Επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα το 2025 προβλέπει ο «Economist» – Το πρόσωπο «κλειδί» και η νομική λύση

Ενα βήμα πριν από τη συμφωνία φαίνεται να είναι η ελληνική με τη βρετανική πλευρά όσον αφορά την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, σύμφωνα με μια σειρά δημοσιευμάτων που προετοιμάζουν την κοινή γνώμη στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως αυτό του «Economist», που βλέπει λύση μέσα στο 2025.

«Το Βρετανικό Μουσείο και η κυβέρνηση μοιάζουν έτοιμοι», σχολιάζει σχετικά το έγκυρο βρετανικό έντυπο, εξηγώντας αναλυτικά πώς μπορούν να ξεπεραστούν τα όποια νομικά και πολιτικά εμπόδια. Βλέποντας με θετικό τρόπο τις κινήσεις της ελληνικής διπλωματίας αλλά και την απόφαση της βρετανικής κυβέρνησης και του νέου διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου να προχωρήσουν σε λύση, το περιοδικό επικροτεί το ελληνικό αίτημα παραπέμποντας στη γενικότερη τάση της αποκατάστασης των πολιτιστικών αγαθών.

Μάλιστα, το άρθρο επιμένει ότι η απόφαση της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι ήδη ειλημμένη και μένει απλώς να αποσαφηνιστούν οι λεπτομέρειες που θα δώσουν λύση στα νομικά προσκόμματα. Οπως όλα δείχνουν, σύμφωνα με πληροφορίες, αυτό θα είναι και το κεντρικό θέμα της επικείμενης συνάντησης του Ελληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον νέο πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου, σερ Κιρ Στάρμερ, στις αρχές Δεκεμβρίου στο νούμερο 10 της Downing Street.

Τι άλλαξε στις διαπραγματεύσεις

Είναι προφανές ότι υπάρχει αλλαγή κλίματος όσον αφορά την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα και σε αυτό έχουν συμβάλει τόσο ο νέος κυβερνητικός σχηματισμός στο Ηνωμένο Βασίλειο όσο και η μεταστροφή της στάσης των ιθυνόντων του Βρετανικού Μουσείου, το οποίο μέχρι πρότινος παρέμενε ανυποχώρητο. Σημαντικό είναι ότι τη διεύθυνσή του έχει πλέον αναλάβει ο Νίκολας Κάλιναν, ο οποίος έχει ταχθεί αναφανδόν υπέρ της αποκατάστασης των πολιτιστικών αγαθών και της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα ενώ έχει καταφέρει να μεταστρέψει και τους επιτρόπους (trustees) του Μουσείου προς αυτή την κατεύθυνση. Σημαντικός είναι, επίσης, ο ρόλος του στις διαπραγματεύσεις τόσο με την ελληνική πλευρά όσο και με τη νέα υπουργό Πολιτισμού της Μεγάλης Βρετανίας Λίζα Νάντι.

Δεν είναι, επίσης, τυχαίο ότι ο νέος διευθυντής του μουσείου είχε σπεύσει να χαιρετίσει τις δηλώσεις του Ελληνα πρωθυπουργού από την αρχή της ανάληψης των νέων καθηκόντων του, κάνοντας λόγο για ιδανική συγκυρία αναφορικά με την επιστροφή των Γλυπτών. Επιπλέον, δεν φοβήθηκε να κατακρίνει δημόσια τον απαρχαιωμένο χαρακτήρα του νόμου που απαγορεύει στο Βρετανικό Μουσείο να επιτρέψει την εξαγωγή θησαυρών προς άλλες χώρες, επικαλούμενος το παράδειγμα όλων των μεγάλων μουσείων που στηρίζουν αυτή την πρακτική.

