Πέθανε σε ηλικία 89 ετών ο βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας, ισπανοπερουβιανός συγγραφέας Μάριο Βάργκας Λιόσα (Mario Vargas Llosa).
«Με βαθιά θλίψη ανακοινώνουμε ότι ο πατέρας μας, ο Μάριο Βάργκας Λιόσα, πέθανε ειρηνικά σήμερα στη Λίμα, έχοντας πλάι του την οικογένειά του. Ο θάνατός του θα φέρει λύπη στους συγγενείς, τους φίλους και τους αναγνώστες του. Ελπίζουμε όμως ότι θα βρουν παρηγοριά, όπως κι εμείς, στο γεγονός ότι απόλαυσε μια μακρά και περιπετειώδη ζωή και αφήνει πίσω του ένα μεγάλο έργο» αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στο μήνυμα της οικογένειας.
Η κηδεία του θα γίνει σε στενό οικογενειακό κύκλο. Η πρόεδρος του Περού, Ντίνα Μπολουάρτε εξέφρασε τα συλλυπητήριά της στην οικογένεια του Λιόσα. «Αναπαύσου εν ειρήνη, επιφανή Περουβιανέ όλων των εποχών» έγραψε στα social media.
Η ζωή και το έργο του
Ο Λιόσα, παιδί οικογένειας της περουβιανής μεσαίας τάξης, ήταν ανάμεσα στους μεγάλους πρωταγωνιστές της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνικής έκρηξης μεταξύ 1960-1970 μαζί με τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες (Κολομβία) και τον Χούλιο Κορτάσαρ (Αργεντινή). Πολλά από τα έργα του ήταν επηρεασμένα από την αντίληψη του συγγραφέα για την περουβιανή κοινωνία και από τις εμπειρίες του ως Περουβιανού.
Γνωστά βιβλία του είναι «Η πόλη και τα σκυλιά» (1963), «Το πράσινο σπίτι» (1965), «Πότε πήραμε την κάτω βόλτα;» (1969), «Ο πόλεμος της συντέλειας του κόσμου» (1981), «Ποιος σκότωσε τον Παλομίνο Μολέρο;» (1986) κ.ά. Το λογοτεχνικό του έργο περιλαμβάνει κωμωδίες, αστυνομικά, ιστορικά και πολιτικά μυθιστορήματα. Πολλά από αυτά, όπως το «Ο Πανταλέων και οι επισκέπτριες», (1973) και το«Η θεία Χούλια και ο γραφιάς» (1977), διασκευάστηκαν και μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο.
Ο Λιόσα υπήρξε πολιτικά ενεργός στο μεγαλύτερο μέρος της πορείας του. Ήταν υποψήφιος πρόεδρος του Περού το 1990 με το κεντροδεξιό κόμμα Δημοκρατικό Μέτωπο (FREDEMO).
Το Νόμπελ
Τον Οκτώβριο του 2010 η Σουηδική Βασιλική Ακαδημία των Επιστημών τίμησε τον Λιόσα, απονέμοντάς του το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας για το Έτος 2010. Ο συγγραφέας τιμήθηκε για «τη χαρτογράφησή των δομών της εξουσίας και τις διεισδυτικές εικόνες της ατομικής αντίστασης, εξέγερσης και ήττας».
Μιλώντας για το βραβείο είχε πει ότι εμπνεύστηκε από τον Γάλλο συγγραφέα Γκυστάβ Φλωμπέρ, «επειδή κατάφερε, χωρίς να είναι γεννημένη ιδιοφυΐα, να οικοδομήσει την ιδιοφυΐα του με προσπάθεια, δέσμευση, επιμονή, πειθαρχία». Όπως έλεγε η λογοτεχνία και η πολιτική συνδέονται μεταξύ τους.
«Είμαι πεπεισμένος ότι η δημοκρατική κουλτούρα, η κουλτούρα που βασίζεται στην ελευθερία, στον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έγινε επειδή είχαμε ανθρώπους που ευαισθητοποιήθηκαν από την τέχνη, τη λογοτεχνία, τον πολιτισμό γενικότερα, σχετικά με τα δεινά, τις αδικίες, τις ανισότητες, τις καταχρήσεις που ήταν τόσο εκτεταμένες στην πραγματική ζωή. Νομίζω ότι η λογοτεχνία είναι απόλαυση, αλλά είναι επίσης ένα πολύ σημαντικό εργαλείο για να προχωρήσει κανείς στη ζωή» έλεγε.