Κινηματογραφική εβδομάδα γεμάτη από τη φρεσκάδα της νιότης.
ΝΑ ΜΕ ΦΩΝΑΖΕΙΣ ΜΕ Τ’ ΟΝΟΜΑ ΣΟΥ – CALL ME BY YOUR NAME
Σκην.: Λούκα Γκουαντανίνο.
Πρωτ.: Τίμοθυ Σαλαμέ, Άρμι Χάμερ, Μάικλ Στούλμπαργκ, Αμίρα Κάσαρ.
Το καλοκαίρι του 1983 ο αμερικανός φοιτητής Όλιβερ ταξιδεύει στη Βόρεια Ιταλία για να φιλοξενηθεί στο εξοχικό ενός καθηγητή αρχαιολογίας. Εκεί γνωρίζει τον έφηβο γιό του, Έλιο, με τον οποίο ερωτεύονται.
Αισθηματικό δράμα βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Αντρέ Ασιμάν που κυκλοφόρησε το 2007. Ήταν υποψήφιο για τρεις Χρυσές Σφαίρες και για τέσσερα Όσκαρ, από τα οποία κέρδισε αυτό για τη σεναριακή διασκευή του βιβλίου από τον σπουδαίο Τζέιμς Άιβορι.
Η αγωνία, η σύγχυση, η προσμονή, η εμμονή, το πάθος, η τρυφερότητα κι η αδεξιότητα, το τραύμα του πρώτου -και για την εποχή ‘απαγορευμένου’- έρωτα, μέσα στο αεράκι, την τεμπελιά, τη μεσημεριανή ησυχία, την αφθονία, τον ήλιο, τον ιδρώτα και τη δροσιά του μεσογειακού καλοκαιριού, υπό την διακριτική και συνετή επίβλεψη των στοργικών γονιών. Η απλότητα, η ευαισθησία κι η γαλήνη της ταινίας αποδίδονται ιδανικά μέσα από το τραγούδι «Mystery of Love» του αμερικανού Σούφιαν Στίβενς, σε μια ταινία που συμπληρώνει την άτυπη τριλογία του σκηνοθέτη για την επιθυμία και τον έρωτα, μετά από τα «Είμαι ο έρωτας» («Io Sono L’ Amore», 2009) και «Κάτω από τον ήλιο» («A Bigger Splash», 2015).
LADY BIRD
Σκην.: Γκρέτα Γκέργουιγκ
Πρωτ.: Σίρσα Ρόναν, Λώρι Μέτκαλφ, Τρέισι Λετς, Λούκας Χέτζις, Τίμοθυ Σαλαμέ.
Στο Σακραμέντο του 2002, η Κριστίν είναι μια τελειόφοιτη λυκείου που μόλις ξεκινάει την ερωτική της ζωή με τ’ αγόρια, ενώ παράλληλα προσπαθεί να πραγματοποιήσει τ’ όνειρό της να σπουδάσει στη Νέα Υόρκη, μακριά από τη συγκρουσιακή σχέση με τη μητέρα της.
Νεανική κομεντί που κέρδισε Χρυσές Σφαίρες καλύτερης ταινίας και α’ γυναικείου ρόλου στην κατηγορία Κωμωδία/Μιούζικαλ, ενώ ήταν υποψήφια για πέντε Όσκαρ. Πρόκειται για την πρώτη ατομική σκηνοθετική απόπειρα της 35χρονης Γκέργουιγκ, μετά από το «Nights and Weekends» που είχε σκηνοθετήσει μαζί με τον Τζο Σουάνμπεργκ το 2008 κι αποτελούσε κύριο δείγμα της τάσης ή είδους mumblecore του αμερικανικού ανεξάρτητου κινηματογράφου, που εκτάθηκε χρονικά σε όλη τη δεκαετία του 2000.
