Νίκος Γρ. Λεβεντάκης
Toυ Νίκου Λεβεντάκη, μηχανικού

Έκλεισαν πενήντα χρόνια από την κατάρρευση της δικτατορίας. Ενός γεγονότος ευχάριστου για τον τόπο, αν δε συνδυαζόταν με εθνικές τραγωδίες. Την κατάληψη από την Τουρκία μεγάλου μέρους της Κύπρου, σε συνθήκες διάλυσης των ενόπλων δυνάμεων. Ο μεγάλος χορηγός της δικτατορίας και των όρων κατάρρευσής της, διαδίδει –με έμφαση άλλοτε,-πως ήταν σφάλμα της πολιτικής κυβέρνησης που ανέλαβε τότε, να μην αποτρέψει τους Αττίλες. Ακόμη, φαίνεται, κι αν περιοριζόταν έτσι η χώρα στα όρια της Πελοποννήσου, θα μας περιέβαλε με μεγάλη συμπάθεια. Καμιά αμφιβολία γι’ αυτό.

Επειδή, όμως, ο επικυρίαρχος και το καθεστώς του επιδίδονται σε ατέλειωτα ψέματα και στρεβλώσεις, προκειμένου να πετύχουν  τους σκοπούς τους, θεωρώ χρήσιμο να παρουσιαστούν οι πραγματικές συνθήκες παραβίασης της λαϊκής μας Κυριαρχίας και της μετέπειτα υποβάθμισής μας. Από τη δικτατορία και μετά  κατατασσόμαστε αρνητικά  στους πιο πολλούς  τομείς. Κάνουμε πρωταθλητισμό κυρίως στα αρνητικά, την ακρίβεια, τη διαφθορά, το κράτος Δικαίου, την έλλειψη πλουραλισμού έκφρασης. Θετικό είναι πως στο διάστημα αυτό έχει επικρατήσει πολιτική σταθερότητα. Γεγονός που δίνει στους πολίτες, ιδιαίτερα στους νέους, ευκαιρία να αξιολογήσουν νηφάλια τα δεδομένα και να αναζητήσουν λύσεις για τη χώρα.

Οι δικτάτορες ισχυρίστηκαν το 1967, πως είχαν πρόθεση να μας  σώσουν από τον Α. Παπανδρέου, που θα μας έριχνε στο Σοβιετικό μπλοκ. Δεδομένου ότι κυβέρνησε για πολλά χρόνια αργότερα ο πολιτικός εκείνος, μπορούμε  να αξιολογήσουμε αν αυτή ήταν η πραγματική στόχευση εμπνευστών και εκτελεστών. Έντονα κυκλοφορούσε τα χρόνια εκείνα και επαναλαμβάνεται, πως υπήρχε ανταγωνισμός ανάμεσα σε μια μεγάλη, κρυφή και στη γνωστή χούντα που τους πρόλαβε.

Αυτό είναι ψέμα, που αποδείχνεται από τα γραπτά του Παττακού και την πραγματικότητα. Οι ανώτεροι αξιωματικοί στήριξαν τον Κωνσταντίνο στο αντιπραξικόπημά του, που απέτυχε. Αργότερα συγκρότησαν αντιχουντικές κινήσεις. Δεν είχαν πραγματική δύναμη στο στρατό, που ακολουθούσε τον ξενόδουλο μηχανισμό του. Ένας από τους λόγους επιβολής της δικτατορίας, ο κυριότερος, ήταν ότι είχαν συμφωνήσει  τότε  τα δυο μεγάλα κόμματα στη Βουλή, η στρατιωτική ηγεσία και τα μεγάλα δημοσιογραφικά συγκροτήματα να οδηγηθεί η χώρα σε εκλογές και εξομάλυνση.

Άλλωστε, η στήριξη των ΗΠΑ στους συνταγματάρχες μετακινήθηκε ήδη από το 1969. Τότε συμφώνησαν οι ΗΠΑ με τις Ευρωπαϊκές χώρες, που αντιδρούσαν στο Συμβούλιο της Ευρώπης και γενικά, να στηριχθεί μια πολιτική κυβέρνηση ευρέως φάσματος αντί της χούντας. Έχουν γραφεί αυτά από τους Ευρωπαίους πρωταγωνιστές. Το 1969 που πιάστηκε μια μεγάλη ομάδα Αθήνας της ΔΑ, οργάνωσης που συμμετείχα, οι περισσότερες συλλήψεις έγιναν από τη στρατιωτική αστυνομία του Ιωαννίδη. Μόνο ένα άτομο πιάστηκε από την ΚΥΠ, με πληροφορίες της CIA. Οι επικυρίαρχοι είχαν ήδη μεταφέρει το μηχανισμό ισχύος στο συγκεκριμένο ενεργούμενο. Η ΚΥΠ που είχε τότε υποβαθμιστεί, ήταν ο βασικός μοχλός επιβολής τον Απρίλη 1967.

