Τι πιστεύουν οι Έλληνες για την Επανάσταση του 1821;

Τι πιστεύουν οι Έλληνες για την Επανάσταση του 1821; Στο ερώτημα αυτό απάντησε στα 200 χρόνια από την Επανάσταση έρευνα της εταιρείας δημοσκοπήσεων MARC, η οποία πραγματοποιήθηκε τότε για λογαριασμό του «Κέντρου Φιλελευθέρων Μελετών – Μάρκος Δραγούμης», και στην οποία συμμετείχαν ιστορικοί παρουσιάζοντας την έρευνα και σχολιάζοντας τα αποτελέσματά της.

Η πανελλαδική έρευνα, δεύτερη κατά σειρά, πραγματοποιήθηκε από τη MARC, σε 1.206 νοικοκυριά, κατά την περίοδο 10 -17 Δεκεμβρίου 2021  και αποτελεί  σύμφωνα με τους διοργανωτές, την πρώτη πανελλαδική συστηματική καταγραφή και ανάλυση των απόψεων – στάσεων του ελληνικού κοινού για τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας.

Όσον αφορά τις απαντήσεις, για τη συντριπτική πλειοψηφία του δείγματος η επανάσταση ήταν «εθνική» (σε ποσοστό 91,6%), ενώ έπονται απαντήσεις όπως κοινωνική (58,8%), «φιλελεύθερη» (58,1%), θρησκευτική (55,5%) και τέλος, «δημοκρατική» (44,7%).

Στην ερώτηση, ποιο γεγονός οι πολίτες αξιολογούν ως το σημαντικότερο της Ελληνικής Επανάστασης, η μάχη στα Δερβενάκια επιλέγεται από το 15,8%, η άλωση της Τρίπολης από το 11,9%, το Ναβαρίνο από το 11,1%, η πολιορκία κι η Έξοδος του Μεσολογγίου από το 10,2%, η ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας από το 8,9% κ.ο.κ.

Η «πρωτιά» της μάχης στα Δερβενάκια φαίνεται πως δεν είναι άσχετη με μια άλλη «πρωτιά», αυτήν του Θ. Κολοκοτρώνη ως σημαντικότερου πρωταγωνιστή της Επανάστασης του 1821 (σε ποσοστό 89,6%, με δυνατότητα επιλογής πέντε προσώπων). Ο Γ. Καραϊσκάκης είναι η δεύτερη επιλογή (59,7%), η Λ. Μπουμπουλίνα Τρίτη (29,7%), ο Παπαφλέσσας τέταρτος (28,8%) και η πρώτη πεντάδα κλείνει με τον Αθ. Διάκο (22,2%). Αντιθέτως μονοψήφια ποσοστά συγκεντρώνουν προσωπικότητες, ενδεικτικά όπως ο Ρήγας (7,6%), ο Παλαιών Πατρών Γερμανός (7,3%), ο Καποδίστριας (4,6%), ο Μακρυγιάννης (4,5%), ο Λόρδος Βύρων και ο Κοραής (από 1,1%).

Στο ερώτημα ποια χώρα είχε τη μεγαλύτερη θετική συμβολή στο ελληνικό ζήτημα κατά τη διάρκεια της Επανάστασης, η Ρωσία προηγείται με 38,2% (ποσοστό κατά τι μειωμένο από την προηγούμενη έρευνα), έπεται η Γαλλία (22,6%), η Μεγάλη Βρετανία (19,4%), η Αυστρία (5%) και οι ΗΠΑ (1,2%). Ταυτοχρόνως, διχασμένη εμφανίζεται η κοινή γνώμη σχετικά με το ρόλο που έπαιξαν τα δύο βρετανικά δάνεια, στην έκβαση της Επανάστασης.

Στο καίριο ερώτημα ποιο ήταν το σημαντικότερο αίτιο της θετικής έκβασης που τελικώς είχε η Ελληνική Επανάσταση, το 61,3% επιλέγει τις στρατιωτικές επιτυχίες των επαναστατών, όταν το 35,2% επιλέγει την επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων.

Ως προς το ρόλο κοινωνικών ομάδων και θεσμών, στην πρώτη θέση είναι η Φιλική Εταιρεία (με 93,8%), έπονται οι Φιλέλληνες (88,7%) και οι νησιώτες πλοιοκτήτες (85,5%). Μετά βρίσκονται οι στρατιωτικοί (81%), και ακολουθούν οι διανοούμενοι (71,5%), η Εκκλησία (70,6%), οι Φαναριώτες (67,2%), οι έμποροι (54,9%), τέλος, οι προεστοί (21%).

