαρτίου 2006, σελίδα 17.

Εδώ ταιριάζει η παροιμία στον αγαπημένο μας Νίκο…

– Από την μαμή μέχρι την λουχούνα, εχάθηκε το κοπέλι.

Γεννήθηκε σε ένα φτωχόσπιτο, του παππού του, στο χωριό που τον ζεσταίνανε τα χνώτα των ζώων. Διάλεξε στα έργα του και τα στήριξε με απλούς ανθρώπους την κοινωνία μας, “Ζορμπάς”, “Καπετάν Μιχάλης”, “Ο φτωχούλης του Θεού”…

‘Μισώ τον πόλεμο, πιστεύω στον άνθρωπο, αγαπώ την πορεία του, το άγχος του, τις πληγές του’ , έγραψε σε χειρόγραφο που βρίσκεται στην Ιερά Μονή Πρέβελης, 1940.

Αδικήθηκε από την ίδια του την πατρίδα, η οποία ζήτησε από την Ακαδημία της Σουηδίας, να μην του δοθεί το Βραβείο Νόμπελ, που τόσο πολύ το δικαιούτο κατά γενική ομολογία.

Κυνηγήθηκε από Αρχιερείς και Φαρισαίους ότι…. είναι τάχα άθεος και κουμουνιστής… Ακόμα μέχρι και σήμερο.

Διανεμήθηκαν τα ιμάτιά του, δηλαδή η διαθήκη του. Δεν του επέτρεψε η εκκλησία των Αθηνών , ούτε ως νεκρός, να μπει σε Ναό για λαϊκό προσκύνημα. Μόνο η Κρήτη τον αγκάλιασε. Ζήτησε νερό όταν ξεψυχούσε, όμως αγαπημένε μου παππού, δεν ξεδίψασες ποτέ… Παρόμοια είναι και η πορεία του Σωτήρα Χριστού μας.

Μα αν αυτός ο άνθρωπος δεν είναι Άγιος, τότε ποιος είναι;

Αυτά για την ιστορία και μόνο, καθώς και για την αποκατάσταση του ονόματος της μάνας του, η οποία αγνοείται από την πορεία και την ιστορία του, μέχρι και σήμερο.

“Ο Νίκος Καζαντζάκης είναι ένας και μοναδικός και ανήκει σε όλη την ανθρωπότητα”…

Για τον πολιτιστικό Σύλλογο Κρυονερίου «Οι Ασσυρώτοι»