«Ένας συγγραφέας πρέπει να διαθέτει την ακρίβεια ενός ποιητή και τη φαντασία ενός επιστήμονα» έλεγε ο Βλαντιμιρ Ναμπόκοφ και στην περίπτωση του Γιώργου Σχορετσανίτη αυτό ισχύει… με χειρουργική ακρίβεια.
Πολυγραφότατος συγγραφέας βιβλίων και άρθρων, διευθυντής Χειρουργικής και συνεργάτης της “Π” ο Γιώργος Σχορετσανίτης, στο τελευταίο του βιβλίο για το 2020, “Τα νέγρικα μπλούζ και οι ιατρικές τους αναφορές” (εκδόσεις οδός Πανός), ταιριάζει τρία από τα αγαπημένα του θεματα: Την ιστορία της ιατρικής σε διάφορες εκφάνσεις της,την ταξιδιωτική λογοτεχνία και την αφροαμερικανική ιστορία και πολιτισμό.
Με ακρίβεια αλλά και φαντασία ο αναγνώστης οδηγείται στο σύμπαν του αμερικάνικου νότου, αποκομίζοντας πολύτιμες πληροφορίες και για τα δύο θέματα με τα οποία καταπιάνεται: τα νέγρικα μπλούζ και τις αναφορές τους στην ιατρική, αλλά και την ιστορία αυτών που σήμερα προσδιορίζονται ως αφροαμερικανοί αλλά τότε ήταν οι νέγροι σκλάβοι που δούλευαν στις φυτείες.
Ρατσισμός, βία, ναρκωτικά κι εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα χαρμολύπης που μετουσιώνεται φιλειρηνικά σε τέχνη υψηλή, μουσική, απογειωμένη.
‘’Σχεδόν -υπογραμμίζει ο συγγραφέας εξηγώντας πως δημιουργήθηκε αυτή η μουσική -αμέσως μόλις μεταφέρθηκαν και εγκαταστάθηκαν οι μαύροι δούλοι από την αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, άρχισαν να σχηματίζουν μικρές πρωτόγονες μπάντες όπου χρησιμοποιούσαν ποικιλία μέσων, στα οποία συμπεριλαμβάνονταν λαούτα, κρουστά και φλογέρες.Ήταν επίσης η κρυφή καλλιτεχνική δύναμη πίσω και δίπλα από τους πρωταγωνιστές αοιδούς και ταχυδακτυλουργούς των ιατρικών σώου, που σύντομα επρόκειτο να γίνουν αρκούντως δημοφιλή στη δύση.
Οι λευκοί θαύμαζαν όπως είπαμε την ικανότητά τους στη μουσική και έτσι τους χορήγησαν ειδικά προνόμια σε πολλές φυτείες του Νότου. Στις αρχές του 19ου αιώνα, οι σχετικές διαφημίσεις πάντοτε επισήμαιναν τα μουσικά ταλέντα των σκλάβων που ήταν προς πώληση, γνωρίζοντας ότι θα τους απέφεραν αναμφίβολα μεγαλύτερα κέρδη’’.
Αν και οι μαύροι μουσικοί βρίσκονταν σε σαφώς καλύτερη μοΊρα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πλειοψηφία των μαύρων ζούσε σε άθλιες συνθήκες όπως τόσο παραστατικά περιγράφει ο τραγουδιστής και πιανίστας Curtis Jones σ΄ένα μπλουζ που ηχογράφησε το 1938.
“Τα λόγια του” -αναφέρει ο Γ.Σχορετσανίτης- πολύ σκληρά: “Βρίσκομαι κάτω στις φτωχογειτονιές, και κανένας δεν με θέλει εδώ γύρω. Νοιώθω σαν ένα κάδο απορριμμάτων, παραπεταμένο σε κάποια χωματερή, σαν κάτι που χάθηκε, και δεν μπορεί ποτέ να βρεθεί, σαν να είμαι σε κινούμενη άμμο, και σιγά-σιγά βουλιάζω.
Συγχώρεσέ με Κύριε για τα λάθη που έκανα, γιατί κουράστηκα να ζω μέσα στις βρώμικες παράγκες’’.
Το χρώμα του χρήματος
Αναφερόμενος στο ενδιαφέρον των λευκών για τη μαύρη μουσική, ο συγγραφέας δείχνει το χρώμα του χρήματος.
‘’Οι λευκοί” -αναφέρει “άρχισαν την καταγραφή και ηχογράφηση των μπλουζ στις αρχές του εικοστού αιώνα, επεκτείνοντας έτσι την τυπική τους σχέση προς εξαιρετικά θετική κατεύθυνση. Λευκοί και μαύροι άρχισαν να εργάζονται μαζί για ένα κοινό καλό. Και οι δύο κέρδιζαν χρήματα και ταυτόχρονα έγραφαν μεγαλειώδη ιστορία, ανεξαρτήτως αν το καταλάβαιναν σοβαρά εκείνη την εποχή ή όχι!
Μόλις οι δισκογραφικές εταιρείες συνειδητοποίησαν ότι τα μπλουζ ήταν μια αξιοσέβαστη και πολλά υποσχόμενη πηγή εξοικονόμησης χρημάτων, άρχισαν να στέλνουν παντού ειδικούς ανι-χνευτές μουσικών ταλέντων με τον μεταφερόμενο απαραίτητο εξοπλισμό για την καταγραφή αυτής της ανατέλλουσας μουσικής”.
