ΤΟ ΔΙΠΛΑΝΟ ΔΩΜΑΤΙΟ
THE ROOM NEXT DOOR
Σκηνοθεσία: Πέδρο Αλμοδόβαρ
Πρωταγωνιστούν: Τζουλιάν Μουρ, Τίλντα Σουίντον, Τζον Τορτούρο
Μια γυναίκα με καρκίνο σε τελευταίο στάδιο ζητάει από την πιο κοντινή φίλη της να τη συνοδεύσει σε μια απομονωμένη κατοικία και να της κάνει παρέα μέχρι να πάρει ένα χάπι
ευθανασίας που θα τη λυτρώσει από την ταλαιπωρία της ασθένειάς της.
Δράμα που κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα στο φετινό φεστιβάλ Βενετίας και διασκευάζει το μυθιστόρημα «What Are You Going Through» της αμερικανίδας Σίγκριντ Νούνιεζ, που
εκδόθηκε το 2020.
Απλή, τρυφερή κι εύκολη (κάτι που, ως συνήθως στον Αλμοδόβαρ, σε άλλες στιγμές σημαίνει αβίαστη και σε άλλες απλοϊκή), η ταινία είναι αναπάντεχα κι ευπρόσδεκτα ελαφριά δεδομένου του θέματος που πραγματεύεται. Η αυτοδιάθεση και το δικαίωμα στον αξιοπρεπή κι ανώδυνο θάνατο όπως εξασφαλίζεται από την ευθανασία αντιμετωπίζονται
χωρίς τραγικότητα ή μελοδραματισμό- αντιθέτως, με ορθολογισμό, νηφαλιότητα, ψυχραιμία, αλλά και με θλίψη φυσικά.
Έτσι, από τη μία βρίσκεται το γαλήνιο, αδιόρατα μελαγχολικό παίξιμο των δύο υπέροχων πρωταγωνιστριών, κι από την άλλη η αγάπη του σκηνοθέτη για τη ζωή και τη δημιουργία, όπως περιβάλλουν τις ηρωίδες μέσα από την ανυποχώρητη χαρακτηριστική ζωηρή πολυχρωμία του και την αγάπη του για το ντιζάιν και την αρχιτεκτονική, που τον ωθεί να χρησιμοποιήσει την πανέμορφη κατοικία Casa Szoke, η οποία στην πραγματικότητα δε βρίσκεται στη Νέα Υόρκη, αλλά κοντά στη Μαδρίτη, σχεδιασμένη από το τοπικό γραφείο Aranguren + Gallegos.
ΜΟΝΟΜΑΧΟΣ ΙΙ
GLADIATOR II
Σκηνοθεσία: Ρίντλεϊ Σκοτ
Πρωταγωνιστούν: Πωλ Μέσκαλ, Πέντρο Πασκάλ, Κόνι Νίλσεν, Ντένζελ Ουάσινγκτον
Αφού οι Ρωμαίοι κυριεύουν την πόλη του και σκοτώνουν τη γυναίκα του, ένας πολεμιστής από τη Νουμιδία φτάνει ως σκλάβος στη Ρώμη, όπου αναδεικνύεται ως ατρόμητος και
δημοφιλής μονομάχος, ενώ παράλληλα σχεδιάζει την εκδίκησή του.
Περιπέτεια εποχής που συνεχίζει την πρώτη ταινία του 2000, την οποία είχε επίσης σκηνοθετήσει ο Σκοτ με πρωταγωνιστή τότε τον Ράσελ Κρόου κι η οποία είχε θριαμβεύσει
τόσο στα ταμεία όσο και στα βραβεία, κερδίζοντας πέντε Όσκαρ, μεταξύ των οποίων και καλύτερης ταινίας.
Η φετινή ταινία είναι μία από κάθε άποψη φουσκωμένη εκδοχή της πρώτης: περισσότεροι χαρακτήρες, περισσότερη ίντριγκα, περισσότερες μάχες, περισσότερα εφέ. Εξασφαλίζουν
όλ’ αυτά ένα αναγκαστικά καλύτερο αποτέλεσμα; Όχι.
Το σενάριο είναι πιο γεμάτο, αλλά ταυτόχρονα πιο υπερφίαλο, καθώς μεταξύ άλλων το πρόβλημα με τους τερατώδεις πιθήκους και τους καρχαρίες στο Κολοσσαίο δεν είναι τόσο
η αμφίβολη ζωολογική και ιστορική τους εγκυρότητα, όσο η διαφαινόμενη ανάγκη του Σκοτ να ‘μπουκώσει’ το θέαμα με ό,τι πιο εξεζητημένο μπορούσε να σκεφτεί για χάρη του εύκολου εντυπωσιασμού.
Επίσης, εκτός από την Κόνι Νίλσεν και τον αναγκαστικά περιορισμένο λόγω ηλικίας Ντέρεκ Τζάκομπι, οι υπόλοιπες ερμηνείες μοιάζουν ακατέργαστες, βασισμένες σε ευκολίες και
κλισέ. Παρά το ταλέντο και τη δημοφιλία τους στα social media, ο Μέσκαλ με τον Πασκάλ προσωπικά δε βρήκα ότι διαθέτουν τη βαρύτητα και το εκτόπισμα που απαιτούν οι πρωταγωνιστικοί ρόλοι τους, ενώ θα ταίριαζαν ιδανικά ως υποστηρικτικοί χαρακτήρες.
Ο Ουάσινγκτον από την πλευρά του αφήνεται σ’ ένα επιφανειακό παίξιμο, με εκφράσεις φαινομενικά επιπόλαιες, επιδεικτικές και περιστασιακά αμήχανες.
Όλα τα παραπάνω μπορεί να εξηγούν γιατί προσωπικά δεν τη βρήκα καλύτερη από το πρώτο μέρος, αλλά ως μια ταινία του Σκοτ με την υψηλή αξία παραγωγής που είναι
ταυτισμένη με τον σκηνοθέτη, παραμένει διασκεδαστική, χάρη στις πολυάριθμες υποπλοκές, την πλούσια δράση και την επική της κλίμακα.