Σύμφωνα με αυτή τη συνολική πολιτική της εξωστρέφειας που προασπίζεται ο Κάλιναν, το Βρετανικό Μουσείο θα μπορούσε να προβεί σε θετική κίνηση επιστρέφοντας τα Γλυπτά και βελτιώνοντας την αμαυρωμένη εικόνα του, από μια σειρά από σκάνδαλα που έχουν δει το φως της δημοσιότητας. Καθώς ο νέος, φιλόδοξος διευθυντής ηγείται της ριζικής ανακαίνισης του μουσείου, η οποία αναμένεται να ξεπεράσει σε κόστος το 1 δισ. ευρώ, σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα, είναι σημαντικό να προασπίζεται την αλλαγή της πολιτικής του μουσείου εστιάζοντας στα Γλυπτά. Το βασικό επιχείρημά του είναι ότι η ανανέωση των συλλογών του, μέσω της πολιτικής της ανταλλαγής, την οποία προτείνει προς την ελληνική πλευρά το μουσείο, θα τόνωνε ακόμα περισσότερο την επισκεψιμότητα και θα δημιουργούσε μια «win-win» συγκυρία, δηλαδή μια επωφελή κατάσταση για όλες τις πλευρές.

Δεδομένου, μάλιστα, ότι το στόχος του νέου διευθυντή είναι, όπως έχει υποστηρίξει, να αφήσει τη δική του σφραγίδα στην ιστορία του μουσείου και να «κάνω κάτι θετικό» με την κληρονομιά, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί τίποτα σημαντικότερο από τον επαναπατρισμό των Γλυπτών στον τόπο καταγωγής τους. Σύμμαχο του στο σημείο αυτό ο Κάλιναν δεν έχει μόνο συλλήβδην τη βρετανική κυβέρνηση αλλά και τον πρόεδρο του Βρετανικού Μουσείου Τζορτζ Οσμπορν, ο οποίος, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν έχει σταματήσει όλο αυτό το διάστημα τις συνομιλίες με τον Ελληνα υπουργό Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη, οι οποίες μάλιστα έχουν αποδειχθεί και ιδιαίτερα γόνιμες.
Είναι, επομένως, προφανές ότι σε σχέση με τους προηγούμενες διευθυντές ο 46χρονος σήμερα ιστορικός τέχνης είναι ξεκάθαρα πιο ανοιχτός και έχει διαφορετικό όραμα αναφορικά με τα μουσεία προασπιζόμενος έναν άλλον τρόπο διαχείρισης σε σχέση με τους προηγούμενους.

Ο Νίκολας Κάλιναν αντικατέστησε πρόσφατα τον Μαρκ Τζόουνς, ο οποίος είχε αναλάβει χρέη προσωρινού διευθυντή μετά την παραίτηση του Χάρντβικ Φίσερ εξαιτίας του σκανδάλου της κλοπής 2.000 αρχαιοτήτων από τις αποθήκες του Βρετανικού Μουσείου. Αριστούχος με σπουδές στην Ιστορία της Τέχνης στο περίοπτο Courtauld Institute of Art του Λονδίνου, ο Κάλιναν υπόσχεται να ανοίξει μια νέα σελίδα στην ιστορία του πιο περίοπτου μουσείου της χώρας. Ηταν, επίσης, από τους πρώτους που ξεπέρασαν την αρτηριοσκληρωτική αντίληψη που θέλει τους ανθρώπους της τέχνης να τρέφουν επιφυλάξεις αναφορικά με την εμπλοκή μεγάλων χορηγών στη λειτουργία των μουσείων φανερώνοντας διευθυντικές ικανότητες που βρήκαν πολλούς μιμητές στην πορεία, σε διάφορα μουσεία.

Από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε ως βοηθός στο Τμήμα των Επισκεπτών στην Εθνική Πινακοθήκη της Μεγάλης Βρετανίας είδε να αυξάνεται ο αριθμός των αφίξεων στο μουσείο ενώ κατάφερε να προσδώσει μια πιο εξωστρεφή λογική ως τότε υπεύθυνος του Γραφείου Πληροφοριών. Αυτές οι ξεχωριστές ικανότητες είναι που τράβηξαν την προσοχή των επιτρόπων του Βρετανικού Μουσείο, οι οποίοι δείχνουν να αντιλαμβάνονται ότι αυτό πρέπει να βαδίσει προς μια νέα εποχή αλλάζοντας τρόπο σκέψης και συγκεντρώνοντας επιπλέον κεφάλαια μέσω χορηγιών.