Στο ερώτημα αν τα τρία Συντάγματα (Επιδαύρου, ‘Άστρους, Τροιζήνας) χαρακτηρίζονται ως «δημοκρατικά», «φιλελεύθερα», «κοινωνικά» ή «ανεδαφικά», η απάντηση που κυριαρχεί σε όλες τις περιπτώσεις, όχι τυχαία προφανώς, είναι το… «δεν γνωρίζω», με ποσοστά που κυμαίνονται κοντά στο 50%.

Στο κεφάλαιο, «μύθοι και αλήθειες», το κρυφό σχολειό είναι αληθινό γεγονός για το 71,1% των ερωτηθέντων και μύθος για το 23,1%. Ισόπαλο σχεδόν, το αποτέλεσμα για το ιστορικό ζήτημα αν η έναρξη της Επανάστασης έγινε τελικώς την 25η Μαρτίου στη Μονή της Αγίας Λαύρας: είναι αληθές για το 45,8%, είναι μύθος για το 44,3%. Τέλος, για το εάν αληθεύει η «σφαγή αμάχων Τούρκων και Εβραίων από τους Έλληνες μετά την άλωση της Τριπολιτσάς», 46,7% απαντά καταφατικά, την ώρα που 26,1% λέει πως είναι μύθος, ενώ ένα υψηλό ποσοστό (20,1%) επιλέγει το «δεν γνωρίζω».

Στα επόμενα ερωτήματα της έρευνας, πόσο καλά θεωρούμε ότι «ο μέσος Έλληνας πολίτης γνωρίζει την ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης» αλλά και πόσο καλά την γνωρίζουν οι ερωτηθέντες, στο μεν πρώτο ερώτημα ο μέσος πολίτης την γνωρίζει «πολύ καλά» 1,8%, «αρκετά καλά» 9,3%, «μέτρια» 49,3%, «ελάχιστα» 30,2% και «καθόλου» 8,6%. Και στο δεύτερο ερώτημα, πόσο καλά εμείς γνωρίζουμε το γεγονός, οι απαντήσεις έχουν ως εξής: «πολύ καλά» 9,4%, «αρκετά καλά» 33,5%, «μέτρια» 44,5%, «ελάχιστα» 11,1% και «καθόλου» το 1,1%.

Κλείνοντας με το επίκαιρο ερώτημα, «πόσο θεωρείτε ότι τα 200 χρόνια ελληνικής ιστορίας που ακολούθησαν, δικαίωσαν τις προσδοκίες των επαναστατών;», «πολύ» απάντησε το 9%, «αρκετά» το 30,3%, «μέτρια» το 28,3%, «ελάχιστα» το 15,5% και «καθόλου» το 14,6%.

Ενώ στο ερώτημα ποιο θεωρούν ως το σημαντικότερο επίτευγμα της Ελλάδας τα τελευταία διακόσια χρόνια (μετά την Επανάσταση), η Ευρωπαϊκή Ένωση (είσοδος, συμμετοχή, ευρωζώνη) αξιολογείται ως το πιο σημαντικό από το 11,6%, τον ελληνοϊταλικό πόλεμο προκρίνει το 10,4%, και η πρώτη τριάδα κλείνει με την εμπέδωση των δημοκρατικών θεσμών (8,2%).

 

Τα σχόλια

Σχολιάζοντας τότε η Μαρία Ευθυμίου, καθηγήτρια Ιστορίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, εξήγησε ότι η κοινωνία μας είναι μία κοινωνία σε μετάβαση, ενώ από τις απαντήσεις προκύπτει ότι «είμαστε λιγότερο πρόχειροι και περισσότερο σκεπτόμενοι». Εξ ου και η ικανοποίησή της για το ότι ένα σημαντικό ποσοστό δηλώνει δικαιωμένο από την Επανάσταση.

Στη δική του τοποθέτηση ο Στάθης Καλύβας, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, κάτοχος της έδρας Gladstone στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και μέλος της Επιτροπής «Ελλάδα 2021», μεταξύ άλλων επεσήμανε ότι το ευρωπαϊκό και το φιλελεύθερο στοιχείο που ξεπροβάλλουν από αυτήν την έρευνα είναι «εντυπωσιακά και απρόσμενα». Επιπλέον, οι απαντήσεις που κομίζει αυτή η έρευνα είναι θετικές δείχνουν «μια ωριμότητα της κοινής γνώμης» και είναι από τα στοιχεία που θα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας κάθε φορά που μέσα στο επόμενο διάστημα -όπως είμαι σίγουρος ότι θα συμβεί- θα υπάρξει μια απόπειρα να εργαλειοποιηθεί πάλι η ιστορική μνήμη της περιόδου».

