Μια γυναίκα στο μεταίχμιο μεταξύ σκληρότητας και τρυφερότητας, σοφίας και τρέλας, κωμικότητας και τραγικότητας , την οποία δημιούργησε η πένα ενός από τους πιο σημαντικούς συγγραφείς μας. Μια ελληνίδα μάνα που αποκτά “σάρκα και οστά” με την συγκινητική ερμηνεία της γνωστής ηθοποιού Μαριάννας Τουμασάτου σ’ έναν καθηλωτικό μονόλογο. Ο λόγος για έργο-διαμάντι του Βασίλη Κατσικονούρη «Το μπουφάν της Χάρλεϋ ή πάλι καλά», σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Σταύρου που έρχεται αύριο Παρασκευή στο Ηράκλειο, για μια και μοναδική παράσταση στο κινηματοθέατρο “Άστόρια”.
“Ήταν” -τονίζει η ηθοποιός μιλώντας στην “Π” -”ένα όνειρο ζωής από παλιά. Από την πρώτη φορά που ήρθα σε επαφή με το έργο, που το είδα δηλαδή στη σκηνή με την Άννα Παναγιωτοπούλου, ήθελα πάρα, πάρα πολύ κάποια στιγμή να το παίξω κι εγώ.΄Έφτασε λοιπόν η ώρα. Δεν ήταν λοιπόν μια απλή απόφαση, αλλά ένα όνειρο ζωής”. Μιλάει στον εύζωνα γιό της που φυλάει σκοπιά στο μνημείο του άγνωστου στρατιώτη. Απέναντι της αυτός, θέλει δε θέλει θα την ακούσει, παλιά όταν του μιλούσε η μάνα του έφευγε, τώρα είναι ανυπεράσπιστος μπροστά της. “Είναι”-αναφέρει η κ. Τουμασάτου – “η Ελληνίδα μάνα. Είναι μια γυναίκα που στις αναδρομές, στη σκέψη της και πάνω στην διήγηση της προς το παιδί της, φέρει όλη τη ζωή της”.
Για τη ζωή που ξεκινάει σαν ένα θαύμα και σύντομα καταλήγει στην οδυνηρή κόψη του «Πάλι καλά», η ηθοποίος τονίζει χαρακτηριστικά: “Όπως λέει και ο σκηνοθέτης μας, οι δύο τίτλοι αφορούν στα δύο πρόσωπα που είναι επί σκηνής. Το βουβό πρόσωπο του εύζωνα, είναι το μπουφάν της Χάρλεϋ, είναι το παιδί που καβαλάει τη Χάρλευ και φεύγει. Το “πάλι καλά” είναι η ζωή της μητέρας” Κι όταν την ρωτάς σε τι θα έλεγε η ίδια “Πάλι καλά” αναφέρει με ειλικρίνεια “δεν ξέρω να σας πω γιατί είναι μια έκφραση που μια την μεταχειρίζομαι και μια την απορρίπτω”.
Την σκηνοθετική καθοδήγηση έχει αναλάβει ο σύζυγος της Αλέξανδρος Σταύρου. Αλήθεια πώς λειτούργησε η σχέση αυτή όσον αφορά στο έργο; “Διαχωρίσαμε” -επισημαίνει -”όσο γινόταν περισσότερο τους ρόλους της ζωής από τους ρόλους της δουλειάς. Δεν είναι κάτι που το επιτυγχάνουμε 100%, γιατί είμαστε και άνθρωποι, αλλά είχαμε και οι δύο αυτό τον στόχο και νομίζω ότι τα καταφέραμε αρκετά καλά”.
“Ένα μικρό αριστούργημα”
Σε τι συμπονεσατε, την ηρωίδα, σε τι την δικαιολογησατε και σε τι βαλατε κόκκινες γραμμές, την ρωτάμε. “Δε νομίζω”-απαντά- “ότι έβαλα ποτέ σ’ αυτή την γυναίκα κόκκινες γραμμές. Τη συμπόνεσα και την αγάπησα από την πρώτη γραμμή μέχρι την τελευταία”. Την ίδια εντυπωσίασε πάντως η ιστορία αυτής της γυναίκας και ο τρόπος της διήγησης της ιστορίας της. “Δεν μπορώ να πώ την ανατροπή που υπάρχει , αλλά είναι αυτό το χαρισματικό που έχει το κείμενο που κάνει ένα σλάλομ συναισθημάτων. Από το αστείο στο συναισθηματικό και πάλι στο αστείο, στο δραματικό. Είναι ένα μικρό αριστούργημα”.