ΨΥΧΡΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ - COLD WAR

Κινηματογραφή

Μία από τις καλύτερες ταινίες και μία από τις καλύτερες ερμηνείες της φετινής χρονιάς.

ΨΥΧΡΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ – COLD WAR

ΨΥΧΡΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ - COLD WAR

Σκην.: Πάβελ Παβλικόφσκι

Πρωτ.: Γιοάνα Κούλιγκ, Τόμας Κοτ, Μπόρις Σιτς, Αγκάτα Κουλέζα

Από το 1949 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960, ο μεγάλος έρωτας ενός μουσικού και μιας τραγουδίστριας στην ψυχροπολεμική Ευρώπη.

Μετά τη βραβευμένη με Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας «Ida» (2013), αυτό είναι το καινούριο αισθηματικό δράμα του 61χρονου πολωνού σκηνοθέτη, που του χάρισε το βραβείο σκηνοθεσίας στο φετινό φεστιβάλ των Καννών.

Εδώ ο σκηνοθέτης συνεχίζει το ίδιο ακριβώς ύφος που υιοθέτησε στην «Ida», με το σχεδόν τετράγωνο κάδρο, την ασπρόμαυρη φωτογραφία, τη μελαγχολική ατμόσφαιρα και την κριτική στο κομμουνιστικό καθεστώς. Κατ’ αυτόν τον τρόπο μοιάζει να δημιουργεί ένα ευρύτερο αφηγηματικό σύμπαν, αφού επιπλέον οι δύο ιστορίες του συμπίπτουν και χρονικά.

Μια ερωτική ιστορία βασισμένη στις παρόμοιες περιπέτειες των γονιών του σκηνοθέτη, στους οποίους την αφιερώνει. Παθιασμένη, βασανιστική και με προς στιγμήν αμφίβολη κατάληξη για τους δύο εραστές, η ιστορία αποδίδεται σύντομα, μεστά, ατμοσφαιρικά και συγκρατημένα, χωρίς περιττές εξάρσεις, αλλά χωρίς και να υποτιμάται η σπουδαιότητα του αισθήματος.

 

BOHEMIAN RHAPSODY

Σκην.: Μπράιαν Σίνγκερ.

Πρωτ.: Ράμι Μαλέκ, Λούσι Μπόιντον, Μπεν Χάρντι, Γκουίλιμ Λη.

Στη Βρετανία του 1970 ο ινδικής καταγωγής νεαρός Φαρούκ Μπουλσάρα προτείνει στα μέλη ενός φοιτητικού συγκροτήματος ν’ αντικαταστήσει τον τραγουδιστή τους που μόλις τους εγκατέλειψε. Από τη συνεργασία τους θα προκύψει ένα από τα δημοφιλέστερα ροκ συγκροτήματα στην ιστορία της μουσικής και μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητές της.

Βιογραφικό δράμα για τον Φρέντι Μέρκιουρι και το βρετανικό συγκρότημα Queen του οποίου ηγήθηκε. Η παραγωγή πέρασε από διάφορα προβλήματα πριν ολοκληρωθεί, με χειρότερο την αντι- επαγγελματική συμπεριφορά του σκηνοθέτη Σίνγκερ, που τελικά απολύθηκε λίγο πριν το τέλος των γυρισμάτων κι αντικαταστάθηκε από τον Ντέξτερ Φλέτσερ, στον οποίο όμως αποδόθηκε μόνο τίτλος εκτελεστικού παραγωγού.

Επιπλέον, οι οπαδοί του συγκροτήματος παραπονέθηκαν ότι η ταινία απεικονίζει μόνο φευγαλέα κι επιφανειακά τις καταχρήσεις του Μέρκιουρι, ενώ υποστηρίζουν επίσης ότι ο ρόλος των μελών του συγκροτήματος Μπράιαν Μέι και Ρότζερ Τέιλορ ως συμβούλων της ταινίας πιθανώς να επηρέασε την απεικόνιση των γεγονότων.

Λαμβάνοντας υπόψιν όλα τα παραπάνω, η ταινία παραμένει μία από τις διασκεδαστικότερες προσθήκες στο είδος της μουσικής βιογραφίες, μ’ έναν εκπληκτικό Μαλέκ σε μια οσκαρικού επιπέδου, ηλεκτρισμένα μεταμορφωτική ερμηνεία, που αναπαριστά τον Μέρκιουρι να προσπαθεί με ασυγκράτητο πάθος να ισορροπήσει ανάμεσα στην έμπνευση, τη φήμη, τη σεξουαλικότητα, τα ναρκωτικά, τους φίλους, τους κόλακες και την οικογένεια.

Η εμβληματικότητα του ρεπερτορίου της μπάντας αξιοποιείται στο έπακρο, οι διακυμάνσεις της πλοκής είναι συνεχείς, το χιούμορ κι η συγκίνηση εκμαιεύονται αβίαστα, ενώ η κορύφωση στη συναυλία του Live Aid το 1985 είναι απλώς απωθεωτική.

 

Ο ΚΑΡΥΟΘΡΑΥΣΤΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑ  -  THE NUTCRACKER AND THE FOUR REALMS

Ο ΚΑΡΥΟΘΡΑΥΣΤΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑ
THE NUTCRACKER AND THE FOUR REALMS

Σκην.: Λάσε Χάλστρομ, Τζο Τζόνστον

Πρωτ.: Μακένζι Φόι, Κίρα Νάιτλι, Μίστι Κόουπλαντ, Έλεν Μίρεν, Μόργκαν Φρίμαν.

Την παραμονή των Χριστουγέννων, η νεαρή Κλάρα ακολουθεί τον πατέρα και τα δύο αδέρφια της στον χορό του εφευρέτη νονού της. Το δώρο που της χαρίζει ο οικοδεσπότης την οδηγεί στον μαγικό κόσμο των Τεσσάρων Βασιλείων, όπου ανακαλύπτει τη σημαντική κληρονομιά που της άφησε η μητέρα της πριν πεθάνει.

Περιπέτεια φαντασίας η οποία αποτελεί ακόμα μία από τις πολυάριθμες διασκευές του παραμυθιού «Ο Καρυοθραύστης και ο βασιλιάς των ποντικών» που έγραψε το 1816 ο γερμανός Ερνστ Τ. Α. Χόφμαν και του μπαλέτου των Μαριούς Πετιπά, Λεβ Ιβάνοφ και Πιότρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1892.

Ο εκθαμβωτικός σχεδιασμός παραγωγής τον οποίο εγγυάται πάντα μια ταινία της Disney κι εδώ επιμελείται ο Γκάι Χέντριξ Ντάιας, δεν αρκεί για να καμουφλάρει τον διεκπεραιωτικό χαρακτήρα μαζί με την περιστασιακή αμηχανία κι ασυναρτησία του σεναρίου και της σκηνοθεσίας.