ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ισίδωρος Ντογιάκος

Εκτενή κριτική στον Τύπο άσκησε ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ισίδωρος Ντογιάκος κατά τον χαιρετισμό του στη Γενική Συνέλευση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος. Ο ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός αναφέρθηκε στον Τύπο και τους εκδότες εφημερίδων, στα σχόλια που γίνονται για τη Δικαιοσύνη, αλλά και στην υπό εξέλιξη υπόθεση της πρώην αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Εύας Καϊλή.

Αναλυτικότερα, ο κ. Ντογιάκος, μεταξύ των άλλων, ανέφερε:

«Αυτές τις μέρες παρακολουθούμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και εντυπωσιασμό τις ενέργειες των αρμόδιων δικαστικών και αστυνομικών αρχών του Βελγίου στην υπόθεση της Ελληνίδας ευρωβουλευτού και αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Οι ανακριτικές πράξεις των Αρχών αυτών χαρακτηρίστηκαν αστραπιαίες και πράγματι είναι. Σύμφωνα, όμως, με δημοσιεύματα του βελγικού αλλά και του λοιπού ευρωπαϊκού Τύπου η υπόθεση αυτή δεν οργανώθηκε, δεν εκτυλίχθηκε ούτε ολοκληρώθηκε μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα, αλλά δουλεύτηκε από τον προηγούμενο χρόνο και συγκεκριμένα από τον Ιούλιο του έτους 2021 από τις αρμόδιες Αρχές, μεθοδικά και με απόλυτη μυστικότητα σε συνεργασία μάλιστα με μυστικές υπηρεσίες και άλλων πέντε ευρωπαϊκών χωρών, όπως γράφτηκε.

Είναι βέβαιο ότι αν μελετήσουμε σωστά και ψύχραιμα αυτά τα γεγονότα, ασφαλώς και θα αντλήσουμε πολύτιμα και χρήσιμα συμπεράσματα για τον τρόπο και τη μέθοδο των ξένων δικαστικών Αρχών. Και δεν μπαίνω στον πειρασμό να σχολιάσω τις δηλώσεις του Βέλγου εισαγγελέα που χειρίζεται την υπόθεση, μιας χώρας που δεν κατηγορείται για δημοκρατικό έλλειμμα. Τι δήλωσε; “Χωρίς τις υποκλοπές δεν αντιμετωπίζεται το έγκλημα”» ανέφερε…

 

Για κάντε κανέναν έλεγχο!

…Αλλά το σημαντικό είναι αυτό που ανέφερε για την ανάγκη να ελεγχθούν… φορολογικά!

«Δεν είναι ανεκτές οι συμπεριφορές κάποιων άλλων, κατά κανόνα εκτός Δικαιοσύνης, που δήθεν κόπτονται για το καλό της. Σε κάθε ευκαιρία και με κάθε ευκολία τη συκοφαντούν και την κατακρεουργούν με οποιονδήποτε τρόπο και μέσο. Δεν είναι δυνατόν μια μερίδα του Τύπου, εκμεταλλευόμενη έναν ουσιαστικά πλήρως αναποτελεσματικό νόμο περί Τύπου, να στρέφεται και να βυσσοδομεί όποιον κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του δεν ενεργεί σύμφωνα με τις επιθυμίες της, τις υποδείξεις της ακόμα και τις επιταγές της.

Δεν είναι άξιοι κάποιοι να φέρουν τον κάποτε άκρως τιμητικό τίτλο και ιδιότητα του εκδότη εφημερίδων ή περιοδικών. Κρατούν για τον εαυτό τους και μόνο ως επτασφράγιστο μυστικό το οικονομικό τους υπόβαθρο με βάση το οποίο έγιναν εκδότες. Στην πράξη υποβαθμίζουν την ιδιότητά τους αυτή και την ευτελίζουν υπογράφοντας ψευδή και συκοφαντικά δημοσιεύματα με χυδαίο περιεχόμενο και λεξιλόγιο. Ίσως, όμως, ένας εκτεταμένος φορολογικός έλεγχος σε αυτούς τους ολίγους θα αποκαλύψει πολλά και ενδιαφέροντα σχετικά με τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες.

Δεν είναι δυνατόν να χλευάζουν και να απαξιώνουν δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς συγκρίνοντας αυτούς με δικαστές και εισαγγελείς χωρών του εξωτερικού με διαφορετικά δικονομικά συστήματα έναντι των οποίων, κατά τη γνώμη τους, υπολείπονται κατά πολύ των ξένων. Για να έχουν όμως αυτό το ηθικό δικαίωμα πρέπει προηγουμένως να μεταβούν οι ίδιοι στις χώρες που φαντάζονται ότι λειτουργούν τέλεια δικαστικά συστήματα για να δοκιμάσουν εκεί τις δυνάμεις τους και να συγκριθούν και εκείνοι με τους εκεί συναδέλφους τους. Μετά ας έρθουν να μας πουν τα αποτελέσματα».