Το λαμπερό υλικό που στις Αρχάνες ήταν περισσότερο κι απ’ την Κνωσό

Ένα ξεχωριστό στοιχείο έρχεται να προστεθεί  στα νέα, εντυπωσιακά ευρήματα   για την κατασκευή και την αρχιτεκτονική του μινωικού ανακτόρου των Αρχανών  που έφερε στο φως η φετινή ανασκαφή της Αρχαιολογικής Εταιρείας υπό την διεύθυνση της δρος Έφης Σαπουνά-Σακελλαράκη.

Πρόκειται για τη χρήση κατά την κατασκευή του ενός λαμπερού υλικού, του γυψόλιθου, γνωστού από την Φαιστό και την Κνωσό, μόνο που στις Αρχάνες, είχε χρησιμοποιηθεί καθ’ υπερβολήν. Σε παραστάδες, πολύθυρα και αλλού, οδηγώντας στην εικόνα ενός «λαμπερού» κτιρίου.

Σημαντική ήταν και η αποκάλυψη του πολύθυρου του ανακτόρου, το οποίο μαζί με το δίθυρο -που επίσης αποκαλύφθηκε- από γυψόλιθο και έναν κεντρικό κίονα συγκροτούν το τμήμα ενός «Minoan Hall», σημαντικού στοιχείου της πολυτελούς (elite) μινωικής αρχιτεκτονικής.

Τα στοιχεία της πυρκαγιάς

Ένα ακόμη νέο στοιχείο είναι ο εντοπισμός του σημείου από όπου είχε αρχίσει η πυρκαγιά, η οποία κατέκαψε το τμήμα αυτό του ανακτόρου στη Μινωική εποχή. Όπως είχε διαπιστωθεί στις παλαιότερες ανασκαφές του 1999 /2000 όλο το βόρειο τμήμα του (δωμάτια 30-33) είχε καταστραφεί από ισχυρή πυρκαγιά, αντίθετα με το λοιπό προς νότια και δυτικά, το οποίο και ανασκάφηκε τότε.

Στον χώρο 33 μάλιστα, που δεν ήταν αποθηκευτικός είχαν βρεθεί, συγκεντρωμένα όλα μαζί περί τα 20 μεγάλα πιθάρια που περιείχαν κρασί, λάδι, ακόμη και υφάσματα, όπως επίσης ιδιαίτερα αγγεία για άρωμα αλλά και ένας αιγυπτιακός σκαραβαίος. Είναι γεγονός όμως, όπως αποφάνθηκε και η Πυροσβεστική Υπηρεσία, η οποία είχε κληθεί για να δώσει τη γνώμη της με βάση τα ευρήματα, ότι η μινωική πυρκαγιά θα πρέπει να είχε φθάσει στους 1000 βαθμούς.

Από την ανασκαφή του 2023 φάνηκε, ότι η φωτιά, προήλθε από ένα χώρο ανωτέρου ορόφου. Το παχύ στρώμα στάχτης και καμένου ξύλου, που βρέθηκε κυρίως στο ΒΑ. τμήμα και έφθασε μέχρι το δάπεδο είναι πιθανότατα το σημείο από το οποίο εξαπλώθηκε η φωτιά.

Στη γωνία αυτή του ανασκαφέντος χώρου, θα υπήρχε ιερό, όπως δείχνουν τα λίγα διασωθέντα θραύσματα από λίθινα αγγεία: ένα από ορεία κρύσταλλο, ένα από γκρίζο/λευκόλιθο, ένα από εγχάρακτο στεατίτη, καθώς και τμήματα οψιανού. Πρέπει να σημειωθεί, ότι ο οψιανός δεν είναι σύνηθες εργαλείο στην εποχή αυτή (ΥΜΙ περίοδο, περί το 1600 π. Χ.). Το πλήθος των οψιανών επομένως, που βρίσκεται εδώ έχει μάλλον τελετουργικό/ μαγικό χαρακτήρα.

Στο ιερό

Στο ιερό έχουν βρεθεί ακόμη, τμήματα από μικροσκοπικά δείγματα μεγάλων αγγείων, όπως π.χ. από χύτρες, που είναι αφιερωματικά. Ένα ακόμη τελετουργικό εύρημα ήταν ένας θαλάσσιος τρίτωνας, που αποτελούσε όργανο επίκλησης της θεότητας, όπως γνωρίζουμε από σφραγίδα που έχει βρεθεί στο Ιδαίον Άντρο. Θαλάσσια βότσαλα μεγαλύτερου μεγέθους, που συμβολίζουν την θαλάσσια υπόσταση της θεότητας και τη χρήση τους γνωρίζουμε από την Κνωσό, βρέθηκαν λίγο μακρύτερα (χώρος 37).

