Ο ΠΡΩΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ - FIRST MAN

Κινηματογραφή

Από το εσωτερικό του εγκεφάλου μέχρι το διάστημα, τα όρια της ανθρώπινης θέλησης δε σταματούν να εκπλήσσουν.

Ο ΠΡΩΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ

FIRST MAN

Σκην.: Ντέιμιεν Σαζέλ

Πρωτ.: Ράιαν Γκόσλινγκ, Κλερ Φόι, Πάμπλο Σράιμπερ

Ο ΠΡΩΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ - FIRST MAN

Μετά από σχεδιασμό κι αποτυχημένες προσπάθειες εφτά ετών, η NASA καταφέρνει τον Ιούλιο του 1969 να προσεδαφίσει το πρώτο επανδρωμένο σκάφος της στη Σελήνη, με επικεφαλής τον Νιλ Άρμστρονγκ, τον πρώτο άνθρωπο που περπάτησε στο φεγγάρι.

Όμως αυτό που για τον υπόλοιπο κόσμο μοιάζει ηρωικό κατόρθωμα, για τον Άρμστρονγκ αποτελεί το μεγαλύτερο ρίσκο της ζωής του, καθώς αυτό που διακυβεύεται είναι η επιστροφή στην οικογένειά του.

Βιογραφικό δράμα βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του αμερικανού Τζέιμς Ρ. Χάνσεν, που εκδόθηκε το 2005. Αποτελεί τη δεύτερη συνεργασία σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή μετά από το οσκαρικό «La La Land» (2016). Μία από τις πιο εύστοχες ταινίες για τη σπουδαιότητα της επιστήμης, τον αγώνα του ανθρώπου να εξερευνήσει το περιβάλλον του, να βελτιώσει τη ζωή του και να εξελιχθεί ως είδος.

O Σαζέλ προσεγγίζει πραγματιστικά τα γεγονότα, εστιασμένος στις δυσκολίες, στις θυσίες, την υπομονή, την αγωνία, τον πόνο και την επιβράβευση που φέρνουν όταν υπηρετούν έναν τόσο υψηλό στόχο όπως η επιστημονική πρόοδος. Το ακόμη σημαντικότερο για την ταινία, είναι ότι υπενθυμίζει συνεχώς πως αυτή η πρόοδος δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά διεκδικείται για να εξυπηρετήσει τον άνθρωπο.

Γι’ αυτό ο Γκόσλινγκ ως Άρμστρονγκ συνεχίζει σχεδόν βουβά την αποστολή του κάτω από το αφόρητο βάρος της πιθανότητας να μην ξαναδεί ποτέ τους ανθρώπους που αγαπάει. Γι’ αυτό κι η σημαντικότερη επαφή δεν είναι το πόδι του στη Σελήνη, αλλά το άγγιγμα με το χέρι της γυναίκας του, ερμηνευμένη από τη Φόι με τόσο διεκδικητική αφοσίωση.

 

 

ΤΟ ΕΝΣΤΙΚΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ

JOURNEYMAN

 

Σκην.: Πάντι Κόνσινταϊν

Πρωτ.: Πάντι Κόνσινταϊν, Τζόντι Γουίτακερ, Πωλ Πόπλγουελ

Ένας πρωταθλητής του μποξ στον τελευταίο του αγώνα τραυματίζεται στον εγκέφαλο, με αποτέλεσμα να χάνει μερικώς τη μνήμη του, τη φυσική του δύναμη και τον έλεγχο των πράξεών του. Τώρα πρέπει να δώσει τη μάχη της αποκατάστασης για χάρη της αγαπημένης του γυναίκας και της πρόσφατα γεννημένης κόρης τους.

Αθλητικό δράμα που αποτελεί τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία την οποία γράφει και σκηνοθετεί ο 45χρονος βρετανός Κόνσινταϊν, μετά τον «Τυραννόσαυρο» («Tyrannosaur», 2011). Ο σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής δίνει μία από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του, χωρίς γραφικά κλισέ και μελοδραματισμό, ως ένας άνθρωπος χαμένος μέσα στο ίδιο του το σώμα, αρχικά σαν να καταλαμβάνεται από κάποιον άλλο, αλλά με αρκετή εναπομείνασα συνείδηση για ν’ αντιλαμβάνεται τη σύγχυση κι αρκετό πείσμα για να επιστρέψει στην παλιά του ζωή. Έστω κι αν οι λεπτές αποχρώσεις της θαυμάσια ισορροπημένης ερμηνείας, δυστυχώς την αφήνουν μετέωρη μέσα σε μια ‘σκέτη’ πλοκή, συνηθισμένη και προβλέψιμη.

 

ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΠΟΥ ΕΧΤΙΣΕ Ο ΤΖΑΚ

THE HOUSE THAT JACK BUILT

 

Σκην.: Λαρς φον Τρίερ

Πρωτ.: Ματ Ντίλον, Μπρούνο Γκάντς, Ούμα Θέρμαν

Ο Τζακ είναι ένας πολιτικός μηχανικός και κατά συρροή δολοφόνος που αποθηκεύει τα θύματά του σε μια αποθήκη- ψυγείο. Στον δρόμο για τον άλλο κόσμο εξιστορεί στο πνεύμα του ρωμαίου ποιητή Βιργίλιου μερικούς από τους φόνους που διέπραξε.

Ταινία τρόμου με πολύ ‘ωμές’ σκηνές φόνων κι έναν σεναριακό παραλληλισμό εγκληματία και καλλιτέχνη. Τα συστατικά αυτά σε συνδυασμό μ’ έναν σταθερό ρυθμό αφήγησης και με την εξαιρετική ερμηνεία του Ντίλον ως διεστραμμένου δολοφόνου, φτιάχνουν ένα απολαυστικό slasher, το οποίο θα ήταν ακόμη απολαυστικότερο αν ενσωμάτωνε τις ιδέες του στην πλοκή πιο ευρηματικά κι οργανικά, αντί τόσο απλοϊκά κι επιτηδευμένα.

 

 

ΔΥΣΚΟΛΕΣ ΩΡΕΣ ΣΤΟ ΕΛ ΡΟΑΓΙΑΛ

BAD TIMES AT THE EL ROYALE

 

Σκην.: Ντρου Γκόνταρ

Πρωτ.: Τζεφ Μπρίτζες, Σίνθια Ερίβο, Ντακότα Τζόνσον, Τζον Χαμ, Κρις Χέμσγουορθ

Στο ξεχασμένο ξενοδοχείο Ελ Ροαγιάλ φτάνουν τέσσερις νέοι πελάτες, όλοι τους με κρυμμένα μυστικά που σύντομα βγαίνουν στην επιφάνεια και βάζουν σε κίνδυνο τις ζωές των υπολοίπων.

Θρίλερ εγκλήματος μ’ ένα λαμπρό καστ να χαραμίζεται σε μια πλοκή που προετοιμάζει για περισσότερες εκπλήξεις απ’ όσες τελικά προσφέρει, ειδικά εφόσον οι περισσότερες έχουν ήδη αποκαλυφθεί από τα τρέηλερ της ταινίας. Επιπλέον, ο κατά τ’ άλλα ζωηρός ρυθμός ανακόπτεται συχνά από τα πλατειάσματα που προκαλούν οι μακροσκελείς διαλογικές σκηνές για το παρελθόν των χαρακτήρων, οι οποίες τελικά δε συνεισφέρουν όσα θα έπρεπε για να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους και τη μεγάλη διάρκεια της ταινίας.