«Η Νέκυια ακουμπά την βαθιά ανάγκη του ανθρώπου να μάθει τι γίνεται “μετά”»

Η ανάγκη να πει μια ιστορία, να φτιάξει έναν κόσμο, να μοιραστεί ένα κείμενο με τους άλλους ανθρώπους, γίνεται  η κινητήριος δύναμη για να παρουσιάσει λίγες, αλλά σημαντικές παραστάσεις-«διαμαντάκια», όπως ο «Ερωτόκριτος» πριν μερικά χρόνια.

Αυτή τη φορά η Ηρακλειώτισσα σκηνοθέτις και ηθοποιός Άσπα Κυρίμη, επέλεξε να μοιραστεί μαζί μας τη λ’ ραψωδία της Οδύσσειας, αυτή που οι Αλεξανδρινοί ονόμασαν “Νέκυια”.

«Η ενασχόληση με την Νέκυια -αναφέρει μιλώντας στο Patris.gr- άρχισε την περίοδο της απομόνωσης λόγω του κορονοϊού. Επικρατούσε τρομερή αβεβαιότητα. Αναρωτιόταν κανείς αν θα ξανάβλεπε τους αγαπημένους του ανθρώπους, αν θα μαζευόμασταν ξανά όλοι μαζί, αν θα είχαμε την ευκαιρία ξανά να βρεθούμε σ΄ ένα θέατρο, έναν κινηματογράφο».

Με γνώμονα την επιστροφή στην αφετηρία, στους «περαζόμενους καιρούς», η σκηνοθέτρια και ηθοποιός επέλεξε την συγκεκριμένη ραψωδία γιατί όπως αναφέρει, ο Οδυσσέας ως αφηγητής ξεπερνάει τον εαυτό του. Το ταξίδι στον Άδη -λέει- και η συνάντησή του με φίλους, συγγενείς, μάντεις και ήρωες στον Κάτω Κόσμο, είναι ο κολοφώνας της αφήγησής του».

Η λ’ ραψωδία είναι η πιο πολυσυζητημένη των ομηρικών επών, γιατί, όπως υπογραμμίζει η κ. Κυρίμη, «μιλά για ένα ταξίδι που όλοι θα θέλαμε να κάνουμε ζωντανοί όντες, εννοείται. Ακουμπά την βαθιά ανάγκη του ανθρώπου να μάθει τι γίνεται “μετά”, αλλά νομίζω πως μιλά και για ένα ταξίδι στον εαυτό, μια γνωριμία με τις λιγότερο γνωστές (ή αρεστές) σε μας πλευρές μας.’’

Ένα κείμενο που δύσκολα το κατακτάς, αλλά με φως που προκύπτει απ’ την ποιότητα της ποίησης, απ’ τις λέξεις του Ομήρου, απ’ το ρυθμό και τη μουσικότητα της γλώσσας, κάνοντας πέρα την ζοφερότητα του θέματος. Και τότε γεννιούνται εικόνες που για τον καθένα είναι διαφορετικές και βαθιά προσωπικές. «Θάλασσα, ένα φως όπως αυτό του απομεσήμερου της Μεγάλης Παρασκευής, ένα νησί στο βάθος, μια ελιά και άσπρες πεταλούδες» αναφέρει η σκηνοθέτρια, η οποία μιλά ακόμα για τις πιο συγκινητικές στιγμές της παράστασης, τις απώλειες και το δικό της Ηράκλειο.

«Το φως προκύπτει απ’ την ποιότητα της ποίησης, απ’ τις λέξεις του Ομήρου, απ’ το ρυθμό και τη μουσικότητα της γλώσσας»

«Ο θεατής θα δει τον παραμυθά Οδυσσέα, αν η παράσταση πετύχει τον στόχο της»

– Μετά τον «Έρωτόκριτο» που ανεβάσατε πριν μερικά χρόνια, επανέρχεστε με την λ’ ραψωδία της Οδύσσειας, αυτή που οι Αλεξανδρινοί ονόμασαν Νέκυια. Πώς αποφασίσατε ότι θα είναι η επόμενή σας δουλειά;

Δεν ξέρω ακριβώς. Νομίζω ότι είναι πάντα η ίδια ανάγκη. Να πεις μια ιστορία, να φτιάξεις έναν κόσμο, να μοιραστείς ένα κείμενο, κάποιες λέξεις, με τους άλλους ανθρώπους. Η ενασχόληση με την Νέκυια άρχισε την περίοδο της απομόνωσης λόγω του κορονοϊού.

