Αψηφώντας τη βαρύτητα

WICKED- ΜΕΡΟΣ Ι
WICKED- PART I

Σκηνοθεσία:Τζον Μ. Τσου
Πρωταγωνιστούν: Σίνθια Ερίβο, Αριάνα Γκράντε, Τζόναθαν Μπέιλι, Τζεφ Γκόλντμπλουμ, Μισέλ Γιό

Στη Χώρα του Οζ η Γκλίντα κι η Έλφαμπα είναι συμφοιτήτριες στο πανεπιστήμιο, με το όνειρο κάποτε να συναντήσουν τον ξακουστό Μάγο. Όταν τελικά το καταφέρνουν, αυτό που αντιμετωπίζουν είναι δραματικά διαφορετικό από τις προσδοκίες τους. Μιούζικαλ φαντασίας το οποίο αποτελεί το πρώτο από τα δύο μέρη που διασκευάζουν το ομώνυμο θεατρικό μιούζικαλ του Στίβεν Σουόρτς και της Γουίνι Χόλτσμαν, το οποίοπρωτανέβηκε το 1985, με τη σειρά του βασισμένο στο συνολικό έργο του Λίμαν Φρανκ Μπομ με θέμα τον Μάγο του Οζ και τη θρυλική κινηματογραφική απόδοσή του από τον Βίκτωρ Φλέμινγκ με τη Τζούντι Γκάρλαντ το 1939. Το δεύτερο μέρος έχει ήδη γυριστεί και προγραμματιστεί για τον επόμενο Νοέμβριο.

Ο σκηνοθέτης Τσου είναι έμπειρος στο είδος του μιούζικαλ, με πιο πρόσφατο το παραγνωρισμένο «Σε μια γειτονιά της Νέας Υόρκης» («In the Heights», 2021). Εδώ όμως η απόφασή του να μοιράσει την ιστορία σε δύο μέρη προδίδει εύκολα τη ματαιότητά της, αφού η πλοκή μοιάζει να ‘ξυπνάει’ μόλις στην τελευταία πράξη της, όπου συμβαίνουν οι μεγάλες ανατροπές κι οι χαρακτήρες επιτέλους αποκτούν ουσιαστικό ηθικό βάρος.

Μέχρι να καταλήξουν σ’ αυτό το σημείο, οι ηρωίδες ζωντανεύουν απολαυστικά από τις Ερίβο και Γκράντε, αλλά μοιάζουν να περιφέρονται άσκοπα μέσα σε μια ομολογουμένως εντυπωσιακή φαντασμαγορία σκηνικών, κοστουμιών, χορού και τραγουδιού, που εκτείνεται σαν μια πλατειασμένη εισαγωγή. Εν αναμονή λοιπόν του δεύτερου μέρους για την πιο σημαντική διαμάχη της πλοκής και την ανάδειξη των σημαντικότερων ζητημάτων της, όχι απλώς για τον ρατσισμό, αλλά και για την ψυχολογία του όχλου, τη μεταχείριση της αλήθειας από την εξουσία κ.α.

MARIA
Σκηνοθεσία: Πάμπλο Λαραΐν
Πρωταγωνιστούν: Αντζελίνα Τζολί, Πιερφραντσέσκο Φαβίνο, Άλμπα Ρόρβάχερ, Χαλούκ Μπιλγκινέρ

Στη διάρκεια αυτής που έμελλε να είναι η τελευταία εβδομάδα της ζωής της, η παγκοσμίου φήμης σοπράνο Μαρία Κάλλας στοχάζεται το παρελθόν της και δοκιμάζει μάταια να ξαναβρεί τις φωνητικές της ικανότητες.

Βιογραφικό δράμα, με το οποίο, μετά από το «Jackie» (2016) για τη Τζάκι Κένεντι και το «Spencer» (2021) για την πριγκίπισσα Νταϊάνα, ο χιλιανός σκηνοθέτης Λαραΐν συμπληρώνει μια άτυπη τριλογία βιογραφιών με θέμα διάσημες κι ισχυρές, αλλά ευάλωτες και πληγωμένες γυναίκες. Αν θέλει κανείς να συγκρίνει την προσέγγιση του Λαραΐν, μπορεί να την αντιπαραβάλει με την πιο συμβατική μυθοπλασία «Κάλλας για πάντα» («Callas Forever», Φράνκο Τζεφιρέλι, 2002) με τη Φανί Αρντάν και το διακεκριμένο ντοκιμαντέρ «Maria by Callas» (Τομ Βολφ, 2017).

