ROCKETMAN

Μετά τον Φρέντι Μέρκιουρι, σειρά έχει ο Έλτον Τζον.

ROCKETMAN

Σκην.: Ντέξτερ Φλέτσερ

Πρωτ.: Τάρον Έτζερτον, Μπράις Ντάλας Χάουαρντ, Τζέιμι Μπελ, Ρίτσαρντ Μάντεν

Στη Βρετανία της δεκαετίας του 1950, ο μικρός Ρέτζιναλντ Ντουάιτ ανακαλύπτει το ταλέντο του στη μουσική. Όταν ενηλικιώνεται αλλάζει τ’ όνομά του και καταφέρνει να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους σταρ του πλανήτη ως Έλτον Τζον.

Βιογραφικό μιούζικαλ που αποτελεί τη δεύτερη συνεργασία του σκηνοθέτη Φλέτσερ με τον πρωταγωνιστή Έτζερτον, μετά από το διασκεδαστικό «Έντι ο Αετός» («Eddie the Eagle», 2015).

Επίσης, μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο, πρόκειται για τη δεύτερη βιογραφία ενός βρετανού ομοφυλόφιλου σούπερσταρ της μουσικής, μετά το περυσινό «Bohemian Rhapsody» για τον Φρέντι Μέρκιουρι. Μάλιστα, εκτός από το θέμα τους, οι δύο ταινίες μοιράζονται -μερικώς τουλάχιστον- και τον ίδιο σκηνοθέτη, καθώς ο Φλέτσερ ήταν αυτός που κλήθηκε να ολοκληρώσει τα γυρίσματα του «Rhapsody» μετά την αποχώρηση του Μπράιαν Σίνγκερ.

Τόσο στην πρόθεση όσο και στο αποτέλεσμα λοιπόν, εδώ έχουμε μια καλλιτεχνικά επιτυχημένη επανάληψη της περυσινής συνταγής και μάλιστα με ευθύτερη, πιο θαρραλέα απεικόνιση του σεξ και των ναρκωτικών, πάντα όμως στο πλαίσιο μιας mainstream αναπαράστασης. Ένα ξεσηκωτικό, εμψυχωτικό μουσικοχορευτικό θέαμα για τη φήμη, τη διαφορετικότητα και την ανάγκη γι’ αγάπη, όπου ο Έτζερτον δεν υποδύεται απλώς με ολόψυχη αφοσίωση, εκκεντρικότητα και πείσμα τον Τζον, αλλά τραγουδάει ο ίδιος το ρεπερτόριό του με θαυμαστή άνεση κι ομοιότητα στη φωνή του καλλιτέχνη.

Ας ευχηθούμε το ρεπερτόριο του τραγουδιστή που φαντάζομαι ότι για το ευρύ ελληνικό κοινό μοιάζει λιγότερο εμβληματικό από εκείνο των Queen, καθώς και το άστοχο καλοκαιρινό τάιμινγκ της εξόδου κυκλοφορίας στη χώρα, να μην της στερήσουν την επιτυχία που της αξίζει.

 

ΓΚΟΤΖΙΛΑ II: Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΩΝ ΤΕΡΑΤΩΝ

GODZILLA ΙΙ: KING OF THE MONSTERS

Σκην.: Μάικλ Ντόχερτι

Πρωτ.: Κάιλ Τσάντλερ, Βέρα Φαρμίγκα, Κεν Γουατανάμπε, Μίλι Μπόμπι Μπράουν

Μετά τον Γκοτζίλα, τα MUTO και τον Κονγκ, η εταιρεία Μόναρκ ανακαλύπτει παρόμοια τέρατα- Τιτάνες σε ολόκληρη τη Γη. Σταδιακά όλα βγαίνουν από τον λήθαργό τους, κι ο μόνος που μπορεί να τα σταματήσει πριν αφανίσουν την ανθρωπότητα είναι ο Γκοτζίλα.

Ταινία καταστροφής που συνεχίζει το «Godzilla» (Γκάρεθ Έντουαρντς, 2014), αποτελώντας την τρίτη προσθήκη στο κινηματογραφικό σύμπαν με τέρατα της Warner Bros., το οποίο περιλαμβάνει ακόμη το «Κονγκ: η Νήσος του Κρανίου» («Kong: Skull Island», Τζόρνταν Βογτ- Ρόμπερτς, 2017) και θα κορυφωθεί στο «Godzilla vs. Kong» που έχει ήδη προγραμματιστεί για το 2020 σε σκηνοθεσία του Άνταμ Γουίνγκαρντ.

Το γενικό και καθόλου άδικο παράπονο με την ταινία του 2014 ήταν ο εντελώς δευτεραγωνιστικός ρόλος του Γκοτζίλα σε μια ταινία που είχε τ’ όνομά του στον τίτλο, αφιερώνοντάς του ελάχιστο αφηγηματικό χρόνο και δευτερεύουσα λειτουργία στην πλοκή. Παρότι συγκριτικά φέτος η τεράστια σαύρα διαδραματίζει κεντρικότερο ρόλο, αυτός και πάλι υποβαθμίζεται από τον αδικαιολόγητα μεγάλο αριθμό ανθρώπινων χαρακτήρων που παρεμβάλλονται ανώφελα στην πλοκή και βεβαίως στα επίσης πολυάριθμα τέρατα που ο Γκοτζίλα καλείται ν’ αντιμετωπίσει. Άσκοπος σεναριακός συνωστισμός που αντανακλάται σε μια πληθωρικά θεαματική απεικόνιση, αλλά με συγκεχυμένα χρώματα και μοντάζ, που αφαιρούν την αγωνία από τις σκηνές μάχης και τις καθιστούν οριακά ακατάληπτες.