Επικρατούσε τρομερή αβεβαιότητα. Αναρωτιόταν κανείς αν θα ξανάβλεπε τους αγαπημένους του ανθρώπους, αν θα μαζευόμασταν ξανά όλοι μαζί, αν θα είχαμε την ευκαιρία ξανά να βρεθούμε σ΄ ένα θέατρο, έναν κινηματογράφο…

Η περίοδος της απομόνωσης τελείωσε αλλά οι καιροί που ακολούθησαν είναι δύσκολοι. Οπότε, ίσως δεν είναι κακό να επιστρέψει κανείς στην αφετηρία, στους «περαζόμενους καιρούς» αναζητώντας κατεύθυνση.

Γιατί από όλες τις ραψωδίες επιλέξατε τη συγκεκριμένη;

Ο Οδυσσέας είναι εξαιρετικά γοητευτικός αφηγητής. Στη λ΄ ραψωδία όμως, ξεπερνάει τον εαυτό του: το ταξίδι στον Άδη και η συνάντησή του με φίλους, συγγενείς, μάντεις και ήρωες στον Κάτω Κόσμο είναι ο κολοφώνας της αφήγησής του.

– Τι θα δει ο θεατής στην παράστασή σας;

Τον παραμυθά Οδυσσέα, αν η παράσταση πετύχει τον στόχο της.

– Γιατί κατά την γνώμη σας είναι η πιο πολυσυζητημένη ραψωδία των ομηρικών επών;

Νομίζω επειδή μιλά για ένα ταξίδι που όλοι θα θέλαμε να κάνουμε ζωντανοί όντες, εννοείται. Ακουμπά την βαθιά ανάγκη του ανθρώπου να μάθει τι γίνεται «μετά», αλλά νομίζω πως μιλά και για ένα ταξίδι στον εαυτό, μια γνωριμία με τις λιγότερο γνωστές (ή αρεστές) σε ‘μας πλευρές μας.

– Είναι ένα κείμενο πρωτοποριακό ακόμα και για την εποχή μας. Ποια είναι τα «συστατικά» που το καθιστούν τόσο σύγχρονο;

Η υπαρξιακή του διάσταση νομίζω, το θάρρος του ήρωα που προκειμένου να λάβει απαντήσεις δε διστάζει να επιχειρήσει το πιο τρομαχτικό απ’ όλα τα ταξίδια, το γεγονός ότι παρουσιάζει τον Κάτω Κόσμο ως ένα σχεδόν οικείο περιβάλλον όπου συναντά κανείς αγαπημένα πρόσωπα, συντρόφους στα ταξίδια, συντρόφους εν όπλοις, ήρωες από το παρελθόν… Και βεβαίως η μεγάλη ποίηση που αντιμετωπίζει τα ερωτήματα κάθε εποχής.

– Ποιες ήταν οι δυσκολίες που αντιμετωπίσατε κατά την προσέγγιση του κειμένου;

Είναι ένα κείμενο που δύσκολα το κατακτάς. Νομίζω πως η μεγαλύτερη δυσκολία ήταν αντιληφθούμε -και να αποδώσουμε κατά το δυνατόν- την αντίστιξη της ζοφερότητας του θέματος και του φωτός που αναδύεται από τις λέξεις του Ομήρου. Σ’ αυτό φυσικά πολύτιμος αρωγός στάθηκε η μετάφραση του Στυλιανού Αλεξίου στα αποσπάσματα της Νέκυιας που έχει μεταφράσει και του Ζήσιμου Σιδέρη στο υπόλοιπο κείμενο.

– Οι εικόνες που δημιουργεί είναι βαθιά προσωπικές. Ποιες ήταν οι δικές σας διαβάζοντας το κείμενο για πρώτη φορά από την στιγμή που αποφασίσατε ότι θα είναι η επόμενή σας δουλειά;

Θάλασσα, ένα φως όπως αυτό του απομεσήμερου της Μεγάλης Παρασκευής, ένα νησί στο βάθος, μια ελιά και άσπρες πεταλούδες.

– Πόσο άλλαξε αυτό όταν γνωρίσατε την ενέργεια της κάθε λέξης;

Νομίζω πως δεν άλλαξε, απλώς οι εικόνες έγιναν πιο καθαρές και πιο επίμονες.

– Ποιες είναι οι πιο συγκινητικές στιγμές το έργου; 

Η συνάντηση του ήρωα με τη μητέρα του και με τον Αίαντα. Τη μητέρα του δεν περίμενε να τη βρει εκεί. Ξέρετε, πολλές φορές έχουμε την εντύπωση πως, όσο εμείς λείπουμε, οι άλλοι παραμένουν ακίνητοι και ίδιοι περιμένοντάς μας. Έχουμε την εντύπωση πως γυρνώντας θα ξαναβρούμε ό,τι αφήσαμε.

