ΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
IN A VIOLENT NATURE
Σκηνοθεσία: Κρις Νας
Πρωταγωνιστούν: Ράι Μπάρετ, Άντρεα Πάβλοβιτς, Κάμερον Λαβ
Μια παρέα από αγόρια και κορίτσια που βρίσκεται εκδρομή σ’ ένα δάσος, ξεκληρίζεται από έναν νεκρό θηριώδη άντρα, ο οποίος ανασταίνεται από τον χωμάτινο τάφο του, όταν ένας από τους νεαρούς της παρέας κλέβει το μενταγιόν της μητέρας του.
Ταινία τρόμου που κινείται σε απολύτως στοιχειώδες και προβλέψιμο σεναριακό πλαίσιο.
Αυτό όμως που την κάνει μία από τις πιο αξιομνημόνευτες πρόσφατες ταινίες του είδους είναι το γύρισμά της. Ο διευθυντής φωτογραφίας Πιρς Ντερκς μεταδίδει δεξιοτεχνικά την παγερά ψύχραιμη, άψυχη φύση του δολοφόνου, καθώς τα (μονο-)πλάνα κινούνται ήρεμα και αργά, κι άλλοτε μένουν στατικά αφήνοντας τη δράση να εξελιχθεί μέσα τους αποφεύγοντας τον πανικό του μοντάζ που διακρίνει το είδος. Κι από πάνω, το απόκοσμα γαλήνιο ηχητικό περιβάλλον που φτιάχνουν ο Τιμ Άτκινς κι η Μισέλ Χου. Αντί για τα συνηθισμένα ηχητικά και μουσικά κλισέ, απουσιάζει εντελώς η εξω-αφηγηματική μουσική, αφήνοντας μόνο την αντίστιξη από τους αθώους ήχους του δάσους, τιτιβίσματα και θροΐσματα, να εντείνουν έξυπνα την αγωνία, τη σαρωτική υπεροχή του φονιά και το
αίσθημα της αναπόφευκτης μοίρας των θυμάτων.
Ωστόσο, βρίσκω προβληματικά δύο σημεία. Το πρώτο είναι η έλλειψη ηχητικής αληθοφάνειας καθώς ο Τζόνι προσεγγίζει τα θύματά του. Παρότι ο βηματισμός του είναι σταθερός και θορυβώδης πάνω στο χώμα και τη βλάστηση, τα θύματα καθυστερούν να τον αντιληφθούν εγκαίρως, παρά μόνο όταν πια έχει φτάσει πολύ κοντά τους. Δεύτερον, το θεματικό μοτίβο του είδους που επαναλαμβάνεται εδώ, με το δαιμονοποιημένο (παιδικό) τραύμα μού φαίνεται παράλογο κι άδικο.
Η ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΣ ΤΩΝ ΜΥΣΤΙΚΩΝ
INHERITANCE
Σκηνοθεσία: Νιλ Μπέργκερ
Πρωταγωνιστούν: Φίμπι Ντίνεβορ, Ρις Άιφανς
Στην κηδεία της μητέρας της μια νεαρή κοπέλα συναντά τον αποξενωμένο πατέρα της, ο οποίος της προτείνει να την ακολουθήσει στην Αίγυπτο για μια ελκυστική επαγγελματική
πρόταση. Η αποδοχή της πρόσκλησης θα τη μπλέξει σ’ ένα διεθνές κυνήγι απόρρητων πληροφοριών.
Κατασκοπική περιπέτεια γυρισμένη μόνο μ’ ένα iPhone και με υποτυπώδες συνεργείο, χωρίς επιπλέον φωτιστικό ή ηχητικό εξοπλισμό και χωρίς άδειες γυρίσματος στις τοποθεσίες. Ένα ευπρόσδεκτο πείραμα που δεν είναι βέβαια πρωτοφανές, καθώς έχουν προηγηθεί ακόμη μερικές ταινίες γυρισμένες με τηλέφωνο, με αξιοσημείωτο παράδειγμα το «Tangerine» (2015) του Σων Μπέικερ, σκηνοθέτη της φετινής «Anora».
Είναι όμως πολύ απαιτητικό, δεδομένου ότι η πλοκή ταξιδεύει από τη Νέα Υόρκη στο Κάιρο, από εκεί στο Μουμπάι και στο Δελχί, έπειτα στη Σεούλ, και πάλι πίσω στη Νέα Υόρκη, όπου η ταινία καταφέρνει να δημιουργήσει μια εξαιρετικά διεισδυτική αίσθηση γεωγραφικού και πολιτισμικού ρεαλισμού.
Όμως, παρά τις πολύ καλές ερμηνείες της πληγωμένης αλλά δυναμικής Ντίνεβορ και του χειριστικού Άιφανς, οι τεχνικοί περιορισμοί του γυρίσματος δεν επιτρέπουν τη δημιουργία
σοβαρής αγωνίας στις σκηνές δράσης, ενώ κι η πλοκή υπηρετεί επιμελέστερα το οικογενειακό της διακύβευμα, παραμελώντας το κατασκοπικό που είναι κοινότοπο,
προβλέψιμο και στο τέλος μέχρι κι αναληθοφανές.
RICH FLU: ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ
RICH FLU
Σκηνοθεσία: Γκάλντερ Γκαζτέλου- Ουρούτια
Πρωταγωνιστούν: Μαίρη Ελίζαμπεθ Γουίνστεντ, Ρέιφ Σπολ, Λορέιν Μπράκο
Όταν ένας θανατηφόρος ιός εξαπλώνεται ραγδαία ανάμεσα στους πλούσιους του πλανήτη, μία γυναίκα υψηλόβαθμο στέλεχος σε μια πλατφόρμα ψυχαγωγίας που έχει μόλις προαχθεί και συνεπώς αυξήσει την περιουσία της, προσπαθεί να σωθεί με την οικογένειά της από τον ανελέητο κοινωνικό διωγμό που έχει ξεσηκωθεί.
Δραματική κοινωνική αλληγορία που διαθέτει πρόσφορες σεναριακές ιδέες, όπως η διαφορά του αντίκτυπου της δυστυχίας των πλουσίων έναντι εκείνης των φτωχών κι η αντιστροφή της μεταναστευτικής ροής από την Ευρώπη προς την Αφρική. Το πρόβλημα είναι ότι τις συνθέτει και τις εκτελεί σε μια πλοκή τόσο βιαστική, επιπόλαιη και συγκεχυμένη, ώστε καταλήγει να λέει πολλά και τίποτα μαζί.