Παρενθετικά ίσως αξίζει να σημειωθεί, ότι η τάση περιλάμβανε ταινίες πολύ χαμηλού προϋπολογισμού, με χειροτεχνική, οριακά ερασιτεχνική αισθητική, νατουραλιστικό ερμηνευτικό ύφος και σε μεγάλο βαθμό αυτοσχεδιαστικά σενάρια για εικοσάρηδες και τριαντάρηδες χαρακτήρες σε απλές ιστορίες αισθηματικής και προσωπικής ωριμότητας.
H Γκέργουιγκ είναι η τρίτη δημιουργός με καταβολές από το mumblecore που τα τελευταία χρόνια τροφοδοτεί τα Όσκαρ, μετά από τους περυσινούς νικητές Ντέιμιεν Σαζέλ («La La Land») και Μπάρι Τζένκινς («Moonlight»), οι οποίοι ξεκίνησαν τη μεγάλου μήκους φιλμογραφία τους με τα υποδειγματικά για το είδος «Guy and Madeline on a Park Bench» (2009) και «Medicine for Melancholy» (2008) αντιστοίχως.
Όπως κι άντρες συνάδελφοί της, η Γκέργουιγκ αφήνει το mumblecore για ένα πιο συμπαγές κι “επαγγελματικό” εγχείρημα που είναι το «Lady Bird». Όπως το «Να με φωνάζεις με τ’ όνομά σου» που είδαμε παραπάνω, κι αυτό εδώ πραγματεύεται το πέρασμα στην ενηλικίωση, τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα, τις σχέσεις των παιδιών με τους γονείς και την πρώτη ανάληψη ευθυνών, με κοινή ακόμη και τη σεναριακή λεπτομέρεια της ρινορραγίας ως εκδήλωσης άγχους.
Η Γκέργουιγκ σκηνοθετεί τα κορίτσια της όπως ο Γκουαντανίνο τ’ αγόρια του, με τρυφερότητα, κατανόηση, πραγματισμό και στην προκειμένη περίπτωση με φεμινιστικό δυναμισμό, χωρίς συγκατάβαση και μελοδραματισμό, φτιάχνοντας ένα από τα πιο όμορφα και συγκινητικά πορτρέτα εφηβικής ψυχολογίας κι οικογενειακών σχέσεων που είδαμε πρόσφατα.
ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΣΠΟΥΡΓΙΤΙ – RED SPARROW
Σκην.: Φράνσις Λώρενς
Πρωτ.: Τζένιφερ Λώρενς, Τζόελ Έτζερτον, Μαίρη- Λουίζ Πάρκερ, Σαρλότ Ράμπλινγκ, Ματίας Σόναρτς, Κιάραν Χιντς, Τζέρεμι Άιρονς
Στη σημερινή Ρωσία, η Ντομινίκα είναι η πρίμα μπαλαρίνα των Μπολσόι, ώσπου ένα ατύχημα στη σκηνή την εμποδίζει να συνεχίσει τη λαμπρή καριέρα της. Προκειμένου να εξασφαλίσει την περίθαλψη της άρρωστης μητέρας της, αναγκάζεται να δεχτεί τις επικίνδυνες προτάσεις του θείου της, αξιωματικού στην Υπηρεσία Πληροφοριών.
Κατασκοπική περιπέτεια βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του πρώην πράκτορα της CIA, Τζέισον Μάθιους, το οποίο κυκλοφόρησε το 2013. Ο σκηνοθέτης με την πρωταγωνίστρια συνδέονται όχι μόνο με τη συνωνυμία τους αλλά και τις τρεις τελευταίες από τις τέσσερις ταινίες της σειράς «Hunger Games».
Η δολοπλοκία, το μυστήριο κι οι καλές ερμηνείες του εξαιρετικού καστ, δεν καταφέρνουν να προσδώσουν αρκετή πρωτοτυπία κι αγωνία στην ταινία, η οποία θα μπορούσε να είναι τουλάχιστον πιο σύντομη, αν όχι τόσο άσκοπα κι αναχρονιστικά προπαγανδιστική.