Είναι πικρή η στιγμή που αντιλαμβανόμαστε ότι τα πράγματα μπορεί να μην είναι εντελώς έτσι. Σε ό,τι αφορά τον Αίαντα, ο Οδυσσέας δεν έχει λόγο να είναι περήφανος για τη στάση του απέναντί του. Νομίζω πως αυτές είναι οι πιο ειλικρινείς στιγμές του Οδυσσέα.

«Νομίζω πως οι απώλειες και ο πόνος που μας προκαλούν, ίσως ‘’ξεκλειδώνουν’’ περισσότερα μυστικά του κειμένου»

– Οι απώλειες της ζωής μας, βάζουν το κείμενο υπό άλλο πρίσμα;

Νομίζω πως οι απώλειες και ο πόνος που μας προκαλούν, μας μαθαίνουν πράγματα για τον εαυτό μας, τη σχέση μας με τους άλλους, τη στάση μας απέναντι στη ζωή, οπότε υπ’ αυτήν την έννοια, ίσως ‘’ξεκλειδώνουν’’ περισσότερα μυστικά του κειμένου.

– Το αιώνιο ερώτημα της ζωής μετά το θάνατο με ποιο τρόπο απασχολεί την δική σας κατάβαση στη Νέκυια;

Είναι μάλλον αυτό που λέει η μητέρα του Οδυσσέα στο γιο της: «η ψυχή σαν όνειρο φτερουγίζει και φεύγει, αλλά στρέψε γρήγορα τον πόθο σου στο φως κι όλα τούτα μην τα ξεχνάς…», όπως μεταφράζει ο Σεφέρης.

– Παρ’ όλη τη ζοφερή εικόνα, υπάρχουν στιγμές που προκύπτει φως;

Προκύπτει απ’ την ποιότητα της ποίησης, απ’ τις λέξεις του Ομήρου, απ’ το ρυθμό και τη μουσικότητα της γλώσσας.

Τα κριτήρια για την επιλογή έργου

«Να φτιάξεις έναν κόσμο για να τον μοιραστείς με τους άλλους ανθρώπους, ελπίζοντας πως θα τους αφορά»

 

Ποια φράση του ποιητή σας έκανε ιδιαίτερη εντύπωση;

Η φράση του Αχιλλέα: όταν ο Οδυσσέας του λέει να μη στενοχωριέται, να μη θρηνεί που είναι πεθαμένος μα που, και νεκρός ακόμα, απολαμβάνει τόση δόξα και τιμή, ο Αχιλλέας απαντά:

‘’Οδυσσέα, για το θάνατο μη με παρηγορήσεις

ήθελα να ‘μαι χωρικός και να ξενοδουλεύω

σ’ αφέντη δίχως χτήματα, να ‘ναι το βιός του λίγο

παρά να βασιλεύω εδώ, στους πεθαμένους όλους»

Και στον επόμενο στίχο:

«Μα έλα τώρα να μου πεις για το λεβέντη γιο μου, 

Στη μάχη αν πρώτος ρίχνεται ή πίσω κοντοστέκει»

Η αντίφαση είναι υπέροχη, αλλά βεβαίως πρέπει να λάβουμε υπόψιν την αρχαϊκή αντίληψη για το κλέος, την ανδρεία και την πολεμική αρετή.

«Ο Οδυσσέας είναι εξαιρετικά

γοητευτικός αφηγητής. 

Στη λ΄ ραψωδία όμως, 

ξεπερνάει τον εαυτό του»

– Το γεγονός ότι ο Οδυσσέας γνωρίζουμε ότι θα επιστρέψει στη ζωή και στον πάνω κόσμο, ποιο ρόλο παίζει στην ψυχολογία του θεατή;

Νομίζω ότι ίσως μας επιτρέπει να φοβόμαστε εκ του ασφαλούς. Κάπως όταν είμασταν παιδιά και βλέπαμε τρομακτικές ταινίες με τους φίλους μας, φοβόμασταν αλλά φοβόμασταν εκ του ασφαλούς, οι φίλοι ήταν δίπλα μας, ο φόβος ήταν ηδονικό συναίσθημα, τον μοιραζόμασταν, ξέραμε πως δεν κινδυνεύαμε στην πραγματικότητα, αλλά παριστάναμε ότι κινδυνεύουμε. Ο θεατής μπορεί εκ του ασφαλούς να ταξιδέψει μαζί με τον Οδυσσέα στον Ομηρικό Άδη, ξέροντας πως θα επιστρέψει στο φως μαζί με τον ήρωα.

