«Έφαγε τον αγλέουρα», «ας πάει και το παλιάμπελο» και… τα κουμπιά της Αλέξαινας – Πώς και από πού προήλθαν οι πασίγνωστες φράσεις

Υπάρχουν φράσεις που χρησιμοποιούνται στον προφορικό ή τον γραπτό λόγο κι έχουν ιστορία αιώνων. Τις γνωρίζουμε σχεδόν όλοι, αγνοούμε όμως την προέλευση και την ιστορία τους. Αν κι έχουν σχέση με τις παροιμίες, δεν ταυτίζονται με αυτές. Οι παροιμίες είναι λαϊκές φράσεις, που με λίγα λόγια εκφράζουν μια σημαντική αλήθεια η οποία εκφράζεται αλληγορικά, δηλαδή με λόγια που έχουν άλλο νόημα από εκείνο που λέμε. Οι δημιουργοί τους είναι άγνωστοι.

Αντίθετα, οι παροιμιώδεις (εκ)φράσεις ειπώθηκαν συνήθως από έναν άνθρωπο ή προήλθαν από κάποιο γεγονός σε ορισμένο τόπο και χρόνο. Έτσι υπάρχουν παροιμιώδεις (εκ)φράσεις από την Ιστορία, τη Λογοτεχνία, τα εκκλησιαστικά βιβλία κ.λπ. Κάποιες από αυτές τις ακούμε ή και τις λέμε χωρίς πάντα να ξέρουμε τι σημαίνουν και από πού προέρχονται. Τέλος, υπάρχουν και λέξεις παροιμιώδεις (μπουντρούμι, κουμπούρας), που όμως θεωρούνται κι αυτές παροιμιώδεις εκφράσεις. Ας δούμε μερικές από τις γνωστότερες παροιμιώδεις (εκ)φράσεις.

Η φράση «έφαγε τον αγλέουρα» είναι συνώνυμη με τις φράσεις «έφαγε το καταπέτασμα» ή «έφαγε τον άμπακο» δηλαδή έφαγε πάρα πολύ. Τι είναι όμως ο αγλέουρας; Πρόκειται για φυτό γνωστό και με το όνομα ελλέβορος. Το φυτό έχει παράξενες ιδιότητες. Όταν το μυρίσει κάποιος παθαίνει ναυτία. Η γεύση του είναι πικρή και στυφή. Χρησιμοποιείται για θεραπευτικούς σκοπούς, ωστόσο προκαλεί δυσφορία σε όσους το χρησιμοποιούν και γενικά είναι δύσκολο στη χρήση του.

Η δυσφορία αυτή περιγράφεται με τη φράση «έφαγε τον αγλέουρα». Σταδιακά, η φράση απέκτησε και τη σημερινή σημασία. Σήμερα ο αγλέουρας (ή ελλέβορος) χρησιμοποιείται σπάνια. Κυρίως για δερματικές παθήσεις, επιληψία, μελαγχολία αλλά και για καταστάσεις παραφροσύνης. Την τελευταία χρήση του την είχαν παρατηρήσει οι αρχαίοι. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι ο μάντης Μελάμπους παρατήρησε ότι οι κατσίκες που έτρωγαν ελλέβορο γίνονταν πολύ ήσυχες!


Ελλέβορος από τον Χορτιάτη Θεσσαλονίκης

Μια άλλη πασίγνωστη παροιμιώδης έκφραση είναι το «ας πάει και το παλιάμπελο» που σημαίνει «χαλάλι τα έξοδα, φτάνει να είναι για καλό ή να περάσω καλά». Η έκφραση αυτή έχει ιστορία 180 ετών περίπου. Το 1840-41 υπήρχε στην Αθήνα το θέατρο Μπούκουρα. Κάποτε εμφανίστηκε εκεί η περίφημη, τότε, Ιταλίδα αοιδός Ρίτα Μπάσο που ξεσήκωσε με τις εμφανίσεις της όλους τους θεατές. Τα μπροστινά καθίσματα προορίζονταν για τους αριστοκράτες οι οποίοι έριχναν λουλούδια στη Ρίτα Μπάσο την ώρα της παράστασης και της προσέφεραν πανάκριβα κοσμήματα, μετά από αυτή.

Κάποια στιγμή από τα πίσω καθίσματα του θεάτρου ακούστηκε μια φωνή: «Για σένα κυρά μου… ας πάει και το παλιάμπελο». Ήταν η φωνή ενός κτηματία της Αττικής ο οποίος για τα κάλλη της Ρίτας Μπάσο θυσίασε ένα από τα αμπέλια του. Η φράση αυτή έκανε τον γύρο της Αθήνας και σύντομα έμεινε στην ιστορία.


