BABYGIRL
Σκηνοθεσία: Χαλίνα Ρέιν
Πρωταγωνιστούν: Νικόλ Κίντμαν, Χάρις Ντίκινσον, Αντόνιο Μπαντέρας
Η διευθύνουσα σύμβουλος μιας εταιρείας ξεκινάει μια εξωσυζυγική σχέση μ’ έναν κατά πολύ νεότερό της ασκούμενο υπάλληλο, με τον οποίο πραγματοποιεί όλες τις υποτακτικές φαντασιώσεις που πάντα έκρυβε από τον άντρα της.
Ερωτικό δράμα για το οποίο η Νικόλ Κίντμαν κέρδισε το βραβείο γυναικείας ερμηνείας στο περυσινό φεστιβάλ Βενετίας και φέτος βρέθηκε υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα.
Ευτυχώς η σκηνοθέτρια Ρέιν δεν αποσκοπεί στον εύκολο εντυπωσιασμό, αλλά εστιάζει με υπομονή κι υποστήριξη στην αμήχανη διαδικασία με την οποία η πολλαπλά ευάλωτη ηρωίδα της ξεγυμνώνεται όχι απλώς σωματικά, αλλά κυρίως ψυχολογικά σ’ έναν ξένο που όχι μόνο δεν είναι ο άντρας της, αλλά είναι και πολύ νεότερός της.
Στην πορεία, και μέσα από τις εξαιρετικές ερμηνείες του πρωταγωνιστικού ζευγαριού αλλά και του υπόλοιπου καστ, το σημαντικό επίτευγμα της ταινίας είναι ότι απενοχοποιεί τη φαντασίωση ως μηχανισμό ολοκλήρωσης της σεξουαλικότητας αλλά και του εαυτού συνολικά. Δείχνει τη σύγκρουσή της με τη φυσική σεξουαλική πράξη, την κοινωνική σύμβαση και το συναίσθημα, την ενοχή που συνοδεύει αυτή τη σύγκρουση, αλλά και την περιθωριακότητα με την οποία η φαντασίωση είναι στιγματισμένη, αναγκάζοντάς τη να κρυφτεί σε προσωρινά δωμάτια ξενοδοχείου, πέρα από τους ‘επίσημους’ μόνιμους χώρους ζωής.
Μια απενοχοποίηση που όμως δεν ωθείται ως το τέρμα, καθώς η ταινία επιλέγει μια κατάληξη για τη Ρόμι που δεν είναι παρά μόνο σχετικά ικανοποιητική, σαν ένας πραγματιστικός συμβιβασμός, και παρότι η απελευθέρωση της αλήθειας της την έχει προηγουμένως ενδυναμώσει στον χώρο εργασίας. Ευνοϊκότερη έκβαση από την επόμενη ταινία της σημερινής στήλης, αλλά και πάλι με τη γυναίκα εγκλωβισμένη σε μια απλώς λίγο πιο ειλικρινή φυλακή.
ΝΟΣΦΕΡΑΤΟΥ
NOSFERATU
Σκηνοθεσία: Ρόμπερτ Έγκερς
Πρωταγωνιστούν: Λίλι- Ρόουζ Ντεπ, Μπιλ Σκάρσγκορ, Γουίλεμ Νταφό, Νίκολας Χουλτ, Άαρον Τέιλορ- Τζόνσον, Έμα Κόριν
Στη Γερμανία του 1838 ένας νεαρός κτηματομεσίτης αφήνει προσωρινά τη σύζυγό του για να ταξιδέψει στα Καρπάθια Όρη και να συναντήσει τον κόμη Όρλοκ, ώστε να υπογράψουν το συμβόλαιο για το νέο του σπίτι στην πόλη. Σύντομα όμως διαπιστώνει ότι ο κόμης δεν είναι ένας συνηθισμένος άνθρωπος κι ότι έχει βάλει στο μάτι την αγαπημένη του.
Ταινία τρόμου που αποτελεί το δεύτερο ριμέικ του «Νοσφεράτου: Μια συμφωνία τρόμου» («Nosferatu: Eine Symphonie des Grauens», Φρίντριχ Μουρνάου, 1922) μετά από το «Νοσφεράτου: Ο Δράκουλας της νύχτας» («Nosferatu: Phantom der Nacht», Βέρνερ Χέρτσογκ, 1979), όλα βασισμένα βεβαίως στο μυθιστόρημα «Δράκουλας» του Μπραμ Στόκερ, που εκδόθηκε το 1897.
