Έχει μια θλίψη υποδόρια η γιορτή τ’ Άη Γιαννιού, είναι η ακροτελεύτια ημέρα των γιορτών, η μεθόριος ανάμεσα στη ραστώνη και την ενέργεια, η πρώτη “καθαρή” εργάσιμη που στις πλάτες της κρατά ακόμα το χιόνι που άφησε ο υετός της καλοπέρασης και των ευχών.
Τα φώτα της γιορτής σβήνουν σιγά-σιγά. Αναζητούμε δικαιολογία να τα κρατήσουμε λίγο ακόμα αναμμένα, να παρατείνουμε τεχνητά τη θαλπωρή των γιορτινών βραδιών. Δεν πειράζει, ας είναι αυτό το μόνο που θα φανούμε αμελείς και κανένα δεν θα βλάψουμε. Κυρίως όμως αξίζει να φανούμε αμελείς στην επαναφορά στο ψυχικό μοτίβο που αφήνουμε στην άκρη μέσα στις γιορτές. Να κρατήσουμε όσο περισσότερο γίνεται μακρυά μας τη μιζέρια.
Δεν είναι εύκολο βέβαια αυτό, καθόλου. Είναι οι καταναγκασμοί της δουλειάς και των δουλειών, είναι οι ποικίλες πειθαρχίες της καθημερινότητας, είναι ο φορμαλισμός των ατέλειωτων διαδικασιών της ρουτίνας, στο σπίτι, στην εργασία, στην κοινωνική ζωή. Λιγοστός χρόνος για τον εαυτό, βιασύνη, περισπασμοί και αποσύνδεση από όσα μας δίνουν χαρά. Άρα η μιζέρια έρχεται νομοτελειακά να εγκατασταθεί σαν φίλτρο μπροστά μας.
Πόσο όμως μας αλλάζουν τη διάθεση τα μικρά κι αναπάντεχα που καμιά φορά γλιστρούν μέσα στη μέρα μας και τη χρωματίζουν. Μια χαρωπή και ειλικρινής καλημέρα, ένα ανυπόκριτο χαμόγελο, ένα αγαπημένο τραγούδι στο ραδιόφωνο, λίγο καλό χιούμορ, μια μικρή λιχουδιά, μια τυχαία συνάντηση με φίλιο πρόσωπο… Όλα αυτά για τα οποία αξίζει να αφήνουμε λίγο οξυγόνο στη ζωή μας. Όσο κρατήσουμε σε καταστολή τη μιζέρια, τόσο δίνουμε χώρο στα μικρά που νοστιμεύουν τον καιρό μας…
Ας μείνουν λοιπόν για λίγο ακόμα αναμμένα τα φωτάκια, κρατούν το σκοτάδι μακρυά. Και κυρίως ας μείνουν λίγο παραπάνω αναμμένα μέσα μας. Όχι γιατί έτσι θα τα βλέπουμε όλα ρόδινα… Όχι. Αλλά γιατί έτσι μπορεί να μη τα βλέπουμε όλα μαύρα. Αυτό είναι το ζητούμενο. Δεν είναι εύκολο σίγουρα. Αλλά τίποτα που να έχει σημασία δεν είναι εύκολο τελικά.