Κανένας από τους μηχανισμούς που είχαν συμπράξει το 1967 να γίνει δικτατορία, έκτοτε δεν ελληνοποιήθηκε. Αντίθετα έχουν προστεθεί νέοι για να κάνουν αχρείαστη την προσφυγή σε νέα δικτατορία,- που θα ήταν εκτός μόδας συγκριτικά με το ΄60. Η εξέλιξη αυτή είναι άδικη και για το διεθνή προσανατολισμό της Ελλάδας, που ήταν πάντα στο Δυτικό στρατόπεδο. Προπαντός, όμως, είναι άδικη για την ίδια τη χώρα,  που απ’ όταν επιβλήθηκε το νεοαποικιακό καθεστώς βιώνει μόνο ήττες, ανήμπορη να αναβαθμιστεί οικονομικά και κοινωνικά.

Σήμερα, εκτός της Κύπρου, έχουν γκριζάρει συστηματικά τα εθνικά μας συμφέροντα σε ξηρά, θάλασσα και ουρανό, σε βαθμό ασφυκτικό.  Πρόκειται για την εφαρμογή στρατηγικής που ντε φάκτο ή ντε γιούρε χρησιμοποιείται κατά κόρον από αναθεωρητικές δυνάμεις προς  όφελός τους. Η Ελλάδα δεν ακολουθεί πολιτική ανατροπής των επιδιώξεων, αλλά κατευνασμού του διεκδικητή. Κανείς προστάτης ποτέ, δε θα χαλάσει το χατίρι επίδοξου ανατροπέα της διεθνούς τάξης, για να προσεγγίσει όταν χρειαστεί ένα ισχυρό αντίπαλο παράγοντα. Παράδειγμα η στάση της Ρωσίας στη διένεξη Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν. Η πολιτική αυτή έχει μοιραία κατάληξη και για την Ελλάδα.

Δεν είναι παράξενο ότι υπερεθνικοί οργανισμοί που συμπράττουμε, αντιδρούν πια απέναντι στην Ελλάδα, όπως το Ευρωκοινοβούλιο, η Ευρωπαία εισαγγελέας, το Συμβούλιο της Ευρώπης, Ένωση για την Ελευθερία του Τύπου κ.ά. Συσκοτίζεται η εικόνα αυτή για διάφορους λόγους, μερικές φορές με λιγότερο επιτυχημένα επιχειρήματα από του Πιπινέλη το 1969. Ας πάρουμε για παράδειγμα το ζήτημα των υποκλοπών, που κύκλοι του κυβερνώντος σήμερα κόμματος έχουν διαρρεύσει, ότι έχει δυνατότητα παρακολούθησης 15.000 πολιτών.

Ούτε στη Φινλανδία που ήταν μοιρασμένη στον τελευταίο πόλεμο μεταξύ φιλογερμανών και φιλορώσων, δε θα χρησιμοποιούνταν ένα τέτοιο δίκτυο. Το κυρίαρχο θέμα στην περίπτωσή μας είναι, πως εκτός κορυφαίων μελών του Υπ. Συμβουλίου, η πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο πρωθυπουργός και ο αρχηγός Ενόπλων δυνάμεων θεωρούν αυτονόητη την παρακολούθησή τους. Δε μιλούμε, βέβαια, για αντιπολιτευόμενους, γιατί στην επιχείρηση του είδους, κυρίως, η συμπολίτευση αξίζει να είναι υπό έλεγχο.

Το 1967 η κυβερνητική εξουσία αφαιρέθηκε, όχι από τους Παπανδρέου, αλλά από την ΕΡΕ του Κανελλόπουλου. Ούτε συνταγματολόγος, ούτε δικηγόρος χρειάζεται να είναι κανείς για να αναρωτηθεί, από ποια Συνταγματική Αρχή αντλεί μια τέτοια εξουσία ο κρυφός ωτακουστής. Η διαιώνιση αυτού του θολού καθεστώτος λαϊκής Κυριαρχίας δεν προοιωνίζεται καλά για τη χώρα στα επόμενα χρόνια.

 

* Ο Νίκος Λεβεντάκης

είναι μηχανικός