ΠΕΡΑΣΜΕΝΕΣ ΖΩΕΣ
PAST LIVES
Σκην.: Σελίν Σονγκ.
Πρωτ.: Γκρέτα Λη, Τέο Γιού, Τζον Μαγκάρο.
Ένα αγόρι κι ένα κορίτσι ερωτεύονται ως παιδιά, αλλά έπειτα χάνονται καθώς η οικογένεια του κοριτσιού μεταναστεύει στις Η.Π.Α. Θα περάσουν δώδεκα χρόνια μέχρι να επικοινωνήσουν ξανά κι άλλα τόσα μέχρι να καταφέρουν να συναντηθούν και να διαπιστώσουν αν η αγάπη σβήνει με τον χρόνο.
Αισθηματικό δράμα που προσφέρει μία λεπτή, γλυκόπικρη, τρυφερή, αλλά και προσγειωμένη οπτική στον ανεκπλήρωτο έρωτα. Μία από τις πιο ιδιόμορφες και συγκινητικές ταινίες της χρονιάς, χάρη στην αληθοφάνεια και την ωριμότητα με τις οποίες ισορροπεί υποδειγματικά ανάμεσα στον ρομαντισμό και τον πραγματισμό, μακριά από ειδολογικές ευκολίες.
THE KILLER
Σκην.: Ντέιβιντ Φίντσερ.
Πρωτ.: Μάικλ Φασμπέντερ, Τίλντα Σουίντον, Τσαρλς Παρνέλ.
Ένας πληρωμένος εκτελεστής δεν καταφέρνει να σκοτώσει τον στόχο του, επιστρέφει σπίτι του, ανακαλύπτει ότι πλέον αποτελεί στόχο ο ίδιος, και ξεκινάει να προλάβει τους επίδοξους δολοφόνους του.
Δράμα εγκλήματος βασισμένο στο ομώνυμο γαλλικό κόμικ «Le Tueur» των Λικ Ζακαμόν και Αλεξίς Νολάντ, που κυκλοφόρησε σε συνέχειες από το 1998 ως το 2022.
Προσωπικά δε συμμερίζομαι τον ενθουσιασμό πολλών συναδέλφων για τον Ντέιβιντ Φίντσερ. Ένας δεξιοτέχνης αλλά κι άνισος σκηνοθέτης, που έχει προσφέρει σπουδαίες ταινίες, αλλά κι άλλες που μοιάζουν απλώς διεκπεραιωτικές. Δυστυχώς αυτή εδώ συγκαταλέγεται στις δεύτερες.
Ανήκοντας σε μια εξαρχής τόσο κορεσμένη ειδολογική κατηγορία, όπως είναι τα φιλμ εκτελεστών, η ταινία μοιάζει να μην έχει να προσφέρει κάτι καινούριο ή ξεχωριστό. Διαθέτει έναν στιβαρό πρωταγωνιστή που πείθει άνετα για τη μεθοδικότητα και την αποφασιστικότητα του ήρωα, ένα εξίσου συγκροτημένο και σφιχτό γύρισμα, αλλά και μια πλοκή που καταφέρνει μόνο στιγμιαία να κλιμακώνει την αγωνία της, προσφέροντας μια παραδόξως ημιτελή αποκατάσταση δικαιοσύνης.
ΠΕΝΤΕ ΝΥΧΤΕΣ ΣΤΟΥ ΦΡΕΝΤΙ
FIVE NIGHTS AT FREDDY’S
Σκην.: Έμα Τάμι.
Πρωτ.: Τζος Χάτσερσον, Μαίρη Στούαρτ Μάστερσον, Πάιπερ Ρούμπιο.
Ένας νεαρός υπάλληλος ασφάλειας αναλαμβάνει νυχτοφύλακας σ’ ένα εγκαταλειμμένο παιδικό εστιατόριο της δεκαετίας του 1980, διάσημο για τις αλλόκοτες μεγάλες ρομποτικές κούκλες του με μορφή ζώων, οι οποίες σύντομα ανακαλύπτει ότι δεν είναι όσο ανενεργές φαίνονται.