Rita Basso

Η Ρίτα Μπάσο παραλίγο να γίνει αιτία και διπλωματικού επεισοδίου! Ο Βρετανός πρεσβευτής Λάιον οργάνωσε χορευτική βραδιά για να τιμήσει την Ιταλίδα καλλιτέχνιδα και δεν κάλεσε τον τότε Δήμαρχο της Αθήνας Καλλιφρονά. Εξοργισμένος αυτός έδωσε εντολή στην υπηρεσία απορριμμάτων του Δήμου να μην μαζέψει τα σκουπίδια της πρεσβείας!

Η φράση «κάθε κατεργάρης στον πάγκο του» δεν έχει καμία σχέση με την έννοια της λέξης κατεργάρης που γνωρίζουμε σήμερα. Στο μακρινό παρελθόν, οι μηχανές ήταν άγνωστες για τα πλοία. Τα πλεούμενα ταξίδευαν με πανιά ή με κουπιά. Τα πληρώματα των κουρσάρικων καραβιών αποτελούνταν από κατάδικους, ανθρώπους των κατέργων. Αυτοί ήταν οι κατεργάρηδες.

Όταν έπεφτε ο αέρας και το πλοίο έπρεπε να κινηθεί, ο καπετάνιος ή άλλος αξιωματούχος έδινε εντολή στους κατεργάρηδες να σταματήσουν να είναι χαλαροί φωνάζοντας: «Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του». Ήταν διαταγή να καθίσουν πάλι στους μεγάλους ξύλινους πάγκους και ν’ αρχίσουν να κωπηλατούν. Την εποχή εκείνη υπήρχαν επίσης πλοία που ονομάζονταν «κάτεργα» (πλεούμενες φυλακές). Το πλήρωμα των καραβιών αυτών λεγόταν κατεργάρηδες.


Κωπήλατη μαλτέζικη γαλέρα του 16ου αιώνα

Τέλος, η φράση «τα κουμπιά της Αλέξαινας» χρησιμοποιείται όταν αντιμετωπίζουμε κάποια δυσχέρεια. Πώς προέκυψε όμως η φράση αυτή; Το 1205 οι Φράγκοι κατέλαβαν τον Ισθμό. Τον Ακροκόρινθο κατείχε τότε ο Λέων Σγουρός ο οποίος κατάφερε να τους νικήσει. Οι Φράγκοι επέστρεψαν όμως το 1208. Ο Λέων Σγουρός έκανε ηρωικές εξόδους και κάποια φορά κατέλαβε την Κόρινθο. Σύζυγός του ήταν η κόρη του αυτοκράτορα Αλέξιου Γ’ που ο κόσμος την αποκαλούσε «Αλέξαινα», έτσι μάλιστα αναφέρεται και σε κάποια έγγραφα της εποχής. Για να βοηθήσει τον σύζυγό της έχτισε με δικά της χρήματα μερικές πολεμίστρες στον Ακροκόρινθο.

Ο λαός τις αποκαλούσε «κομβίες» από το γαλλικό «combat» που σημαίνει «αγώνας, μάχη». Κατά τη διάρκεια της δεύτερης και τελευταίας πολιορκίας του Ακροκόρινθου, ο λαός βλέποντας ότι οι Φράγκοι δεν μπορούσαν να καταλάβουν το φρούριο έλεγε «οι κομβίες της Αλέξαινας βαστάνε ακόμα». Με το πέρασμα των χρόνων, η φράση έγινε «τα κουμπιά της Αλέξαινας» και απέκτησε τη σημασία που έχει ως σήμερα. Τελικά, οι Φράγκοι κατέλαβαν την Πελοπόννησο και ο Λέων Σγουρός για να μην αιχμαλωτιστεί έπεσε έφιππος από τον Ακροκόρινθο και αυτοκτόνησε. Το φρούριο του Ακροκόρινθου έπεσε τελικά στα χέρια των Φράγκων το 1209.


Ακροκόρινθος

Πηγή: Τάκης Νατσούλης, “ΛΕΞΕΙΣ ΚΑΙ ΦΡΑΣΕΙΣ ΠΑΡΟΙΜΙΩΔΕΙΣ”, 12η ΕΚΔΟΣΗ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΣΤΕΡΑΣ 2007.

ΠΗΓΗ: protothema.gr