Ποιος έχει χωρίσει έστω και μια φορά στη ζωή του και δεν έχει βάλει στη διαπασών για καμιά εκατοστή, σερί φορές το «Για να σε εκδικηθώ»;
Πόσοι δεν έκαναν εικόνα τον εαυτό τους να πρωταγωνιστεί σε ένα καρέ όπου το τραγούδι ακούγεται στο τέρμα ενώ αυτοί εκσφενδονίζουν στα σκουπίδια αρκουδάκια, δώρα και κάρτες;
Η ερώτηση είναι ρητορική. Αυτό που ίσως όμως λίγοι γνωρίζουν είναι η ενδιαφέρουσα ιστορία της «χρυσής» αυτής επιτυχίας. Του καλύτερου, ίσως, ελληνικού ντουέτου…
Η ιστορία του τραγουδιού ξεκινάει το 1988 όταν ο Λάκης Παπαδόπουλος, γνωστός πια στο πανελλήνιο ως «Ο Λάκης με τα ψηλά ρεβέρ» ετοιμάζεται να ηχογραφήσει τον πέμπτο του προσωπικό δίσκο με τίτλο «Έλα γοριΛάκη».
Όταν φτάνει η ώρα να ερμηνεύσει το «Για να σε εκδικηθώ» σε στίχους Κυριάκου Ντούμου το κάνει μόνος του αλλά κάτι στο αποτέλεσμα δεν τον ικανοποιεί 100%.
Εκείνη την περίοδο, γείτονας του είναι ο ήδη διάσημος Δημήτρης Μητροπάνος και ο Λάκης προτείνει στον τελευταίο να ερμηνεύσει το κομμάτι.
Μάλιστα, εκτός από γείτονες, οι δύο καλλιτέχνες «μοιράζονται» και τον ίδιο παραγωγό, τον Ηλία Μπενέτο.
Και μπορεί ως τότε ο Μητροπάνος να βρίσκεται σε εντελώς διαφορετικά μουσικά μονοπάτια και να «σέρνει» επιτυχίες τελείως διαφορετικού στυλ («Σ’ αγαπώ σαν αμαρτία», «Τι το θες το κουταλάκι» κτλ) παρ’ όλα αυτά, ο πάντα ανατρεπτικός Λάκης πιστεύει ότι ο Μητροπάνος θα απογειώσει το τραγούδι. Ο Λάκης δίνει στον «Μήτσο» το demo του τραγουδιού και περιμένει την απάντηση του μεγάλου λαϊκού βάρδου. Είκοσι μέρες αργότερα, ο Μητροπάνος αποδέχεται την πρόσκληση αλλά σεμνός καθώς ήταν πάντα προτείνει στον φίλο του τον Λάκη να συνερμηνεύσουν το τραγούδι.
Και έτσι, ο Λάκης κόβει και μοιράζει το τραγούδι σε φέτες, ρυθμίζει τις εναλλαγές και τις πάσες και κάπως έτσι βρίσκει το δρόμο του ένα από τα πιο αγαπημένα και κλασικά πια, ντουέτα της σύγχρονης ελληνικής ροκ/έντεχνης μουσικής με το (ωραίο) παράδοξο να τραγουδιέται κατά το ήμισυ από μια φωνή- βαρύ λαϊκό μέταλλο.
Όπως είχε αφηγηθεί ο ίδιος ο Λάκης σε μια συνέντευξη του (mixgrill.gr – 18/10/2012): «Είχα γυρίσει ένα βράδυ από μια συναυλία και είδα αυτό το στίχο. Έκανα δύο versions ένα ροκάκι και μια μπαλάντα και κράτησα την μπαλάντα. Μετά όταν βρέθηκα με το Μητροπάνο, συμπτωματικά, μου ήρθε στο μυαλό να το πούμε παρέα για να βγει και καλύτερο. Και το απογείωσε. Και ιδιαίτερα εκεί, στο “χρώμα που μισούσες” το απογείωσε το τραγούδι».
Στην ουσία, το τραγούδι σημάδεψε και την ίδια την πορεία του Μητροπάνου ο οποίος 12 χρόνια μετά την αρχή της καριέρας του το 1976, τραγουδούσε μόνο εμπορικά λαϊκά και ελαφρολαϊκά τραγούδια. Και παρ’ ό,τι το «Για να σε εκδικηθώ» είναι αυτό που είναι, αυτό για το οποίο το αγαπήσαμε όλοι. Ένα ωραίο και απλό ροκ τραγούδι δηλαδή που φλερτάρει έντονα με την ταμπέλα του «καψουροτράγουδου», ο Μητροπάνος έκανε μέσα από αυτό, ένα μεγάλο, επόμενο βήμα σε άλλα μουσικά μονοπάτια στη διαδρομή του, όπως για παράδειγμα την κορυφαία συνεργασία του με τον Θάνο Μικρούτσικο για τον δίσκο «Στου Αιώνα την Παράγκα».
Μουσική: Λάκης Παπαδόπουλος – Στίχοι: Κυριάκος Ντούμος
Για να σε εκδικηθώ
σου σκίζω τις φωτογραφίες
κι εσύ όπως και εγώ
κομμάτια στις γωνιές και στις πλατείες
τα γράμματά σου καίω
μέσα στον πυρετό μου
και σβήνω το όνομά σου
μαζί με το δικό μου
Για να σε εκδικηθώ
πετάω ενθύμια και δώρα
κι εσύ όπως και εγώ
θρύψαλα και σκουπίδια τώρα
τις ζωγραφιές σου σκίζω
τα πόστερ που αγαπούσες
και βάφω τις κουρτίνες
στο χρώμα που μισούσες
Για να γιατρέψω τις ατέλειωτες πληγές
αφού δεν βγήκες από μέσα μου ποτέ
Για να γιατρέψω τις ατέλειωτες πληγές
αφού δεν βγήκες από μέσα μου ποτέ
Για να σε εκδικηθώ
πετάω ενθύμια και δώρα
κι εσύ όπως και εγώ
θρύψαλα και σκουπίδια τώρα
τις ζωγραφιές σου σκίζω
τα πόστερ που αγαπούσες
και βάφω τις κουρτίνες
στο χρώμα που μισούσες
Για να γιατρέψω τις ατέλειωτες πληγές
αφού δεν βγήκες από μέσα μου ποτέ
Για να γιατρέψω τις ατέλειωτες πληγές
αφού δεν βγήκες από μέσα μου ποτέ