– Ποια είναι τα κριτήρια για να γίνει ένα έργο, έργο σας;

Είναι η ιστορία και ο τρόπος που αρθρώνεται, αυτό που δημιουργεί την ανάγκη να «σηκώσεις» το κείμενο, δηλαδή αυτό που «κείται» στο χαρτί, και να φτιάξεις έναν κόσμο για να τον μοιραστείς με τους άλλους ανθρώπους, ελπίζοντας πως θα τους αφορά και πως κάτι δικό τους, κάτι απ’ τους καιρούς που ζούμε, θα βρουν στον κόσμο αυτό.

 

«Το ΠΣΚΗ είναι ένα πολύτιμο απόκτημα για την πόλη του Ηρακλείου»

 

Πώς κρίνετε την υποδομή του ΠΣΚΗ για την πόλη και τους καλλιτέχνες, κυρίως τους ντόπιους;

Είναι ένα πολύτιμο απόκτημα για την πόλη του Ηρακλείου: προσφέρει γόνιμη καλλιτεχνική ζωή όλο το χρόνο, καλλιτεχνική και πνευματική τροφή αλλά και στέγη στο πολυπληθές και δραστήριο ντόπιο καλλιτεχνικό δυναμικό, έχει την δυνατότητα παραγωγής ακριβών παραστάσεων, διαθέτει αίθουσες με άρτια τεχνική υποδομή και άρα μπορεί να φιλοξενήσει παραγωγές απαιτήσεων απ’ το εξωτερικό και το εσωτερικό, μπορεί να λειτουργήσει εκπαιδευτικά για το νεότερο κοινό, να συμβάλει αποτελεσματικά στην πνευματική παράδοση της πόλης, να προσφέρει μαθήματα μουσικής, υποκριτικής κ.λπ., να γίνει φυτώριο νέων καλλιτεχνών, να εμπνεύσει ανθρώπους…

Είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζουμε δουλειά μας στο ΠΣΚΗ και ευχαριστούμε ιδιαιτέρως τον καλλιτεχνικό διευθυντή κύριο Μύρωνα Μιχαηλίδη που μας έδωσε αυτή τη δυνατότητα και τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργαστήκαμε, που ήταν άψογοι συνεργάτες και εξαιρετικά ευγενείς.

– Αν κάποιος ξένος φίλος σας, σας ζητούσε να τον ξεναγήσετε στο δικό σας Ηράκλειο, πού θα τον πηγαίνατε; 

Στον Κούλε, στα Τείχη, στον Άγιο Τίτο, στο μικρό Άγιο Μηνά, στο Μουσείο, στο Λάκκο, στην Αγορά και στου Κιρκόρ για μπουγάτσα.

Στο ΠΣΚΗ τη Δευτέρα 27 και Τρίτη 28 Ιανουαρίου

Η παράσταση θα παρουσιαστεί τη Δευτέρα 27 και την Τρίτη 28 Ιανουαρίου, στις 9 το βράδυ, στην Πειραματική Σκηνή του ΠΣΚΗ, στον Ειδικό Κύκλο του «Θέατρο της Δευτέρας».

Το έμμετρο κείμενο θεματοποιεί την αφήγηση του Οδυσσέα στους Φαίακες για το ταξίδι του στον Άδη, προκειμένου να πάρει χρησμό απ’ την ψυχή του μάντη Τειρεσία σχετικά με τη δυνατότητα του νόστου του, και για τις συναντήσεις του και με τις ψυχές του Ελπήνορα, της μητέρας του, Αντίκλειας, του Αγαμέμνονα, του Αχιλλέα, του Αίαντα, του Ηρακλή.

Συντελεστές:

Μετάφραση: Στυλιανός Αλεξίου και Ζήσιμος Σιδέρης
Σκηνοθεσία–Ερμηνεία: Άσπα Κυρίμη
Ηχητικό τοπίο: Αθηνά Καψετάκη
Video art: Κατερίνα Αθανασάκη

Προπώληση Εισιτηρίων
Η προπώληση των εισιτηρίων αξίας 15€ (γενική είσοδος) ξεκίνησε και το κοινό μπορεί να τα προμηθευτεί από:

  • το Βιβλιοπωλείο Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης (Δευτέρα, Τετάρτη, Σάββατο: 09:30 – 14:30 και Τρίτη, Πέμπτη, Παρασκευή: 09:30 – 14:00 & 17:30 – 20:30, τηλ. 2813409247).
  • το ticketservices.gr
  • το Πολιτιστικό Συνεδριακό Κέντρο Ηρακλείου, πριν την έναρξη της εκδήλωσης.