ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΑ ΖΩΑ: ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΤΑΜΠΛΝΤΟΡ FANTASTIC BEASTS: THE SECRETS OF DUMBLEDORE

Κινηματογραφή
Μια κινηματογραφική σειρά, που μετά από τρεις ταινίες εξακολουθεί να πορεύεται χωρίς σαφή προσανατολισμό.

ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΑ ΖΩΑ: ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΤΑΜΠΛΝΤΟΡ // FANTASTIC BEASTS: THE SECRETS OF DUMBLEDORE

Σκην.: Ντέιβιντ Γέιτς.

Πρωτ.: Έντι Ρέντμεϊν, Κάθριν Γουότερστον, Τζουντ Λο, Μαντς Μίκελσεν, Έζρα Μίλερ.

Ο νεαρός μάγος Νιούτ Σκαμάντερ μαζί με τους φίλους του και τον μέντορά του, Άλμπους Ντάμπλντορ, αναλαμβάνουν να εμποδίσουν την υφαρπαγή της ηγεσίας των μάγων από τον Γκέλερτ Γκρίντελβαλντ και να σταματήσουν το σχέδιό για την κήρυξη πολέμου ενάντια στους ανθρώπους.

ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΑ ΖΩΑ: ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΤΑΜΠΛΝΤΟΡ FANTASTIC BEASTS: THE SECRETS OF DUMBLEDORE
Ακολουθώντας τα «Φανταστικά Ζώα και πού βρίσκονται» («Fantastic Beasts and Where to Find Them», 2016) και «Φανταστικά Ζώα: τα εγκλήματα του Γκρίντελβαλντ» («Fantastic Beasts: the Crimes of Grindelwald», 2018) πάντα από τον ίδιο σκηνοθέτη, αυτή είναι η τρίτη προσθήκη στη σειρά περιπετειών φαντασίας, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο της Τζέι Κέι Ρόουλινγκ που εκδόθηκε το 2001, ως μέρος του ευρύτερου λογοτεχνικού της σύμπαντος με κεντρικό ήρωα τον νεαρό μάγο Χάρι Πότερ.

Τα «Φανταστικά ζώα» είναι μια πολύ ταλαίπωρη περίπτωση κινηματογραφικής σειράς.

Παρότι συνδέονται μ’ ένα από τα εμπορικότερα κινηματογραφικά (και πολιτισμικά, εδώ που τα λέμε) brands όλων των εποχών, όχι μόνο δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να κεφαλαιοποιήσει αυτή τη σύνδεση, αλλά αντιθέτως μοιάζει να «τρέχει με τις αναθυμιάσεις» των ταινιών του Πότερ, όπως λέει και μια αγγλική έκφραση. Τα προβλήματά της δεν αφορούν μόνο τα γνωστά εξωφιλμικά σκάνδαλα που την υπονομεύουν κατά καιρούς, όπως η κακοποιητική συμπεριφορά του Τζόνι Ντεπ προς την πρώην σύζυγό του, Άμπερ Χερντ, που κόστισε στον ηθοποιό τον ρόλο του ως Γκρίντελβαλντ στη σειρά ή οι τρανσφοβικές δηλώσεις της Τζέι Κέι Ρόουλινγκ.

Αφορούν επίσης μια θεμελιώδη καλλιτεχνική αδυναμία να δημιουργήσει ενδιαφέρον για τις σχέσεις των χαρακτήρων της και σπουδαιότητα στους σεναριακούς της στόχους. Εκτός δηλαδή από την πρώτη ταινία του 2016, η οποία ήταν μια ευφάνταστη και χαριτωμένη εισαγωγή σ’ αυτόν τον νέο κόσμο, που κατέληγε σε μια πολλά υποσχόμενη ανατροπή, οι επόμενες δύο ταινίες δεν έχουν καταφέρει ν’ αντεπεξέλθουν στις προσδοκίες που οι ίδιες δημιουργούν για τους εαυτούς τους, παρά τα υψηλά μέτρα σκηνογραφίας, ενδυματολογίαςκι οπτικών εφέ που εξακολουθούν να διατηρούνται γοητευτικά.

