Κινηματογραφή

Μία από τις πιο διασκεδαστικές ταινίες της χρονιάς είναι κι η καλύτερη της εβδομάδας.

 

Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ – BATTLE OF THE SEXES

Σκην.: Τζόναθαν Ντέιτον, Βάλερι Φάρις

Πρωτ.: Στιβ Καρέλ, Έμα Στόουν, Άντρεα Ράισμπορο, Σάρα Σίλβερμαν, Μπιλ Πούλμαν.

Στις Η.Π.Α. του 1973, ο βετεράνος τενίστας Μπόμπι Ριγκς προκαλεί σε αγώνα την πολύ νεότερή του παγκόσμια πρωταθλήτρια Μπίλι Τζιν Κινγκ, προκειμένου ν’ αποδείξει την ανωτερότητα του αντρικού φύλου έναντι του γυναικείου.

Διασκεδαστική κομεντί για τις διαφορές και την ισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα, τον σεβασμό προς τις γυναίκες και τη σεξουαλική διαφορετικότητα, σε μια εποχή που το Χόλιγουντ του σκανδάλου Γουάινστιν αλλά κι ολόκληρος ο κόσμος, χρειάζονται τέτοιες ιστορίες περισσότερο από ποτέ.

Η αληθινή ιστορία της αναμέτρησης των δύο αθλητών ζωντανεύει με σχολαστική και πειστικότατη ανασύσταση της εποχής χάρη στον σχεδιασμό παραγωγής της Τζούντι Μπέκερ και την καλλιτεχνική διεύθυνση του Αλεξάντερ Γουέι. Οι χώροι που διαμορφώνουν γεμίζουν με την ξεκαρδιστική, ευφάνταστη, ανεύθυνη αλαζονεία του Καρέλ και την ήρεμη, συνετή, ελαφρώς φοβισμένη αλλά ανυποχώρητη διεκδικητικότητα της Στόουν.

TAINIA: Ο ΧΙΟΝΑΝΘΡΩΠΟΣ - THE SNOWMAN

Ο ΧΙΟΝΑΝΘΡΩΠΟΣ – THE SNOWMAN

Σκην.: Τόμας Άλφρεντσον

Πρωτ.: Μάικλ Φασμπέντερ, Ρεμπέκα Φέργκιουσον, Κλόι Σεβινύ, Τζέι Κέι Σίμονς.

Όταν γυναίκες αρχίζουν να εξαφανίζονται όλο και συχνότερα στο χιονισμένο Όσλο, ο ντετέκτιβ Χάρι Χόλε μαζί με μια νεαρή συνάδελφό του που μόλις μεταφέρθηκε στο τμήμα του, ξεκινούν να εξιχνιάσουν την υπόθεση.

Αστυνομικό θρίλερ, βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του 57χρονου  νορβηγού Γιου Νέσμπο, που κυκλοφόρησε το 2007. Ο 52χρονος σουηδός σκηνοθέτης Άλφρεντσον εκ των προτέρων έμοιαζε ιδανική επιλογή για το συγκεκριμένο σχέδιο, όχι μόνο λόγω καταγωγής, αλλά επειδή την προηγούμενη φορά που μετέφερε σκανδιναβικό λογοτεχνικό θρίλερ στον κινηματογράφο, μας  έδωσε μία από τις καλύτερες ταινίες στην ιστορία του είδους, με το «Άσε το κακό να μπει» («Låt den rätte komma in», 2008).

Κι ενώ λοιπόν η ταινία είχε όλες τις προδιαγραφές για να γίνει το θρίλερ της χρονιάς, κατέληξε μία από τις μεγάλες απογοητεύσεις της. Ο Άλφρεντσον βεβαίως συνθέτει υποβλητική ατμόσφαιρα, αλλά αποτυγχάνει να δημιουργήσει μια ενδιαφέρουσα κι αγωνιώδη πλοκή, αφού άλλα στοιχεία της είναι προβλέψιμα κι άλλα απλώς άνευρα.

Οι χαμένες ευκαιρίες της πλοκής ενσαρκώνονται νομίζω από τον ίδιο τον Χάλε, ο οποίος μοιάζει απλώς να διατρέχει τα γεγονότα, χωρίς ν’ αντιδρά ουσιαστικά σ’ αυτά. Για έναν χαρακτήρα που φημίζεται για την ιδιορρυθμία του, είναι κρίμα το ότι η πιο ιδιοσυγκρασιακή του πράξη είναι ν’ ακούει μουσική στο πάτωμα. Επίσης, επειδή δεν έχω διαβάσει το βιβλίο δεν ξέρω αν το τέλος είναι πιστό σ’ αυτό, αλλά όπως είναι γυρισμένο μοιάζει απλοϊκό κι οριακά ανόητο.