Η ικανότητα του Έγκερς να στήνει υποβλητικές ιστορίες είναι ήδη γνωστή κι αναγνωρισμένη. Το ίδιο καταφέρνει κι εδώ, φέρνοντας στην επιφάνεια το ψυχοσεξουαλικό υπόβαθρο που οι προηγούμενες δύο εκδοχές άφηναν υπονοούμενο, το τέρας δηλαδή ως έκφραση μιας πολύμορφης κι αμφίσημης ερωτικής επιθυμίας.
Η διαφορά με τις δύο προηγούμενες βερσιόν, είναι ότι αυτή θέτει την Έλεν να κινητοποιεί εκείνη την εμφάνιση του Όρλοκ, ως έκφανση της καταπιεσμένης σεξουαλικής ορμής της, που πρέπει να εξοντωθεί, ώστε η κοπέλα να επανέλθει στη γαμήλια ηρεμία και πειθαρχία. Κατ’ αυτή την έννοια, η ταινία αναπαράγει μάλλον αναχρονιστικά, αντί να κοιτάει κριτικά τη βικτωριανή θυματοποίηση του γυναικείου χαρακτήρα.
Επίσης, νομίζω ότι περιστασιακά η ταινία είναι αδέξια αναποφάσιστη με τον συναισθηματικό τόνο που θέλει να τηρήσει, είτε ακούσια από την εκζήτηση της ερμηνείας της Ντεπ, είτε εκούσια από τον χαρακτήρα του Νταφό με το -έστω λεπτό- χιούμορ που εισάγει.
BETTER MAN
Σκηνοθεσία: Μάικλ Γκρέισι
Πρωταγωνιστούν: Τζόνο Ντέιβις, Στιβ Πέμπερτον, Ρόμπι Γουίλιαμς (φωνή)
Ξεκινώντας από μια αγγλική επαρχιακή πόλη, ο ατίθασος και φιλόδοξος Ρόμπερτ -Ρόμπι-Γουίλιαμς (με τη μορφή πιθήκου) γνωρίζει τη δόξα μέσα από τη συμμετοχή του στο μουσικό συγκρότημα Take That κι αργότερα με τη σόλο καριέρα του, που θα τον κάνει έναν από τους διασημότερους τραγουδιστές παγκοσμίως.
Μουσική βιογραφία που ακολουθεί τις απελπιστικά κοινότοπες συμβάσεις του είδους, μέσα από τα γνώριμα σκαμπανεβάσματα από τα οποία περνάει η καριέρα του τραγουδιστή (παιδικά χρόνια, εκτόξευση, ναρκωτικά, αλαζονεία, αποξένωση, ανάκαμψη), αλλά τουλάχιστον στα χέρια του σκηνοθέτη Μάικλ Γκρέισι, έμπειρου σκηνοθέτη βίντεο-κλιπ και μιούζικαλ, όπως το εξαιρετικό «The Greatest Showman» (2017), αυτή η πορεία εκτυλίσσεται με την τρέλα και το κέφι που ταιριάζει στον συγκεκριμένο καλλιτέχνη.
Σύμφωνα με τους συντελεστές, το εύρημα με τον ψηφιακό πίθηκο (ερμηνευμένο από τον Τζόνο Ντέιβις) προέκυψε από την ανάγκη διαφοροποίησης από τα υπόλοιπα μουσικά πορτρέτα που έχουν κατακλύσει τις οθόνες τα τελευταία χρόνια- έστω και μ’ έναν εφετζίδικο τρόπο σαν κι αυτόν, ο οποίος όμως δεν είναι άστοχος, καθώς εκφράζει το παιγνιώδες κι ανέμελο πνεύμα του Γουίλιαμς. Ο πίθηκος όμως δεν είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο η ταινία διαφέρει από τις ομοειδείς της, καθώς αν δεν πρόκειται για τη μοναδική περίπτωση, τότε είναι ανάμεσα στις ελάχιστες, όπου ένας καλλιτέχνης συμμετέχει ο ίδιος στη βιογραφία του, μέσα από το voice-over που πραγματοποιεί ο ίδιος ο Γουίλιαμς.