Η χθεσινή κοινοβουλευτική μέρα είχε δύο νικητές, αλλά αμφοτέρων η νίκη ήταν πύρρειος. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξέλεξε τον εκλεκτό του, Κώστα Τασούλα, ως επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ο Νίκος Ανδρουλάκης διατήρησε συμβολικά τη θέση του ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης με την υποψηφιότητα του δικού του εκλεκτού, Τάσου Γιαννίτση, να έρχεται δεύτερη σε ψήφους.
Ο μεν Μητσοτάκης όμως πέτυχε ένα ρηχό πολιτικά αποτέλεσμα, γενόμενος κομματάρχης από απόλυτος κυρίαρχος του πολιτικού σκηνικού, ο δε Ανδρουλάκης συνοδεύεται πλέον από μια μόνιμη ένδειξη ευθραυστότητας της θέσης του ΠΑΣΟΚ σε αυτό το σκηνικό. Η λύση συνεπώς της εξίσωσης εκλογής νέου προέδρου βρίσκει και τους δύο σε χαμηλή πτήση.
Ο Κώστας Τασούλας εξελέγη και είναι σαφές ότι θα είναι τυπικά ένας επαρκής, ενδεχομένως και ευχάριστος πρόεδρος. Δεν θα είναι όμως ποτέ ο πρόεδρος που θα ενώσει, που θα εκπροσωπήσει κάτι ευρύτερο και συνολικότερο από την πολιτική παράταξη που τον εξέλεξε. Εθιμικά η χώρα οπισθοδρόμησε ουσιαστικά κατά τριάντα χρόνια.
Μέσα από εσφαλμένες κρίσεις και επιλογές κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης χάθηκε μια ευκαιρία, να έχει η χώρα μας έναν πρόεδρο που θα στέκεται λίγο ψηλότερα από την κομματική διαπάλη. Η υποψηφιότητα του Τάσου Γιαννίτση ήταν εξαιρετική, για μια σειρά από λόγους που παρέλκει να αναλυθούν εδώ.
Στην πραγματικότητα όμως, ο χρονισμός της λήψης των αποφάσεων σε συνδυασμό με την προσωπικότητα Γιαννίτση και τη φυσιογνωμία της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, σχημάτιζε ένα πλαίσιο λίαν ευνοϊκό για μια σύμπραξη κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης στο πρόσωπο. Μόνο θετικά αποτελέσματα θα είχε αυτό, κι ας ήταν πεπεισμένοι κάποιοι στο Μαξίμου ότι θα κόστιζε εσωκομματικά. Τίποτα απολύτως δεν θα κόστιζε…
Αντίστοιχα όμως μπορεί ο ψύχραιμος παρατηρητής να διαγνώσει αστοχίες και από την μεριά της αξιωματικής αντιπολίτευσης… Μια ακολουθία αλληλοαναιρούμενων τακτικών κινήσεων που ουσιαστικά ναρκοθέτησε τις δυνατότητες εκδήλωσης μιας συναινετικής κίνησης. Δεν γίνεται να επενδύεις στη χασματική διαφορά από τον Μητσοτάκη και ταυτόχρονα να τον εγκαλείς, γιατί δεν στέργει να συμπράξει σε πρόσωπο κοινής αποδοχής -τη στιγμή μάλιστα που, θεωρητικά τουλάχιστον, το μείζον πολιτικό του πρόβλημα είναι η διαρροή προς τα δεξιά.
Κοινώς, για όλες τις “συστημικές”, δηλαδή τις πραγματικά υπεύθυνες πολιτικές δυνάμεις δεν γίνεται να διεκδικούν να έχουν “και την πίτα ολόκληρη, και τον σκύλο χορτάτο”. Αν κυνηγάς το απόλυτο, στο τέλος χάνεις το εφικτό. Και το χειρότερο είναι ότι το κομμάτι της πίτας που λείπει, το χάνουμε όλοι μαζί. Όπως χάσαμε την ευκαιρία και για έναν ενωτικό Πρόεδρο της Δημοκρατίας.