Ακόμα κι η φετινή αντικατάσταση του Τζόνι Ντεπ από τον σπουδαίο Μαντς Μίκελσεν μοιάζει να μένει αναξιοποίητη, αφού η ταινία αποτυγχάνει να δημιουργήσει ατμόσφαιρα αγωνίας και να πείσει για την κρισιμότητα των διακυβευμάτων της, αφού η πλοκή μοιάζει αμήχανη μπροστά στη δυναμική των χαρακτήρων της:  το ερωτικό παρελθόν μεταξύ Ντάμπλντορ και Γκρίντελβαλντ, καθώς και το ευρύτερο σχέδιο του δεύτερου, το τραύμα του Κρίντενς, η μεταστροφή της  Κουίνι, όλα εκτελούνται βιαστικά κι εύκολα, χωρίς σοβαρό αντίκτυπο- ακόμα κι η κλιμάκωση της πλοκής κατά τη διεξαγωγή της εκλογής δε θα μπορούσε να είναι πιο άνευρη κι αδιάφορη.

Ενδεικτική λεπτομέρεια του κενού μυστηρίου της ταινίας αποτελεί το ότι ενώ ο τίτλος μιλάει για κάποια μυστικά του Ντάμπλντορ, η πλοκή δε φανερώνει τίποτα που δεν είναι ήδη γνωστό από τις προηγούμενες ταινίες. Όσο για τις σκηνές δράσης, αυτές είναι ελάχιστες κι αξιοποιούνται περισσότερο κωμικά παρά δραματικά, υπονομεύοντας ακόμη περισσότερο την κρισιμότητα των καταστάσεων.

Ο αρχικός σχεδιασμός της Warner περιλάμβανε πέντε ταινίες, που σημαίνει ότι απομένουν δύο επεισόδια μέχρι το τέλος της σειράς. Ειλικρινά δεν ξέρω τι μένει που δε θα μπορούσε να ειπωθεί σε δύο ή, το πολύ τρεις ταινίες, αλλά ό,τι κι αν είναι, θα πρέπει να είναι κάτι πολύ ευρηματικό, αν πρόκειται

η σειρά ν’ αποκτήσει, έστω κι αργά, κάποιον λόγο ύπαρξης και να κερδίσει το κοινό, που παραμένει αδιάφορο  κρίνοντας από τις εισπρακτικές επιδόσεις της φετινής προσθήκης που ήταν οι χαμηλότερες της σειράς ως τώρα, με 43 εκατομμύρια δολάρια άνοιγμα στις Η.Π.Α. και 193 συνολικά παγκοσμίως.

Χ

Σκην.: Τάι Γουέστ.

Πρωτ.: Μία Γκοθ, Τζίνα Ορτέγκα, Μπρίτανι Σνόου, Κιντ Κούντι.

Στο επαρχιακό Τέξας του 1979 ένα κινηματογραφικό συνεργείο ενοικιάζει ένα σπίτι από ένα ζευγάρι μυστήριων ηλικιωμένων, για να γυρίσει μια ερωτική ταινία. Στην πορεία οι ηλικιωμένοι δικαιώνουν την καχυποψία των επισκεπτών τους με τον χειρότερο τρόπο.

Ταινία τρόμου που αποτίνει έναν μετα-αναφορικό, ατμοσφαιρικό φόρο τιμής σε δύο από τα κινηματογραφικά είδη δεύτερης διαλογής της δεκαετίας του 1970, τον τρόμο και την πορνογραφία. Ωστόσο, με τον τρόπο που εκτελούνται οι διακυμάνσεις της από την ευθεία σοβαρότητα στο σπλάτερ, δεν είμαι σίγουρος για το πόσο είναι σκόπιμες ή τουλάχιστον πόσο λειτουργικές κι ωφέλιμες είναι για τους -μεταξύ άλλων και προοδευτικά πολιτικούς-στόχους της.