Σε παραδοσιακά… μονοπάτια επέστρεψε το βραβείο Νόμπελ

Ένα χρόνο μετά την αμφιλεγόμενη βράβευση του Τομ Ντίλαν το 2016, το βραβείο Νόμπελ  επιστρέφει σε πιο “παραδοσιακά” μονοπάτια.

Το βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας για το έτος 2017 απονέμεται στον Βρετανό πεζογράφο Καζούο Ισιγκούρο «για μυθιστορήματα μεγάλης συναισθηματικής έντασης τα οποία αποκαλύπτουν την άβυσσο που ανοίγεται κάτω από την απατηλή αίσθηση της σύνδεσης με τον κόσμο», όπως ανακοίνωσε   η Σουηδική Ακαδημία.

Ο Καζούο Ισιγκούρο είναι ένας στυλίστας της γλώσσας, από τους κορυφαίους συγγραφείς του αγγλόφωνου κόσμου, αναγνωρισμένος από την κριτική και παράλληλα δημοφιλής. Γεννήθηκε το 1954 στο Ναγκασάκι αλλά μεγάλωσε στη Μεγάλη Βρετανία.

Ιαπωνικό ζεν σε συνδυασμό με το βρετανικό φλέγμα, γυαλιά με μαύρο σκελετό και ασορτί πουλόβερ, αυτός ο διακριτικός συγγραφέας που ονειρευόταν να γίνει ποπ σταρ γράφοντας κομμάτια όπως του Μπομπ Ντύλαν ή του Λέοναρντ Κοέν, θεωρείται ένας από τους καλύτερους στυλίστες της γενιάς του, παρόλο που η μητρική του γλώσσα δεν είναι τα αγγλικά.

Με το πρώτο του μυθιστόρημα “A pale view of hills” (1982), κέρδισε το βραβείο Ουίνιφρεντ Χόλντμπι.

Το δεύτερο μυθιστόρημά του “An artist of the floating world” (1986) βραβεύτηκε με τα βραβεία Ουίτμπρεντ και Σκάνο ενώ ήταν επίσης υποψήφιο για το βραβείο Booker.

Το 1989, με το “The remains of the day” (“Τα απομεινάρια μιας μέρας”) κέρδισε το βραβείο Booker, αλλά εξασφάλισε και παγκόσμια αναγνώριση. Το βιβλίο αυτό μεταφράστηκε σε 24 γλώσσες, πούλησε 1.000.000 αντίτυπα μόνο στην αγγλική γλώσσα, ενώ ακολούθησε και η ομώνυμη ταινία του Τζέιμς Άιβορι η οποία έγινε επίσης παγκόσμια επιτυχία.

Το επόμενο μυθιστόρημά του, “The unconsoled” (“Ο απαρηγόρητος”), κυκλοφόρησε το 1995 και τιμήθηκε με το βραβείο Τσέλτενχαμ. Το 1998 χρίστηκε από το γαλλικό κράτος Ιππότης των Τεχνών και των Γραμμάτων. Το μυθιστόρημα “When we were orphans” (“Τότε που ήμασταν ορφανοί”) κυκλοφόρησε το 2000 και ήταν και αυτό υποψήφιο για το βραβείο Booker.

Στην ελληνική γλώσσα έχει κυκλοφορήσει σχεδόν το σύνολο  των έργων του ενώ επίσης έχουν μεταφραστεί σε πάνω από 40 γλώσσες.

Απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων, αμέσως μετά την ανακοίνωση του βραβευθέντος, η μόνιμη γραμματέας της Σουηδικής Ακαδημίας Σάρα Ντάνιους περιέγραψε το ύφος του Ισιγκούρο ως ένα μείγμα Τζέιν Οστεν και Φραντς Κάφκα. «Προσθέστε στο μείγμα και λίγο Μαρσέλ Προυστ, ανακατέψτε, αλλά όχι πάρα πολύ, και ιδού τα κείμενα του Ισιγκούρο».

«Είναι συγγραφέας μεγάλης ακεραιότητας» σχολίασε επίσης. «Έχει αναπτύξει ένα δικό του αισθητικό σύμπαν». Το αγαπημένο της βιβλίο από τη μυθιστορηματική παραγωγή του εφετινού νομπελίστα δήλωσε ότι είναι ο πρόσφατος “Θαμμένος γίγαντας” (2015), χαρακτήρισε όμως τα “Απομεινάρια μιας μέρας” (1989) το πιο γνωστό και βραβευμένο με Μπούκερ μυθιστόρημα του Ισιγκούρο, «αληθινό μυθιστόρημα, το οποίο αρχίζει ως μυθιστόρημα του Π. Γκ. Γουντχάους και καταλήγει κείμενο καφκικό. Τον ενδιαφέρει πολύ να κατανοήσει το παρελθόν, αλλά δεν είναι συγγραφέας τύπου Προυστ – δεν επισκέπτεται το παρελθόν με σκοπό την εξιλέωση, διερευνά τι μπορούμε να αφήσουμε πίσω, ως άτομα ή ως κοινωνίες, προκειμένου καταρχήν να επιβιώσουμε».

Ερωτώμενη για την περυσινή απονομή, τα κριτήρια της Σουηδικής Ακαδημίας και τα εφετινά προγνωστικά, όπως συζητούνταν σε δημοσιογραφικούς και λογοτεχνικούς κύκλους, η Ντάνιους απάντησε λακωνικά ότι μετά την ταραχή που προκάλεσε η περυσινή απονομή του Νομπέλ Λογοτεχνίας στον Μπομπ Ντίλαν, «ελπίζω εφέτος ο κόσμος να χαρεί». «Δεν ξέρω αν ισχύει αυτό» συμπλήρωσε. «Εμείς απλώς βραβεύσαμε έναν μυθιστοριογράφο που εκτιμούμε ότι είναι απολύτως λαμπρός συγγραφέας».

Στην πρώτη επικοινωνία που είχε το BBC μαζί του, ο ίδιος δήλωσε πλήρη άγνοια για τη βράβευσή του, καθώς δεν είχε ενημερωθεί ακόμη για τη βράβευσή του. “Είναι μια εκπληκτική τιμή, κυρίως γιατί σημαίνει ότι βαδίζω στα χνάρια των σπουδαιότερων συγγραφέων που έζησαν ποτέ”.

Ο ίδιος πρόσθεσε πως ελπίζει ότι το βραβείο Νόμπελ θα είναι μια δύναμη για το καλό. «Ο κόσμος βρίσκεται σε μια πολύ αβέβαιη στιγμή και ελπίζω πως όλα τα βραβεία Νόμπελ θα είναι μια δύναμη για κάτι θετικό στον κόσμο, όπως είναι αυτή τη στιγμή».

«Θα με συγκινούσε πολύ αν μπορούσα με κάποιο τρόπο να συνεισφέρω σ’ ένα κλίμα που θα συμβάλει σε μια θετική ατμόσφαιρα στους πολύ αβέβαιους καιρούς μας» τόνισε ακόμη ο νομπελίστας.

Το βραβείο συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο 9 εκατ. σουηδικών κορωνών (945.000 ευρώ).