Ταινία τρόμου βασισμένη στη δημοφιλή ομώνυμη σειρά βιντεοπαιχνιδιών, που ξεκίνησε το 2014. Προς τιμήν της, η ταινία δείχνει ασυνήθιστο για το είδος της ενδιαφέρον για τους χαρακτήρες, που ζωντανεύονται με αφοσίωση ιδίως από τον Χάτσερσον, ο οποίος φέρει το κύριο ερμηνευτικό βάρος, αλλά κι από το υπόλοιπο καστ. Το πρόβλημα όμως είναι ακριβώς ότι η ταινία εν τέλει φροντίζει περισσότερο τη δραματική και λιγότερο την τρομακτική πλευρά της, χωρίς να καταφέρνει να ικανοποιήσει τις προσδοκίες που δημιουργεί καθεμιά τους, καταλήγοντας ένας άτονος συνδυασμός και των δύο.
Ωστόσο, το κοινό από τη μεριά του φαίνεται να διαφωνεί, καθώς η ταινία σημείωσε ανέλπιστα μεγάλο εισπρακτικό άνοιγμα το σαββατοκύριακο που πέρασε, με 78 εκατομμύρια δολάρια στις Η.Π.Α. και 130 συνολικά παγκοσμίως. Οπότε μάλλον βρισκόμαστε στο ξεκίνημα μιας νέας σειράς ταινιών τρόμου. Αλίμονό μας!
TAYLOR SWIFT: THE ERAS TOUR
Σκην.: Σαμ Ρεντς.
Πρωτ.: Τέιλορ Σουίφτ.
Μουσικό ντοκιμαντέρ που αποτυπώνει τη συναυλία της αμερικανίδας τραγουδίστριας Τέιλορ Σουίφτ, όπως καταγράφηκε τον περασμένο Αύγουστο στο στάδιο SoFi στο Λος Άντζελες, στο πλαίσιο της ομώνυμης παγκόσμιας περιοδείας της, η οποία ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2023 και θα ολοκληρωθεί τον Νοέμβριο του 2024. Έχοντας ολοκληρώσει το αμερικανικό σκέλος της και πριν καν ξεκινήσει το διεθνές, η περιοδεία αποτελεί ήδη την εμπορικότερη όλων των εποχών από γυναίκα καλλιτέχνιδα και τη δεύτερη εμπορικότερη γενικά (πίσω μόνο από εκείνη του Έλτον Τζον, που επίσης ολοκληρώθηκε φέτος), με κέρδη που μέχρι στιγμής πλησιάζουν τα 800 εκατομμύρια δολάρια.
Δύο ήταν τα φετινά μεγαλύτερα συναυλιακά και πολιτισμικά γεγονότα παγκοσμίως: οι περιοδείες της Τέιλορ Σουίφτ και της Μπιόνσε, η οποία ανακοίνωσε επίσης πρόσφατα την κυκλοφορία του δικού της ντοκιμαντέρ «Renaissance» την 1η Δεκεμβρίου στις αίθουσες, με θέμα την ομώνυμη παγκόσμια περιοδεία της.
Η δημοφιλία των συγκεκριμένων καλλιτέχνιδων είναι τόσο μεγάλη, ώστε οι συναυλίες τους ενισχύουν τις οικονομίες των πόλεων και των χωρών τις οποίες επισκέπτονται, συχνά ακόμη κι έπειτα από πρόσκληση των ίδιων των κυβερνήσεών τους. Όσον αφορά τη Σουίφτ, μέσα από τα αυτοβιογραφικά τραγούδια της, έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα βιωματικό σύμπαν κοριτσίστικης/ γυναικείας ενδυνάμωσης κι αυτοπεποίθησης, που ακολουθείται με θρησκευτική αφοσίωση από τα εκατομμύρια φανατικών θαυμαστριών και θαυμαστών της.
Συνεπώς η αξία της ταινίας βρίσκεται στο ότι καταγράφει αυτό το πολιτισμικό φαινόμενο της εποχής μας, μέσα από πολυάριθμες κάμερες και οπτικές γωνίες, που εξασφαλίζουν εγγύτητα και κίνηση, η οποίες δεν είναι εφικτές για τον θεατή από τη στατική θέση του μέσα στο στάδιο, προσφέροντας έτσι την καλύτερη δυνατή θέα στο εντυπωσιακό ψηφιακό σκηνικό, τα κοστούμια, τις χορογραφίες και βέβαια την εκφραστικότητα της ίδιας της τραγουδίστριας. Ωστόσο, τίποτα απ’ όλα αυτά δεν ξεφεύγει από τις συμβάσεις και τις επιδιώξεις μιας καταγραφής, χωρίς μάλιστα να προσφέρει περισσότερο, πιο διεισδυτικό υλικό (προετοιμασία, παρασκήνια κτλ.), αφήνοντας την εμπειρία «σκέτη» και διεκπεραιωτική.