Αργότερα όταν άρχισαν να γκρεμίζονται οι φυλετικοί φραγμοί στο μουσικό σκηνικό, αναπόφευκτα άνοιγε ο δρόμος προς την κατεύθυνση επίλυσης και άλλων θεμάτων.
Έτσι, συγκροτήματα και μαύροι μουσικοί εργάστηκαν με λευκούς παραγωγούς, διανομείς και διευθυντικά στελέχη.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και του 1960, καθοριστικό ρόλο στη γεφύρωση του φυλετικού διχασμού έπαιξαν τα βρεττανικά συγκροτήματα που έριξαν νέο φως στα μπλουζ και τους εκτελεστές τους. Ταυτόχρονα, πολλοί μπλουζίστες μετακινήθηκαν από το Μισισιπή στο Σικάγο.
37 κεφάλαια γεμάτα ιστορία
Στα 37 κεφάλαια του βιβλίου,μαζί με πλούσιο φωτογραφικό υλικό ο αναγνώστης θα αντλήσει μεταξύ άλλων, πληροφορίες για τις απαρχές της αναγνώρισης της μαύρης μουσικής, για τις επόμενες δεκαετίες μετά τα μπλουζ,τα μπλουζ των βόρειων διαδρομών, τον πόλεμο του Βιετνάμ στα νέγρικα μπλουζ, τα μπλουζ του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, το θρυλικό ναυάγιο του Τιτανικού και τα μπλουζ που ενέπνευσε κλιματολογικά φαινόμενα όπως ξηρασίες και πλημμύρες που επηρρέασαν την δημώδη αυτή μουσική.
Τα μπλουζ των μεγάλων αυτοκινητοδρόμων, το λαθρεμπόριο του αλκοόλ (bootlegging) και τα μπλουζ, τα μπλουζ του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τον πόλεμο της Κορέας στα μπλουζ, τις γυναίκες και τα μπλούζ θίγοντας θέματα κακοποίησης, την αμφιφυλοφιλία των μπλουζ και τη σεξουαλική απελευθέρωση των γυναικών.
Οι μουσικοί και οι αρρώστιες
Ακόμα σημαντικές αναφορές γίνονται όπως άλλωστε μαρτυρά, και ο τίτλος του βιβλίου, στο θέμα οι αρρώστιες κι οι γιατροί στα μπλουζ, τη φυματίωση, τις πνευμονοπάθειες στα μπλουζ τα ναρκωτικά και την κοκαίνη.
“Είναι πραγματικά ενδιαφέρον και υπέροχο” -τονίζει ο συγγραφέας- “να βλέπουμε πώς αντιμετωπίζονταν οι διάφορες ασθένειες από διαφορετικούς μουσικούς.
Ο Blind Lemon Jefferson, για παράδειγμα, έβγαινε έξω με άσχημο καιρό απλώς και μόνο να παρακολουθήσει την άπιστη γυναίκα του, κρυβόταν σε γωνίες να μην ξεπαγιάσει μήπως και τη δει να γυρνάει στο σπίτι και στο τέλος βέβαια απογοητεύεται και παραδέχεται ότι την έριξε στο κρεβάτι κάποιος άλλος!
Ο Big Bill Broonzy παραπονιόταν περισσότερο για τους πόνους που υπέφερε από την πνευμονία, το αίσθημα αδιαθεσίας που τον κατείχε, και τον υψηλό πυρετό του, κι ο Bumble Bee Slim για την αμυγδαλίτιδα. Ο συνήθης κίνδυνος σε όλες τις περιπτώσεις, ήταν η εγκατάλειψη από τους φίλους, την οικογένεια ή από την αγαπημένη τους, λόγω της ασθένειας, καθώς επίσης και ο φόβος του επερχόμενου θανάτου!’’
Η κραυγή της αρχής και το μέλλον
Οι ιστορικοί πιστεύουν ότι τα μπλουζ ξεκίνησαν στα σπάργανα από την κραυγή ενός εργάτη μέσα στις βαμβακοφυτείες που γέμιζε τον ουρανό με ανάλογα συναισθήματα, και από την αντίστοιχη απάντηση του άλλου, τουτέστιν η κλήση και η απάντηση εξελίχθηκαν σε φράσεις και ολιγόλογα τραγούδια εργασίας που ωρίμασαν σταδιακά προς την κατεύθυνση των μπλουζ.
Έτσι έγινε η αρχή, όμως ποιο θα είναι το μελλον;
“Μπορούμε με εμπιστοσύνη πάντως να προβλέψουμε” -καταλήγει ο Γ. Σχορετσανίτης- “ότι τα μπλουζ θα συνεχίσουν να ελκύουν τη φαντασία των ενδιαφερομένων,των πιστών και να τονώνουν την έρευνα και κατά τη διάρκεια του δεύτερου αιώνα της ιστορίας τους, και ακόμα ότι θα κρατούν ακόμα ζωντανές όλες τις μελλοντικές αλλαγές που θα συμβούν στο πολιτιστικό και πολιτικό τοπίο, και τέλος, όπως πάντα, θα πιστοποιούν την ουσιαστική ανθρωπιά που αυτή η καταπληκτική δημώδης μουσική μετέδωσε και εμφύσησε στις αμέτρητες στρατιές των οπαδών της σε όλο τον κόσμο, για πάνω από έναν ολάκερο αιώνα τώρα”!.