Η ΝΥΧΤΑ ΜΕ ΤΙΣ ΜΑΣΚΕΣ - HALLOWEEN

Κινηματογραφή

Γλιτώνει κανείς ποτέ από το παρελθόν;

Η ΝΥΧΤΑ ΜΕ ΤΙΣ ΜΑΣΚΕΣ

HALLOWEEN

Σκην.: Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν

Πρωτ.: Τζέιμι Λη Κέρτις, Νικ Καστλ, Τζούντι Γκριρ

Η ΝΥΧΤΑ ΜΕ ΤΙΣ ΜΑΣΚΕΣ - HALLOWEEN

Σαράντα χρόνια μετά από τη νύχτα του Halloween κατά την οποία είχε σκοτώσει την αδερφή του και τους γονείς του, ο παρανοϊκός δολοφόνος Μάικλ Μάγιερς αποδρά από το ψυχιατρείο όπου βρίσκεται έγκλειστος κι επιστρέφει στην πόλη του για να συνεχίσει το φονικό έργο του. Αυτή τη φορά όμως, η επιζήσασα Λόρι Στρόουντ τον περιμένει προετοιμασμένη.

Πρόκειται για την εντέκατη συνολικά προσθήκη στη δημοφιλή σειρά ταινιών τρόμου, που ξεκίνησε με το «Η νύχτα με τις μάσκες» («Halloween», Τζον Κάρπεντερ, 1978) και συνεχίστηκε με τα «Η νύχτα με τις μάσκες Νο 2» («Halloween II», Ρικ Ρόζενθαλ, 1981), «Η νύχτα με τις μάσκες Νο 3» («Halloween III: Season of the Witch», Τόμι Λη Γουόλας, 1982), «Halloween 4: η επιστροφή του Michael Myers» («Halloween 4: the Return of Michael Myers», Ντουάιτ Χ. Λιτλ, 1988), «Η νύχτα με τις μάσκες 5» («Halloween 5: the Revenge of Michael Myers», Ντομινίκ Οθνίν Ζιράρ, 1989), «Η κατάρα» («Halloween: the Curse of Michael Myers», Τζο Σαπέλ, 1995), «Halloween Η20: 20 χρόνια μετά» («Halloween Η20: 20 Years Later», Στιβ Μάινερ, 1998), και «Ο δαίμονας» («Halloween: Resurrection», Ρικ Ρόζενθαλ, 2002), ενώ υπάρχουν επίσης τα ριμέικ του Ρομπ Ζόμπι «Halloween: η νύχτα με τις μάσκες» («Halloween», 2007) και «Halloween ΙΙ: η νύχτα με τις μάσκες» («Halloween ΙΙ», 2009).

H φετινή προσθήκη αποτελεί απευθείας συνέχεια μόνο της πρώτης ταινίας του 1978, αγνοώντας όλες όσες την ακολούθησαν. Χωρίς να προσφέρει τίποτα ουσιαστικά πρωτότυπο, η ταινία τουλάχιστον είναι σκηνοθετικά προσεγμένη περισσότερο από το γενικά χαμηλό επίπεδο της σειράς. Ενδεικτικό του σεβασμού που έδειξαν οι συντελεστές στη σειρά και της παραδοσιακής προσέγγισης που επιχείρησαν, ήταν ότι εκτός από την εξηντάχρονη πλέον Λη Κέρτις, φρόντισαν να επαναπροσλάβουν και τον Νικ Καστλ, που είχε υποδυθεί τον Μάικλ στην πρώτη ταινία.

Δεδομένου ότι ο χαρακτήρας αποτελεί μια μονολιθική ενσάρκωση του κακού (“pure evil”, όπως με στερεότυπη απλοϊκότητα συμπεραίνουν οι ψυχίατροι της σειράς), το φευγαλέο και πάντα ασαφές καδράρισμα του προσώπου του τού προσδίδει μόνο όση ανθρώπινη υπόσταση χρειάζεται και διεγείρει έξυπνα την περιέργειά μας ν’ αντικρίσουμε ένα πρόσωπο που πιθανότατα δεν υπάρχει ανάγκη να δούμε. Από την πλευρά της, η Λη Κέρτις αντεπεξέρχεται δυναμικά, παρότι η μονοδιάστατη εμμονικότητα που εδώ αποτελεί το πιο καθοριστικό γνώρισμα της Λόρι, αποδεικνύεται μάλλον περιοριστική για την ηρωίδα.

 

PEPPERMINT

Σκην.: Πιέρ Μορέλ

Πρωτ.: Τζένιφερ Γκάρνερ, Τζον Γκάλαχερ Τζούνιορ, Τζον Ορτίζ

Η Ράιλι Νορθ είναι μια αφοσιωμένη μητέρα και σύζυγος, η οποία βλέπει τον σύζυγο και την κόρη της να δολοφονούνται μπροστά στα μάτια της από μια συμμορία εμπόρων ναρκωτικών. Συνειδητοποιώντας ότι το διεφθαρμένο σύστημα δεν πρόκειται να τη δικαιώσει, αποφασίζει ν’ αποτραβηχτεί, να εκπαιδευτεί και να επιστρέψει για να εκδικηθεί όσους της στέρησαν τους αγαπημένους της.