Ακολουθώντας τον γνώριμο χειρισμό των γυναικείων πορτρέτων του, ο σκηνοθέτης αποδίδει την Κάλας ως μια γυναίκα που ενόχλησε τον πατριαρχικό κόσμο με τον
δυναμισμό, το χάρισμα και την ανεξαρτησία της. Απομονωμένη, μοναχική, θλιμμένη κι εγκλωβισμένη στις -συχνά τραυματικές- αναμνήσεις της, με μοναδική παρηγοριά τον θαυμασμό του κόσμου, τον οποίο επιδιώκει ευθέως. Ο σχεδιασμός της παραγωγής, τα κοστούμια και το μακιγιάζ είναι όλα στο επίπεδο κομψότητας που αρμόζει στη μυθική
φιγούρα της Κάλλας.

Η ερμηνεία της Τζολί είναι το πιο εύθραυστο κι επίφοβο στοιχείο της ταινίας. Χωρίς φυσική οπτική ομοιότητα και χωρίς προσθετικό μακιγιάζ, η ηθοποιός προσάρμοσε την προφορά της και τις κινήσεις της σ’ αυτές της Κάλλας. Ακόμα και τη φωνή της σ’ έναν βαθμό, η οποία ούτως ή άλλως δεν αναμενόταν και δε θα μπορούσε άλλωστε να φτάσει το επίπεδο της Κάλλας, αλλά δουλεύτηκε αρκετά ώστε να ακούγεται πειστική για τα μέτρα μιας φωνής που έχει πια καταρρεύσει- εξάλλου στην ηχητική μπάντα της ταινίας παραμένει συνεχώς μιξαρισμένη με τη φωνή της σοπράνο.

Ωστόσο, όλο αυτό μοιάζει σαν ένα σύνολο από ερμηνευτικές παραμέτρους μόλις και μετά βίας δεμένες μεταξύ τους, σαν έτοιμες να καταρρεύσουν ανά πάσα στιγμή, ισορροπώντας σε μια πολύ λεπτή κλωστή ανάμεσα στη σοβαρότητα και στην παρωδία, καταλήγοντας σε μια άλλοτε συγκινητική κι άλλοτε αμήχανη απεικόνιση.

48 ΩΡΕΣ ΣΤΗΝ ΤΑΪΒΑΝ
WEEKEND IN TAIPEI

Σκηνoθεσία:Τζωρτζ Χουάνγκ
Πρωταγωνιστούν: Λουκ Έβανς, Γκουέι Λουν Μέι, Σουνγκ Κανγκ

Ένας πράκτορας του FBI ταξιδεύει στην Ταϊπέι για να παραλάβει ενοχοποιητικά στοιχεία για έναν ντόπιο μεγαλέμπορο ναρκωτικών. Εκεί ανακαλύπτει ότι ο πληροφοριοδότης του είναι ένας έφηβος, με τη μητέρα του οποίου και δεινή οδηγό είχαν ζήσει έναν μεγάλο έρωτα πριν από δεκαπέντε χρόνια.

Αυτοκινητιστική περιπέτεια με συγγραφέα και παραγωγό τον Λικ Μπεσόν, που με τις ίδιες ιδιότητες δημιούργησε δύο επιτυχημένες κινηματογραφικές σειρές του είδους, τα «Taxi»
(1998, 2000, 2003, 2004, 2007, 2018) και «The Transporter» (2002, 2005, 2008, 2015).

Η ταινία διαθέτει ικανούς πρωταγωνιστές και όλα τα σεναριακά προσόντα για να στήσει ένα διεθνές σύμπαν καταδιώξεων, αλλά αδικείται φοβερά από την πλαδαρή σκηνοθεσία
του Χουάνγκ. Οι σκηνές σωματικής μάχης είναι ευφάνταστες αλλά πότε έντονες (όπως η πρώτη στην κουζίνα του εστιατορίου) και πότε όχι (όπως η τελευταία μπροστά από την οθόνη του κινηματογράφου).

Οι κινηματογραφικές αναφορές είναι υπερβολικά προφανείς κι αδέξιες, και το κυριότερο απ’ όλα, οι καταδιώξεις με τα θεαματικά οχήματα (μια Ferrari 488 Pista Spider κι ένα πρότυπο buggy) είναι τις περισσότερες φορές άνευρες.