Μέτρησε πολλά χιλιόμετρα στην πορεία του και κατάφερε να γίνει το παιδί θαύμα του ελληνικού κινηματογράφου. Ο λόγος για τον Τάκη Γκιόκα ο οποίος έχει συνυπάρξει στα πλατό με διάσημους ηθοποιούς της πρώτης γραμμής του παλιού ελληνικού κινηματογράφου.
Ο ίδιος αποφάσισε να ακολουθήσει μία τελείως διαφορετική πορεία παρά το γεγονός πως έπαιξε σε περίπου 20 ταινίες – αριστουργήματα της χρυσής εποχής του ελληνικού σινεμά.
Η εξομολόγηση του Τάκη Γκιόκα σε παλαιότερη συνέντευξη σχετικά με την υποκριτική: «Στον χώρο βρέθηκα μέσω των γονιών μου, συγκεκριμένα από τη μητέρα μου, που διατηρούσε τότε ένα από τα σωματεία κομπάρσων. Από μωρό σχεδόν με έπαιρνε μαζί στο γραφείο της, αλλά και στα γυρίσματα των ταινιών, που πολλές φορές τόσο η ίδια όσο και ο πατέρας μου συμμετείχαν ως κομπάρσοι. Λόγω της εμφάνισής μου (ήμουν ένα ξανθό και χαριτωμένο παιδάκι) μάλλον πρόσεξαν ότι “έγραφα” καλά στην κάμερα και με ζήτησαν σε μια ταινία. Πρέπει να ήταν το 1964 για την ταινία “Αλύγιστη στη ζωή”.
Ο Γκιόκας συνεχίζοντας την αφήγησή του είπε: «Για μένα σαν παιδί ήταν ένας παράξενος και ενδιαφέρον χώρος, ακόμα και πίσω από τις κάμερες παρατηρώντας τα ντεκόρ στο στούντιο και τόσα άλλα πράγματα. Ωστόσο, παρά την προβολή και τη θετική αποδοχή από το περιβάλλον μου, οικογενειακό, φιλικό, στο σχολείο κ.λπ., δεν ήταν αρκετό σαν κίνητρο για ν’ αποφασίσω να γίνω επαγγελματίας ηθοποιός. Σίγουρα έπαιξαν αρνητικό ρόλο και οι δυσκολίες που έβλεπα να αντιμετωπίζει η μητέρα μου στον χώρο.
Όμως, το σημαντικότερο είναι ότι από μικρή ηλικία με ενδιέφεραν ιδιαιτέρως η τεχνολογία και οι επιστήμες, κάτι το οποίο και ακολούθησα αργότερα. τα χρόνια που πέρασαν είχα συμμετοχή σε καμιά εικοσαριά ταινίες έως τα 11 μου χρόνια και σε μερικές τηλεοπτικές σειρές. Μετά αποφάσισα ν’ αλλάξω δρόμο, είχα μεγαλώσει κιόλας, ο κινηματογράφος άρχισε σιγά σιγά να δίνει τη θέση του στην τηλεόραση, οπότε σταμάτησα. Πάντως, ήταν όμορφη εποχή και έχω γλυκές αναμνήσεις από τότε, αν και αμυδρές, άλλωστε έχουν περάσει πολλά χρόνια…».