Ο Αντώνης Σανουδάκης
Του Αντώνη Σανουδάκη - Σανούδου*

Τη δραματουργική μεταγραφή και μετάφραση του ποιητικού αριστουργήματος της Βίβλου “Άσμα Ασμάτων” κάνει ο συγγραφέας Αντώνης Σανουδάκης-Σανούδος στο νέο του βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα.

Το βιβλίο θα παρουσιαστεί τη Δευτέρα 15 Ιανουαρίου στις 7 το απόγευμα, στην αίθουσα “Μανόλης Καλλέργης” του Δήμου Ηρακλείου στην οδό Ανδρόγεω.

Τα έσοδα από την παρουσίαση του βιβλίου θα διατεθούν στην Εταιρεία Προστασίας Ανηλίκων (Στέγη Ανηλίκων).

Για το έργο θα μιλήσουν ο επίκουρος καθηγητής της Πατριαρχικής Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Κρήτης (Π.Α.Ε.Α.Κ.) Χριστόφορος Αρβανίτης και η φιλόλογος-ποιήτρια Ευαγγελία Πετρουγάκη.

Την εκδήλωση συντονίζει η πρόεδρος της Ένωσης Φιλολόγων Ν. Ηρακλείου κ. Λίζα Σκλάβου.

Στο β’ μέρος της εκδήλωσης θα γίνει θεατρικό αναλόγιο σε σκηνοθετική επιμέλεια Αντώνη Περαντωνάκη.

Συμμετέχουν οι: Χρόνης Σαπουντζάκης, Σολομών, Θεοδώρα Κοκκινίδη, Σουλαμίτιδα, Τάσος Καϊσαρλής, Αγαπημένος, χορός Ιωάννα Σταμουλη, φλάουτο Ελένη Βασιλάκη. Ήχος και φως Δημήτρης Χατζάκης.

Το βιβλίο

“Το “Άσμα Ασμάτων” -σημειώνει ο συγγραφέας- “θεωρήθηκε πολύ νωρίς ως το  ωραιότερο ποιητικό έργο της Παλαιάς Διαθήκης, και μάλιστα «οιονεί είδος τι παλαιού ελληνικού ειδυλλίου», κατά τον Π. Ν. Τρεμπέλα, ενώ ο Μ. Βασίλειος το χαρακτηρίζει «ως επιθαλάμιον ωδήν δραματικώς περιπεπλεγμένην» (Migne 13,61).

Σχετικά με τον συγγραφέα, τα πράγματα δεν είναι ξεκάθαρα. Άλλοι το αποδίδουν στον Σολομώντα, λόγω του πρώτου στίχου-επιγραφής, του: «Άσμα ασμάτων, ο εστί τω Σαλωμών», άλλοι το θεωρούν πως γράφηκε από κάποιο σύγχρονό του και άλλοι ότι είναι έργο πολλών, που ενοποιήθηκε τον 4° π.Χ. αιώνα (Γ. Σεφέρης, Edouard Dhorme), ως συλλογή λαϊκών, γαμήλιων ασμάτων.

Το έργο θεωρήθηκε από πολλούς ως λυρικό ποίημα με δυο πρόσωπα, τον αγαπημένο (αδελφηδό) και τη νύφη (Σουλαμίτιδα), με παρεμβάσεις χορού από γυναίκες της Ιερουσαλήμ.

Άλλοι πάλι, όπως π.χ. ο Richelet, Jacobi, Unbreit, Reville, Friedrich, Kauph, Stoendlin, Ewald, Ρενάν, καθώς και ο F. Godet το θεωρούν ότι έχει θεατρική μορφή.

Κατά την προσωπική μας άποψη, το «Άσμα Ασμάτων» ως προς τη μορφή του έχει υποτυπώδη δραματουργική δομή. Συμμεριζόμενοι, εν μέρει, την άποψη των παραπάνω, που διαβλέπουν ότι έχει θεατρική μορφή, διαπιστώνουμε ότι:

Ανεξαρτήτως ποιος είναι ο συγγραφέας του έργου και με ποια μορφή γράφηκε στην αρχή, πάντως στην εποχή της ποιμενικής ζωής του Ισραήλ, όταν γινόταν χρήση μαγικών και αιμομικτικών στοιχείων, που ακροθιγώς συναντώνται στο κείμενο, κάποιος ελληνιστής Εβραίος, κατά τον 4° π.Χ. αιώνα, του έδωσε την τελική μορφή, με επίδραση από το ελληνικό δράμα των κλασικών χρόνων.

Επειδή, όμως, στα αλεξανδρινά χρόνια το δράμα βρισκόταν σε παρακμή, δεν υπήρχε πρωτότυπη παραγωγή, πλην της «νέας αττικής κωμωδίας», στο «Άσμα Ασμάτων» δόθηκε μια σχετική, δραματουργική μορφή και δομή, ως ερωτικό δράμα.