Περιπέτεια εκδίκησης σκηνοθετημένη από έναν από τους εμπειρότερους δημιουργούς στο είδος, στο οποίο έχει επίσης συνεισφέρει τα «Η αρπαγή» («Taken», 2008) και «The Gunman: σε θέση βολής» («The Gunman», 2015). Εδώ προσαρμόζει χωρίς εκπλήξεις την τετριμμένη αλλά χορταστική συνταγή που γνωρίζει καλά στο φεμινιστικό κλίμα της σημερινής εποχής. Ευτυχώς έχει στη διάθεσή του τη σαρωτική Γκάρνερ, η οποία θυμίζει την παρόμοια μεταμόρφωση της Τζίνα Ντέιβις στο «Ένα σκληρό φιλί για καληνύχτα» («The Long Kiss Goodnight», Ρένι Χάρλιν, 1996), προσδίδοντας στην ηρωίδα της όλη την ομορφιά, την ενέργεια, τον δυναμισμό, την εξυπνάδα και την οργή που την κάνουν αποτελεσματικότερη των αρσενικών αντιπάλων της.

 

HUNTER KILLER

Σκην.: Ντόνοβαν Μαρς

Πρωτ.: Τζέραρντ Μπάτλερ, Γκάρι Όλντμαν, Κόμον

Όταν ένα ρωσικό κι ένα αμερικανικό υποβρύχιο βυθίζονται σε ρωσικά ύδατα, οι Η.Π.Α. στέλνουν ένα άλλο για ν’ ανακαλύψει τι συνέβη. Στην πορεία μαθαίνουν ότι στη Ρωσία πραγματοποιείται κρυφό πραξικόπημα, κι έτσι τώρα εκτός των άλλων πρέπει να σώσουν τον ρώσο πρόεδρο, ώστε ν’ αποφευχθεί ο Γ’ Παγκόσμιος Πόλεμος.

Στρατιωτική περιπέτεια βασισμένη στο μυθιστόρημα των Τζωρτζ Γουάλας και Ντον Κιθ, «Firing Point», που εκδόθηκε το 2012. Πλούσια πλοκή, μεγαλοπρεπής φωτογραφία, καταιγιστικός ρυθμός, εύστοχα επιλεγμένο καστ, υπονομεύονται από συνεχή σεναριακή ασυνέπεια, αφού προσωπικά ποτέ δεν πείστηκα ότι σε μια εποχή με τόσο άμεσες δυνατότητες επικοινωνίας, οι παρεξηγήσεις της πλοκής δε θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί. Ιδανικό παράδειγμα, η αποτρεπτική επικοινωνία του ρώσου κυβερνήτη με το ρωσικό αντιτορπιλικό που θα μπορούσε να έχει πραγματοποιηθεί νωρίτερα, όπως κι άλλες κρίσιμες στιγμές της ιστορίας να έχουν αποτραπεί  πολύ ευκολότερα.

 

ΕΝΤΙΜΟΤΑΤΟΙ ΚΛΕΦΤΕΣ

KING OF THIEVES

Σκην.: Τζέιμς Μαρς

Πρωτ.: Μάικλ Κέιν, Τζιμ Μπρόουντμπεντ, Τομ Κόρτνι, Τσάρλι Κοξ, Πωλ Γουάιτχαουζ, Μάικλ Γκάμπον, Ρέι Γουίνστον

Μια παρέα αποσυρμένων ηλικιωμένων ληστών αποφασίζει να επιστρέψει στην ενεργό δράση και να ληστέψει το θησαυροφυλάκιο της συνοικίας των κοσμηματοπωλείων του Λονδίνου.

Κωμωδία εγκλήματος η οποία αναπαριστά τα αληθινά γεγονότα, όπως τα αποτύπωσε το άρθρο «How a Ragtag Gang of Retirees Pulled Off the Biggest Jewel Heist in British History», που ο αμερικανός δημοσιογράφος Μαρκ Σιλ δημοσίευσε στο Vanity Fair το 2016. Η ταινία θυμίζει την περσινή «Εκδίκηση με στυλ» («Going in Style», Ζακ Μπραφ), όχι μόνο λόγω του σεναριακού μοτίβου των ηλικιωμένων ληστών, αλλά και του πρωταγωνιστή Κέιν, ο οποίος εκεί πλαισιωνόταν από τον Μόργκαν Φρίμαν και τον Άλαν Άρκιν.

Βρίσκεται επίσης στην ίδια κατηγορία με το πρόσφατο «Ο κύριος και το όπλο» («The Old Man and the Gun», Ντέιβιντ Λάουρι) με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ, το οποίο ήταν πολύ πιο ουσιαστικό στον τρόπο με τον οποίο σκιαγραφούσε τον κεντρικό χαρακτήρα του και τη στάση του στη ζωή. Εκτός από το θέμα τους, τις δύο φετινές ταινίες συνδέει κι ένα σκηνοθετικό τέχνασμα που είδαμε πρώτα στην ταινία του Λάουρι, δηλαδή τη χρήση φευγαλέων αποσπασμάτων από παλιότερες ταινίες των πρωταγωνιστών τους για να παραπέμψουν στις ένδοξες μέρες της δράσης των χαρακτήρων που υποδύονται.

Στον «Κύριο και το όπλο» χρησιμοποιούνται πλάνα από την «Καταδίωξη» («The Chase», Άρθουρ Πεν, 1966). Στους «Κλέφτες» ενσωματώνονται μεταξύ άλλων πλάνα από τη «Ληστεία αλά ιταλικά» («The Italian Job», Πίτερ Κόλινσον, 1969) για τον χαρακτήρα του Μάικλ Κέιν και το «Scum» (Άλαν Κλαρκ, 1979) για εκείνον του Ρέι Γουίνστον.  Δυστυχώς η φετινή ταινία δε διαθέτει παρά ελάχιστη από τη σπιρτάδα της «Εκδίκησης με στυλ» και καθόλου από τη στοχαστικότητα του «Κύριου και το όπλο». Η γλυκύτητα κι η ερμηνευτική δεινότητα του λαμπρού καστ είναι τα μόνα που διατηρούν τη θέαση διασκεδαστική σ’ έναν βαθμό, αλλά η πλοκή παραμένει άνευρη, άνιση και διεκπεραιωτική.