Τα βότσαλα αυτά συλλέχθηκαν διασπαρμένα κοντά σε έναν εξαίρετο σφραγιδόλιθο από αχάτη με παράσταση ψαριού, που βρέθηκε στον διπλανό χώρο (34). Το ιερό, όπως συμβαίνει συχνά, δεν χρησιμοποιήθηκε ξανά στα μινωικά χρόνια.

Ένα τμήμα χάλκινης πόρπης και το πόδι μιας μυκηναϊκής κύλικας βρέθηκαν στα ανώτερα στρώματα, μαζί με ένα νόμισμα δόγη της Βενετίας, καθώς και ένα αμερικανικό νόμισμα του 1963. Τέλος και άλλα τμήματα κωνικών κυπέλλων, μαζί με αρχαιότερα «egg cups» (μικρά αγγεία) δείχνουν την διαταραχή των στρωμάτων ως τεκμήρια παράνομης «ανασκαφής» στο χώρο του ανακτόρου από τους ιδιοκτήτες της οικίας, που βρισκόταν πάνω από αυτό.

Οι τοιχογραφίες

Οι όροφοι του κτηρίου ήταν εξαιρετικά επιμελημένοι με βοτσαλωτά δάπεδα (1ος όροφος), μωσαϊκό από μικρούς σχιστόλιθους, πλάκες σχιστόλιθου με περιθώρια από λεπτές ταινίες κονιάματος αλλά και πλάκες από πηλό σε έναν χώρο.

Στο ισόγειο υπήρχαν πλάκες από λαξευμένους πωρόλιθους. Οι τοίχοι, που διατηρήθηκαν σε ύψος 2 μέτρων είχαν λεπτό επίχρισμα. Θραύσματα λεπτότεχνων κονιαμάτων (κόκκινα, γαλάζια και μαύρα) δείχνουν ότι φέρουν τοιχογραφίες, οι οποίες λόγω έλλειψης χρόνου θα αφαιρεθούν με προσοχή αργότερα. Ένα παράθυρο εξάλλου, συνδέει τον χώρο 37 με τον χώρο 33.

Πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία αποτελούν επίσης: Οι πλινθότοιχοι, που βρέθηκαν σε δύο χώρους (34, 34Α) επιχρισμένοι με πηλοκονίαμα, σχεδόν μοναδικά στοιχεία διαίρεσης δωματίου, αλλά και τα πήλινα ερμάρια με επίχρισμα από πηλοκονίαμα επίσης, του πρώτου ορόφου (το ένα διπλό) και κάποια από το ισόγειο, που ίσως έπεσαν από τον επάνω όροφο, δεδομένου ότι το ένα βρέθηκε διαλυμένο.

Τα ερμάρια (ή κίστες) είναι γνωστά από την Κνωσό (Temple repositories), την Ζάκρο και από το ίδιο το κτήριο των Αρχανών, όπου ήταν αποθέτης με πλήθος κωνικών κυπέλων. Τα ερμάρια (των χώρων 36 και 37) των φετινών ανασκαφών όμως, βρέθηκαν εντελώς άδεια, αν και δεν εθίγησαν από την πυρκαγιά. Η μόνη ερμηνεία, που μπορεί να δοθεί είναι, ότι κατά την καταστροφή, οι κάτοικοι φεύγοντας συναπεκόμισαν τα πολύτιμα αντικείμενα, που θα υπήρχαν εκεί.

Για την πλήρη κατανόηση των σημαντικών αυτών στοιχείων υπηρξε συνεργασία με το ΙΤΕ, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και ειδικούς επιστήμονες. Μεταξύ αυτών, η κυρία Ελευθερία Τσακανίκα, αν. καθηγήτρια του ΕΜΠ, είδε από κοντά τον λαμπερό γυψόλιθο του ανακτόρου, διαβεβαιώνοντας, πως στις Αρχάνες χρησιμοποιήθηκε περισσότερο και από την Κνωσό.

Στη φετινή ανασκαφή συμμετείχαν οι αρχαιολόγοι δρ. Πολίνα Σαπουνά ΄Ελλις, Δημήτρης Κοκκινάκος και Περσεφόνη Ξυλούρη, οι σχεδιαστές Γιάννης Ανδρουλιδάκης και Αγάπη Λαδιανού και οι συντηρήτριες Βέτα Καλυβιανάκη και Χρυσάνθη Ζαχαριουδάκη.

Η ανασκαφή υποστηρίχθηκε οικονομικά από την Περιφέρεια Κρήτης και το Ιδρυμα Ψύχα. Βοήθεια στο έργο παρείχε και ο Δήμος Αρχανών/ Αστερουσίων.