Την τελική αυτή μορφή έχουν υπόψη τους οι 72 ελληνιστές Εβραίοι και, την εποχή του Πτολεμαίου Β’ του Φιλαδέλφου (285- 246 π.Χ.), μεταφράζουν το «Άσμα Ασμάτων», μαζί με τα υπόλοιπα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στα ελληνικά, ως μετάφραση των Ο’, που είναι και η παλαιότερη σωζόμενη μορφή του. Το έργο, ήδη από το 90 π.Χ., σε συνέλευση ραββίνων στη Γιαβνέ της Παλαιστίνης, συμπεριελήφθη στον Ιουδαϊκό Κανόνα, ενώ ήδη από νωρίς συγκαταλέγηκε και στον Κανόνα της χριστιανικής Παλαιάς Διαθήκης”.

Ως προς την ερμηνεία του κειμένου ή καλύτερα τον σχολιασμό του, όπως λέει ο Γ. Ελιγιά «θεωρήθηκε σαν τραγούδι αλληγορικό, με θρησκευτικό νόημα, πρώτα από τους ραββίνους της Συναγωγής» (δηλαδή η νύμφη ερμηνεύεται ως Συναγωγή και ο αδελφηδός ως ραββί- νος), όταν πια έγινε συντηρητική η εβραϊκή θρησκεία. Ακολούθησε και ο χριστιανισμός, από τον 5° μ.Χ. αιώνα, όταν πλέον έχει αναγνωριστεί επισήμως ήδη από τον προηγούμενο, έχει συστηματοποιηθεί και έχει αρχίσει να το σχολιάζει, επίσης, αλληγορικά, με θρησκευτικό περιεχόμενο. Κατά τη χριστιανική Γραμματεία και ερμηνευτική παράδοση, η Σουλαμίτιδα αντιπροσωπεύει την Εκκλησία, ως νύμφη και ο αδελφηδός τον Ιησού, ως νυμφίο της Εκκλησίας.

Διαχρονικά, λοιπόν, υπάρχει αμφισημία ως προς τον λογοτεχνικό-ερωτικό ή τον αλλη- γορικό-θεολογικό χαρακτήρα του ποιήματος και τη θεοπνευστία του ή όχι”. “Σκοπός μας είναι” -επισημαίνεται- “να δοθεί δραματουργικά το υπέροχο έργο, σε μια πιστή φιλολογική-λογοτεχνική μας απόδοση στη νεοελληνική γλώσσα του κειμένου των Ο’ της Παλαιάς Διαθήκης. Κατά την άποψή μας, υπάρχουν τρία πρόσωπα, η Σουλαμίτιδα, ο αδελφηδός (ο αγαπημένος της) και ο βασιλιάς Σολομών.

Την ύπαρξη τρίτου προσώπου, εκτός του αδελφηδού, υποψιάζεται ο Σεφέρης, ενώ ο F. Godet και άλλοι ευθέως αναφέρονται και στον Σολομώντα. Η ύπαρξη, επίσης Χορού, που είναι  μοναδική σε όλη την υπόλοιπη Π.Δ., μαζί με τα τρία πρόσωπα-υποκριτές, ενισχύει την άποψή μας ότι είναι είδος τι «μίμησις πράξεως», ερωτικής δραματουργίας, μετά από ελληνική δραματουργική επίδραση”.

“Στο έργο διακρίναμε” -υπογραμμίζει ο συγγραφέας- την ύπαρξη των μερών του αρχαίου δρΧχορό, άλλοτε συμφωνώντας και άλλοτε διαφοροποιούμενοι  ριζικά από την απόδοση του Godet, που μεταφέρει το «Άσμα Ασμάτων», με αναχρονισμό, στη μορφή του σύγχρονου θεάτρου με πράξεις και σκηνές. Στην παρούσα δραματουργική προσέγγιση το έργο διαρθρώνεται σε Πρόλογο, Πάροδο, Τρία Επεισόδια, δύο Στάσιμα και Έξοδο, όπως στο αρχαιοελληνικό δράμα, ο απόηχος του οποίου είχε φτάσει ως τον 4° π.Χ. αιώνα, στον ελληνιστή Εβραίο, τελικό διασκευαστή του δράματος”.

Σε μια πρώτη δραματουργική μορφή και ανάγνωση, το «Ασμα Ασμάτων» αποδόθηκε, επιτυχώς, σε θεατρικό αναλόγιο, με θερμή επιδοκιμασία του κοινού, από τη θεατρική ομάδα των καθηγητών Νομού Ηρακλείου (ΘΟΚΝΗ), στις 3 Μαΐου 2010, στον κύκλο επτά ομιλιών.”Στις κορυφές της Ποίησης”, στην αίθουσα “Παγοποιείον Ηρακλείου”.