Χοροστάσι στη Νεάπολη την Πρωτομαγιά του 1911
Χοροστάσι στη Νεάπολη την Πρωτομαγιά του 1911 (Αρχείο Γιάννης Δαμιανάκης)

Κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό η νέα δισκογραφική δουλειά του εξαίρετου λυράρη Δημήτρη Σγουρού με τον τίτλο «Χοροστάσι». Ο  τίτλος παραπέμπει στα χοροστάσια, τους τόπους που «έστηναν» το χορό.

Δηλαδή τα μικρά λιτά  γλέντια, με τραγούδι και χορό που πραγματοποιούνταν στους καφενέδες  των χωριών της παλαιάς Κρήτης με αφορμή τις Απόκριες ή  άλλα πανηγύρια. Στα χοροστάσια ο λυράρης, ελλείψει μεγαφώνων και για πρακτικούς λόγους  καθόταν και έπαιζε στη μέση του καφενείου και γύρω  απ’ αυτόν οι χορευτές και το κοινό.

Ο καλλιτέχνης Δημήτρης Σγουρός,  γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κριτσά. Γέννημα θρέμμα ενός τόπου με πλούσιο πολιτιστικό υπόβαθρο, σπούδασε δάσκαλος στο Ρέθυμνο. Στη συνέχεια έκανε  μουσικές σπουδές στο Ωδείο του Σίμωνα Καρά. Άξιος συνεχιστής και θεματοφύλακας της μουσικής μας παράδοσης.

Χρόνια τώρα με σεβασμό και συνέπεια, σεμνά και αθόρυβα, συνεχίζει την καταγραφή και διάσωση πολύτιμων στοιχείων γράφοντας τη δική του ιστορία και βάζοντας ένα γερό αγκωνάρι στο οικοδόμημα της μουσικής μας κληρονομιάς.     Έχει παίξει σε διάφορες μουσικές σκηνές και κέντρα στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ καθώς και σε τηλεοπτικούς σταθμούς τοπικής και πανελλήνιας εμβέλειας.

Έχει στο ενεργητικό του τέσσερις  μουσικές δημιουργίες που σημείωσαν σημαντική επιτυχία.: Η πρώτη φέρει τον τίτλο “Τα σα εκ των σων“ ενώ η δεύτερη  “Αρά και που“.  Ακολούθησε η μελέτη του αρχείου του σπουδαίου Κρητικού λαογράφου Παύλου Βλαστού και η δημιουργία του τρίτου δισκογραφικού έργου, ενός σπουδαίου μουσικού έργου με 4 CD’S με μουσική και τραγούδια της Κρήτης του 19ου αιώνα. Τέταρτη και τελευταία του δισκογραφική δουλειά το «Χοροστάσι».

Όπως αναφέρει ο ίδιος ο δημιουργός Δημήτρης Σγουρός στο ένθετο που συνοδεύει το δίσκο: «στα χοροστάσια είχαμε μια αρμονική σύζευξη ανάμεσα στη μουσική – το λόγο και το χορό (…) Για αιώνες ολόκληρους οι πρόγονοί μας χόρευαν και τραγουδούσαν με παρόμοιο τρόπο (…)

Τα τελευταία χρόνια είν’ αλήθεια πως σε ελάχιστο χρονικό διάστημα έχουν αλλάξει πολλά. Άλλαξε ο τρόπος του γλεντιού. Από την ισότιμη συμμετοχή όλων περάσαμε στην κυριαρχία του λυράρη ή του βιολάτορα που ανέβηκε στο πάλκο! Έτσι όλο και πιο σπάνια βλέπουμε τους παλιότερους να τραγουδούν ή να χορεύουν. Το γλέντι από αυθόρμητη κοινωνική εκδήλωση μετατράπηκε σε  εμπορική και καταναλωτική υπόθεση (…) Οι περισσότερες από τις κοινωνικές εκδηλώσεις που συντελούσαν στη διατήρηση της παράδοσης έχουν αδρανοποιηθεί εντελώς κι άλλες έχουν ατονήσει ή έχουν υποστεί «μετάλλαξη».

Στις παθογένειες των σημερινών κρητικών γλεντιών εγώ θα πρόσθετα τον ετσιθελισμό  των λυράρηδων να υψώνουν στο τέρμα τη μουσική, την αλλοτρίωση  και αλλοίωση του παραδοσιακού ήχου με συνθεσάιζερ, ντράμς! και ότι άλλο εφεύρει η φαντασία απαίδευτων ανθρώπων, το ουίσκι να ρέει και «τη λεβεντοπαρέα των  νεοελλήνων»  γύρω από το λυράρη να τον ποτίζουν το πανάκριβο σκωτσέζικο ποτό!

