ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΚΙΜΑΣ OPERATION MINCEMEAT

Κατάσκοποι, εκτελεστές και κάμποσα διαφορετικά σύμπαντα.

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΚΙΜΑΣ

OPERATION MINCEMEAT

Σκην.: Τζον Μάντεν.

Πρωτ.: Κόλιν Φερθ, Μάθιου Μακφάντιεν, Κέλι Μακντόναλντ

  Το πρώτο εξάμηνο του 1943 οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες οργανώνουν την επιχείρηση «Κιμά» με σκοπό να παραπλανήσουν τον Χίτλερ, ώστε ν’ αποσύρει τα στρατεύματά του από τη Σικελία και να την καταλάβουν οι Σύμμαχοι.

Ιστορικό κατασκοπικό δράμα βασισμένο στα πραγματικά γεγονότα, όπως καταγράφονται στο βιβλίο του Μπεν Μάκινταϊρ, «Operation Mincemeat: The True Spy Story that Changed the Course of World War II», που εκδόθηκε το 2010 και στο οποίο έχει προηγουμένως βασιστεί επίσης ομώνυμο ντοκιμαντέρ του BBC.

Παραπλεύρως, η ταινία αναδεικνύει και την καλλιτεχνική πλευρά της επιχείρησης, καθώς στην οργανωτική ομάδα συμμετείχε επίσης ο βρετανός συγγραφέας Ίαν Φλέμινγκ, τον οποίο εδώ υποδύεται ο Τζόνι Φλιν, δημιουργός της λογοτεχνικής σειράς με ήρωα τον Τζέιμς Μποντ. Το σενάριο θέτει την επιχείρηση ως πηγή έμπνευσης πολλών από τα στοιχεία που ο Φλέμινγκ εισήγαγε στα βιβλία του και καθιερώθηκαν κατόπιν στην κινηματογραφική εκδοχή του ήρωά του, όπως η κωδική ονομασία του προϊσταμένου του Μποντ ως Μ και το εργαστήριο του Q με τα ευφάνταστα γκάτζετ.

Κρίνοντας από τη φιλμογραφία του, ο Τζον Μάντεν δεν είναι ακριβώς ο πιο αιχμηρός δημιουργός που θα μπορούσε να βρει αυτή η ιστορία, δεν καταφέρνει δηλαδή ν’ αξιοποιήσει πλήρως την αγωνιώδη δυναμική της πλοκής. Τουλάχιστον όμως αποζημιώνει μ’ αυτό που ξέρει να κάνει καλά, να εκμαιεύει το -ως και συγκινητικό- συναίσθημα των χαρακτήρων του, ειδικά μέσα σε μια ιστορική ατμόσφαιρα όπου η παραδοσιακή βρετανική στωικότητα καλείται να προτάξει το αίσθημα του καθήκοντος έναντι της αισθηματικής ολοκλήρωσης.

 ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΟΛΑ

EVERYTHING EVERYWHERE ALL  AT ONCE

Σκην.: Νταν Κουάν, Ντάνιελ Σάινερτ

Πρωτ.: Μισέλ Γιο, Στέφανι Χσου, Κε Χουί Κουάν, Τζέιμς Χονγκ, Τζέιμι Λη Κέρτις.

Η Έβελιν είναι μια κινεζοαμερικανή ιδιοκτήτρια καταστήματος laundry, που πρέπει να χειριστεί τις εφοριακές υποχρεώσεις της επιχείρησης, τον σύζυγό της που θέλει διαζύγιο, τη λεσβία κόρη της που θέλει να γνωρίσει τη σύντροφό της στον παραδοσιακό παππού της, και τη δική της κρίση ταυτότητας, η οποία την οδηγεί ν’ αμφισβητήσει όσα έχει πετύχει μέχρι τώρα στη ζωή της. Όλα αυτά καθώς ανοίγονται ξαφνικά μπροστά της πολλά διαφορετικά σύμπαντα, που της προσφέρουν πολλές απροσδόκητες δυνατότητες, αλλά και κινδύνους.

Σουρεαλιστική οικογενειακή περιπέτεια που ξεδιπλώνει την πολύ θετική θεματική της για την αυτοπεποίθηση, τη διαφορετικότητα, την αποδοχή, την εμπιστοσύνη στο ένστικτο, μέσα από την κοινότοπη πλέον στο είδος των υπερηρώων σεναριακή ιδέα του πολυσύμπαντος και πολυμήχανη σκηνοθετική εκτέλεση, τόσο πληθωρικές και καταιγιστικές, που αν δεν εντυπωσιάσουν μπορούν να ζαλίσουν κι αν δε συγκινήσουν μπορούν να εκνευρίσουν. Προσωπικά ένιωσα περισσότερο τα δεύτερα, παρά τα πρώτα.

 Η ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥ

 MEMORY

Σκην.: Μάρτιν Κάμπελ.

Πρωτ.: Λίαμ Νίσον, Γκάι Πιρς, Μόνικα Μπελούτσι.

Ένας πληρωμένος εκτελεστής γίνεται ο ίδιος στόχος όταν αρνείται να ολοκληρώσει την τελευταία του αποστολή κι αποφασίζει ν’ αποκαλύψει ένα κύκλωμα παιδεραστίας που καλύπτεται από το πολιτικό σύστημα.

Ταινία δράσης που αποτελεί ριμέικ του «De Zaak Alzheimer» (Έρικ Φαν Λόι, 2003), με τη σειρά του βασισμένου στο ομώνυμο μυθιστόρημα του βέλγου Ζεφ Γέραρτς, που εκδόθηκε το 1985.

Ο νεοζηλανδός Μάρτιν Κάμπελ κάποτε ήταν ένας από τους ικανότερους σκηνοθέτες ταινιών δράσης. Ισορροπώντας υποδειγματικά το θέαμα με το δράμα, αποδείχτηκε ίσως ο καλύτερος σκηνοθέτης που πέρασε ποτέ από τη σειρά των ταινιών του Τζέιμς Μποντ, την οποία ανέστησε σε δύο από τα πιο κομβικά σημεία της ιστορίας της, συστήνοντας με εξαιρετική επιτυχία δύο φορές έναν καινούριο ηθοποιό στον ρόλο, τον Πιρς Μπρόσναν στην «Επιχείρηση Χρυσά Μάτια» («Goldeneye», 1995) και τον Ντάνιελ Κρεγκ στο «Casino Royale» (2006).

Δυστυχώς, έκτοτε ο Κάμπελ δεν έχει καταφέρει να δώσει κάτι εξίσου ενδιαφέρον. Αντιθέτως, κάθε καινούρια του ταινία μοιάζει όλο και περισσότερο σκηνοθετημένη από κάποιον άλλον, λιγότερο ταλαντούχο συνάδελφό του. Εδώ έχει στα χέρια του ένα σενάριο με τρεις πολύ ικανούς πρωταγωνιστές και πρόσφορες παραμέτρους, όπως η κακοποίηση που είχε υποστεί ως παιδί ο ίδιος ο (αντι-)ήρωας κι η σταδιακά αυξανόμενη αμνησία του λόγω οικογενειακού ιστορικού με Αλτσχάιμερ, οι οποίες όμως αξιοποιούνται επιπόλαια κι επιφανειακά. Κατά τ’ άλλα, η πλοκή προβλέψιμη, οι χαρακτήρες αδιάφοροι, η δράση ουσιαστικά ανύπαρκτη, οι ερμηνείες οριακά ευπαρουσίαστες.