Ο αρχαιολόγος Βαγγέλης Νικολόπουλος γράφει στο Short Stories για τη βραδιά που πέρασε δίπλα στους ιερούς νεκρούς της ανθρωποθυσίας στα Ανεμόσπηλια στην Κρήτη το 1979, στην ιστορική ανασκαφή του Γιάννη και της Έφης Σακελλαράκη την άνοιξη 1979.
«Φοιτητής Αρχαιολογίας, ετών 19, παίρνω το βάπτισμα της έρευνας στα χώματα της αρχανιώτικης γης. Τότε στις βόρειες υπώρειες του όρους Γιούχτα στο Ηράκλειο Κρήτης, όπου ένας θρύλος θέλει να βρίσκεται ο τάφος του Δία, σε μια θέση που την έλεγαν Ανεμόσπηλια, τα ίχνη μιας λαθρανασκαφής στάθηκαν αφορμή για την αποκάλυψη από τον Γιάννη και την Έφη Σακελλαράκη ενός μεσομινωικού ιερού.
Το καλοκαίρι η ανασκαφή στα Ανεμόσπηλια έμοιαζε μυσταγωγία. Μπροστά στα μάτια μας ανοιγόταν επί 33 ημέρες ένα σφραγισμένο μυστικό. Ένα κλειστό εύρημα που έκρυβε στα σπλάχνα του, το σκηνικό της πρώτης τεκμηριωμένης ανθρωποθυσίας ερχόταν σταδιακά στο φως.
Η μυσταγωγία δεν ήταν παρά η συστηματική τεκμηρίωση μιας ρωγμής στον χρόνο, της παγωμένης στιγμής ενός δράματος που είχε ολοκληρωθεί με έναν καταστροφικό σεισμό στα μέσα της 2ης χιλιετίας π.Χ. σε έναν ανεμοδαρμένο, έρημο από τότε τόπο.
Η υποψία για την πληροφορία που μας πρόσφερε η ανασκαφή γινόταν καθημερινά πιο καθαρή. Ο δάσκαλός μας την ψυχανεμιζόταν. Προσπαθούσε να μας τη μεταγγίσει, όχι πάντα με επιτυχία, γιατί ήμασταν ακόμα άγουροι. Θέλαμε να υπερβούμε τον πραγματισμό της ανασκαφικής δεοντολογίας, να προσεγγίσουμε την πιθανή αλήθεια και με το συναίσθημα μαζί με τη γνώση.
Έτσι, πριν από το τέλος της ανασκαφής ζητήσαμε ο Ιάκωβος κι εγώ να επισκεφτούμε νύχτα τον χώρο και να διανυκτερεύσουμε. Ο Σακελλαράκης δίσταζε. Ήμασταν ακόμη παιδιά και η ευθύνη μεγάλη. Αλλά η επιμονή μας τον έκαμψε τελικά. Πήραμε δυο κουβέρτες και κινήσαμε νύχτα για το βουνό. Στα Ανεμόσπηλια βρήκαμε τον νυχτοφύλακα στον χώρο.
Είχε πανσέληνο. Κάτω από το φεγγαρόφωτο νομίζαμε ότι βλέπαμε ένα αρχαίο μονοπάτι που είχε ανιχνεύσει η Έφη Σακελλαράκη να ανηφορίζει από την Κνωσό, να περνά δίπλα από την ανασκαφή, να οδηγεί στο ιερό κορυφής του Γιούχτα. Είχαμε αποφασίσει να μείνουμε έως το πρωί και να περιμένουμε το συνεργείο της ανασκαφής.
Η ανασκαφή πλησίαζε στο τέλος της και τις τελευταίες ημέρες εκείνο το μοναχικό τρίχωρο κτήριο με τον μακρύ προθάλαμο, τον αυστηρό βορεινό προσανατολισμό και την ατελή συμμετρία θαρρείς σκαμμένο μες στον βράχο είχε αποκαλύψει τέσσερις αναπάντεχους νεκρούς, βίαια σκοτωμένους. Έναν πάνω σε βωμό με ένα μαχαίρι στο στήθος.
Με τη νυχτερινή παρουσία μας θέλαμε να σταθούμε λίγο σιωπηλοί κοντά στην αύρα των νεκρών και με τη μετεφηβική μεταφυσική ανησυχία μας να επικοινωνήσουμε μαζί τους μες στη μυστηριακή ατμόσφαιρα που το τοπίο δημιουργούσε. Ο καθαρισμός των νεκρών του κτηρίου είχε σχεδόν ολοκληρωθεί.
Το ειδικό βάρος του χώρου είχε φανεί κι εμείς συνειδητοποιούσαμε πια τη σημασία του. Μιλούσαμε σιγά, κάναμε κρυφά από τον φύλακα αυτοσχέδιες εικονικές προσφορές σε αυτούς τους ξεχωριστούς ανώνυμους που την προηγούμενη μέρα είχαμε φέρει στο φως χωρίς τη θέλησή τους.
Ξέραμε λίγα για τη ζωή, ακόμη λιγότερα για τον θάνατο και ελπίζαμε να βρούμε τον δρόμο προς τη γνώση μέσα από την αρχαιολογία. Ο Ιάκωβος, ευαίσθητος, ευάλωτος σύντομα πέρασε κι εκείνος στη γειτονιά των αγγέλων, κι εγώ είχαμε νιώσει εκλεκτοί που σταθήκαμε για λίγο με δέος δίπλα στους ιερούς νεκρούς στα Ανεμόσπηλια, πριν τους σηκώσει το επόμενο πρωί από την τελευταία τους κατοικία η σκληρή δεοντολογία ανασκαφέων και συντηρητών και τους οδηγήσει στα εργαστήρια, τα αρχαιολογικά προανακριτικά γραφεία, για να μάθουμε το τι, το πώς, ίσως και το γιατί.
Αυτό το βράδυ είχαμε και όχι άλλο. Θυμικό, φαντασιακό, μεταφυσική, αλλά και σεβασμός στην επιστημονική δεοντολογία είχαν συναντηθεί στα Ανεμόσπηλια. Εκείνη η ανασκαφή ήταν εργαστήρι και σχολείο ανθρώπινων σχέσεων μαζί. Το υπερβατικό στοιχείο ήταν παρόν, σε κυρίευε. Το καθήκον σε προσγείωνε. Σαράντα τέσσερα χρόνια μετά οι εικόνες παραμένουν ολοζώντανες.
Ήταν βαρύ εκείνο το εύρημα για τους νεανικούς ώμους μας. Βαριά η εμπειρία για τον πρωτόπειρο που καλούνταν, με τέτοια αποσκευή, να διαχειριστεί το επιστημονικό μέλλον του.
Και πράγματι τα Ανεμόσπηλια με συνοδεύουν σε όλη την έκτοτε ζωή μου.