Τον εκλεκτό δάσκαλο στο «Χοροστάσι»  πλαισιώνει μια πλειάδα εξαίρετων, πολυτάλαντων μουσικών οι οποίοι έχουν ασχοληθεί σοβαρά και επί έτη πολλά με τη μουσική μας παράδοση. Ο Δημήτρης Σιδερής με το Μανώλη Πάγκαλο στα λαούτα. Ο Μιχάλης Κονταξάκης στο μαντολίνο, ο Γιώργος Ζαχαριουδάκης στην ασκομαντούρα και ο Γιάννης Λουκάκης στο νταουλάκι. Όλοι οι συνεργάτες παίζουν μαζί στις ζωντανές εμφανίσεις του Σγουρού και όπως λέει ο ίδιος «τις απολαμβάνουμε,   λόγω της χημείας που υπάρχει μεταξύ μας».

Επιλέχτηκαν και ακούγονται οι ακόλουθοι δέκα μουσικοί σκοποί που μας παραπέμπουν στα βάθη της παράδοσης, στις πηγές του μουσικού πολιτισμού της Κρήτης: 1. Του κλέφτη το τραγούδι, 2. Του Καθαρού (κοντυλιές), 3. Γιασεμί (συρτό), 4. Το λυχνάρι (συρτό), 5. Καφενές (κοντυλιές), 6. Λαμπάδα (συρτό), 7. Ολημερίς κι οληνυχτίς (κοντυλιές), 8. Κρίμα (συρτό), 9. θάλασσα (συρτό), 10. Κριτσώτικος Πηδηκτός χορός (οργανικό).

Την  έκδοση και διακίνηση του δίσκου έχει αναλάβει ο Πολιτιστικός Μορφωτικός Σύλλογος Κριτσάς με τη χρηματοδότηση της Περιφέρειας Κρήτης.

Το έργο αυτό, όπως όλες οι  μουσικές δημιουργίες του Σγουρού, έρχεται να αντισταθεί σθεναρά στην επιχειρούμενη μουσική αλλοτρίωση και να ενδυναμώσει την πολιτιστική μας ταυτότητα.

Όλ’ αυτά τα είκοσι χρόνια από την κυκλοφορία του πρώτου δίσκου το 1999 έως σήμερα ο Δημήτρης εργάζεται αθόρυβα υπηρετώντας πιστά την παράδοση σε πείσμα των καιρών που έχουν αναγάγει την εμπορικότητα σε ύψιστη αξία. Όλο αυτό το διάστημα ο Δημήτρης παραμερίζεται από πολιτιστικούς Συλλόγους, οι οποίοι ενώ από τη φύση τους καλούνται να υπηρετήσουν την παράδοση στην πράξη επιλέγουν την εμπορικότητα.

Έχω την πεποίθηση ότι, ούτως ή άλλως η συλλογική μνήμη θα συγκρατήσει όλους εκείνους που έδωσαν «τον αγώναν τον καλόν» και η ιστορία θα  δικαιώσει και θα μνημονεύσει  όσους πραγματικά υπηρέτησαν και πρόσφεραν, τον γνήσιο και καθάριο ήχο της παράδοσης δημιουργώντας νέες μελωδίες και όχι τα αλαλάζοντα κύμβαλα που μόνο θόρυβο προκαλούν, κακοποιώντας την.

Θεωρώντας τη μουσική παράδοση του τόπου μας πάγια, ιερή και αναντικατάστατη πολιτισμική αξία ιδιαίτερα πολύτιμη στους χαλεπούς καιρούς που διανύουμε προτείνουμε στο κοινό της Κρήτης, σε κάθε άνθρωπο που του αρέσει η ποιοτική μουσική, την αγορά του δίσκου.

Εκφράζω τα θερμά μου συγχαρητήρια στο Δημήτρη και σ’ όλους τους συντελεστές του αξιόλογου αυτού έργου. Εύχομαι στον εκλεκτό συνάδελφο και φίλο να έχει υγεία για να συνεχίσει τη σπουδαία του μουσική προσφορά στον τόπο μας.

*O Mανόλης Μακράκης είναι  διδάκτορας του Παν/μίου Ιωαννίνων, συγγραφέας και Δ/ντής Α/θμιας Εκπ/σης Λασιθίου