Από την πλευρά του ο διευθυντής Ερευνών του ΚΕΦίΜ, καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο ΕΚΠΑ και μέλος, επίσης, της Επιτροπής «Ελλάδα 2021» Αριστείδης Χατζής είπε πως βλέπει με ικανοποίηση το γεγονός ότι «οι Ελληνίδες και οι Έλληνες διακρίνουν πλέον τη φιλελεύθερη διάσταση της Επανάστασης, έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για πρόσωπα και γεγονότα, και διαμορφώνουν αργά αλλά σταθερά μια περισσότερο επεξεργασμένη εικόνα για την περίοδο». Θύμισε δε και την πρώτη επίσημη Διακήρυξη της 1/1/1822, εκεί όπου οι Έλληνες δηλώνουν ξεκάθαρα, «θέλουμε να είμαστε μέρος της Δύσης, της Ευρώπης». Δηλαδή, «βλέπουν τους Ευρωπαίους ως τα αδέλφια τους, την κοινότητα στην οποία θέλουν να ανήκουν», υπογράμμισε με έμφαση ο Αρ. Χατζής.

Ένα κεφάλαιο της έρευνας που εκ των πραγμάτων κέντρισε το ενδιαφέρον ,τότε, ήταν οι τρεις «μύθοι/ αλήθειες»: κρυφό σχολειό, έναρξη της Επανάστασης, άλωση της Τριπολιτσάς. Για το πρώτο ειδικότερα, η Μ. Ευθυμίου επικαλέστηκε το γεγονός ότι λειτουργούσαν ελληνικά σχολεία καθ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, και μάλιστα τα καλύτερα στη Βαλκανική, όπως είπε. Τούτο δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι, ιδίως στα χωριά, δεν μορφώνονταν από τον ιερέα, με μοναδικό βιβλίο, το Ευαγγέλιο -«όχι κρυφά όμως», επέμεινε. Ενώ για την έναρξη του ιστορικού γεγονότος εστίασε στα γεγονότα της Βλαχίας στις 22 Φεβρουαρίου, όπως και σε αυτά της Πάτρας και της Καλαμάτας, λίγες ημέρες πριν από την 25η Μαρτίου. Τη σφαγή Τούρκων και Εβραίων στην Τριπολιτσά δεν την έκρυβαν ούτε οι πρωταγωνιστές, πρόσθεσε, είναι «μια μελανή σελίδα της δικής μας ιστορίας».

Το θέμα «μύθος Vs αλήθειας» προσέγγισε από τη δική του σκοπιά ο Στάθης Καλύβας: ο μύθος και η αλήθεια είναι «ένα πολύ βαρύ δίδυμο». Επιπλέον, το να χαρακτηρισθεί κάτι ως «μύθος», «πολλές φορές στη συνείδηση του κόσμου ισοδυναμεί με το να αμφισβητήσουμε κάποια βάση της ταυτότητας και των “ πιστεύω” μας. Επομένως το να προσπαθούμε συστηματικά να απομυθοποιήσουμε στοιχεία που έχουν ενταχθεί στη δημόσια αντίληψη της Ιστορίας, κατά τρόπο επιθετικό κάποιες φορές, δημιουργεί μιαν αντίδραση (…) Όχι ότι η έρευνα πρέπει να περιορίζεται, αλλά ο τρόπος που παρουσιάζουμε τα καινούρια ευρήματα δεν πρέπει να έχει απαραίτητα αυτήν την επιθετικότητα, να λέει στον κόσμο “ό,τι ξέρατε μέχρι τώρα, δεν ισχύει, ξεχάστε το, θα σας πούμε κάτι διαφορετικό”. Πρέπει να είναι πιο προσεκτική η παρέμβαση και με αυτόν τον τρόπο γίνεται πιο παραγωγική». Ο Στ. Καλύβας χαρακτήρισε εξάλλου «πρόοδο» το γεγονός ότι η περίπτωση της Τριπολιτσάς έχει γίνει πιο αποδεκτή.

Μια διαφορετική εξήγηση έδωσε η γενική διευθύντρια της MARC, Σοφία Τσιλιγιάννη, που παρουσίασε τότε και την έρευνα: διερωτήθηκε συγκεκριμένα μήπως η λαϊκή κουλτούρα και η φιλμογραφία έχουν επηρεάσει τις αντιλήψεις. Σε κάθε περίπτωση, πρόσθεσε, είναι σημαντική η συμβολή της λαϊκής κουλτούρας στην εικόνα που έχουμε για την Ελληνική Επανάσταση, «είτε αυτή η εικόνα αντικατοπτρίζει τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα είτε όχι».