 

ΕΚΔΙΚΗΤΗΣ – THE FOREIGNER

Σκην.: Μάρτιν Κάμπελ

Πρωτ.: Τζάκι Τσαν, Πιρς Μπρόσναν

Όταν ένας φιλήσυχος κινέζος εστιάτορας χάνει την κόρη του σε τρομοκρατική επίθεση στο Λονδίνο, αρχίζει ν’ αναζητά τους ενόχους για να εκδικηθεί. Η βασικότερη πηγή του είναι ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της Βόρειας Ιρλανδίας, ο οποίος παλιότερα ανήκε στον IRA κι εξακολουθεί να διατηρεί δεσμούς με τρομοκρατικούς πυρήνες.

Δραματική περιπέτεια, βασισμένη στο μυθιστόρημα «The Chinaman» του 61χρονου βρετανού Στίβεν Λέδερ, που εκδόθηκε το 1992. Πρόκειται για τη δεύτερη συνεργασία του Κάμπελ με τον Μπρόσναν, 22 χρόνια αφού ο πρώτος σύστησε τον δεύτερο ως Τζέιμς Μποντ στο «Επιχείρηση Χρυσά Μάτια» («Goldeneye», 1995).

Προσωπικά πιστεύω ότι ο Κάμπελ είναι ένας από τους καλύτερους σκηνοθέτες δράσης, διαθέτοντας μια ιδανική αίσθηση ρυθμού και γνωρίζοντας πώς να ισορροπεί υποδειγματικά τη δράση με το δράμα. Δυστυχώς όμως μοιάζει να έχει χάσει τη φόρμα του, αφού χειρίζεται με αδεξιότητα το επιπόλαιο σενάριο του Ντέιβιντ Μαρκόνι, που ξαφνιάζει με την απροσεξία του.

Μερικοί από τους παραλογισμούς της πλοκής: κάποιος που βάζει μια βόμβα σε κυβερνητικό γραφείο αφήνεται ελεύθερος; Για πολλή ώρα καλούμαστε να ταυτιστούμε με κάποιον ο οποίος κάνει κάτι εντελώς παράλογο, αφού δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο Χένεσι ξέρει κάτι κι η άγνοιά του είναι πειστική, ενώ ο ήρωας της πλοκής δρα εξίσου επικίνδυνα με τους τρομοκράτες. Η πλοκή πληροφορεί τον θεατή καθυστερημένα για τη στρατιωτική εμπειρία του Κουάν, αφήνοντάς τον ν’ απορεί από πού προέρχονται οι δεξιότητές του. Επίσης, γιατί να σκοτωθεί ένας μάρτυρας, ενώ θα μπορούσε να συλληφθεί και ν’ ανακριθεί για περαιτέρω πληροφορίες και πιθανές επόμενες επιθέσεις ή άλλους πυρήνες σαν αυτόν στον οποίον συμμετέχει;

Πάντως είναι ευχάριστο να βλέπει κανείς για αλλαγή τον 64χρονο Μπρόσναν σ’ έναν από τους λίγους ρόλους κακού στην καριέρα του και μάλιστα με τη μητρική του ιρλανδική προφορά, χάρη στη στιβαρή και συγκεκριμένη καθοδήγηση του Κάμπελ. Από τον Τσαν περισσεύει η θλίψη και λείπει η οργή, ενώ παρότι παραμένει πολύ μαχητικός, το επιδέξιο μοντάζ της Άντζελα Καταντσάρο δε μπορεί να κρύψει το ότι ο 63χρονος κινέζος σούπερσταρ έχει μοιραία αποχαιρετήσει για πάντα την εποχή όπου εκτελούσε ο ίδιος τις επικίνδυνες σκηνές του.

 

Η ΜΕΓΑΛΗ ΥΠΟΣΧΕΣΗ – THE PROMISE

Σκην.: Τέρι Τζωρτζ

Πρωτ.: Όσκαρ Άιζακ, Σαρλότ Λε Μπον, Κρίστιαν Μπέιλ.

Στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και καθώς η Οθωμανική Αυτοκρατορία αποσυντίθεται οριστικά, ένας αρμένιος φοιτητής ιατρικής στην Κωνσταντινούπολη προσπαθεί να γλιτώσει τον διωγμό από τους Τούρκους και να μείνει μαζί με την αγαπημένη του, την οποία διεκδικεί επίσης ένας αμερικανός δημοσιογράφος.

Δράμα εποχής για τη γενοκτονία των Αρμενίων, εξίσου απογοητευτικό με το πρόσφατο ίδιου θέματος «Η μαχαιριά» («The Cut», Φατίχ Ακίν, 2014). Η ταινία είναι ιδιαίτερα βασανιστική, όχι λόγω του ευαίσθητου και σημαντικού θέματός της, αλλά εξαιτίας του επιφανειακού, κοινότοπου σεναρίου και της απλοϊκής σκηνοθεσίας, εμποτισμένα με μονότονο “σαπουνοπερατικό” μελοδραματισμό.