Μέχρι πρότινος, το μουσείο εξασφάλιζε τα αναγκαία ποσά για τη λειτουργία του παραχωρώντας τους χώρους του για τη διενέργεια εκδηλώσεων, οι οποίες, όμως, έχουν απειλήσει σοβαρά την ασφάλεια και την ακεραιότητα των θησαυρών που φιλοξενούνται στο μουσείο, μεταξύ των οποίων και τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Αλλάζοντας αυτή τη λογική, ο ικανός Κάλιναν απέδειξε ότι μπορεί να βάλει ακόμα ένα σημαντικό λιθαράκι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, τονίζοντας ότι το μουσείο θα μπορούσε με την ευρύτερη ανακαίνιση και αλλαγή στη λειτουργία του να γυρίσει σελίδα και να ακολουθήσει τη λογική όλων των κορυφαίων μουσείων που στηρίζουν την ανταλλαγή θησαυρών συγκεντρώνοντας παραπάνω επισκέπτες και χρήματα. Εκεί, μάλιστα, εστιάζει ο ίδιος θεωρώντας ότι η ανταλλαγή θα ήταν η καλύτερη φόρμουλα ώστε να ξεπεραστούν οι νομικές δυσκολίες τονίζοντας ότι οι νέοι θησαυροί που θα έρθουν στο μουσείο θα ανανεώσουν το εύρος των επισκεπτών.

Τα αγκάθια στις διαπραγματεύσεις και πώς θα ξεπεραστούν

Τα γνωστά νομικά προβλήματα που έχουν προκύψει τόσο με τον απαρχαιωμένο νόμο του μουσείου όσο και με την άρνηση των Βρετανών να δεχθούν την αναγνώριση της κυριότητας των Γλυπτών στην Ελλάδα, αφού μέχρι πρότινος δεν δέχονταν ότι συνιστούν αντικείμενο κλοπής, ενώ τώρα λένε ότι είναι αμφισβητούμενα, φαίνονται πλέον να επιλύονται διά της διπλωματικής οδού. Τόσο η ελληνική κυβέρνηση όσο και το υπουργείο Πολιτισμού και ο διευθυντής του μουσείου της Ακρόπολης Νίκος Σταμπολίδης έχουν πολλές φορές επικαλεστεί τη διπλωματική επιτυχία της επιστροφής θραύσματος που Παρθενώνα από τη Σικελία θεωρώντας ότι αυτό μπορεί να αποτελέσει το πρότυπο, βάσει του οποίου μπορεί να διαμορφωθεί μια ενδεχόμενη συμφωνία.

Εκτός από τη διεθνή επικύρωση του δικαίου αιτήματος μέσω της σύμβασης της UNESCO, αυτό που έχει κατα καιρούς τονίσει τόσο ο ίδιος ο κ. Σταμπολίδη, όσο και η ελληνική πλευρά -κυβέρνηση και υπουργείο Πολιτισμού- είναι ότι το Βρετανικό Μουσείο μπορεί να βρει έναν νομικό τροπο για να αποφύγει τον σκόπελο του νομικού περιορισμού που του απαγορεύει την επιστροφή των θησαυρών κι εμείς αντίστοιχα να μπορέσουμε να διεκδικήσουμε καθεστώς κυριότητας.

Η ιδανική διπλωματική λύση και για τις δύο πλευρές φαίνεται ότι είναι ο όρος «κατάθεση» που θα μπορούσε να αντικαταστήσει διπλωματικά τον όρο «δάνειο». Πρόκειται για νομικό όρο που χρησιμοποιήθηκε, εν προκειμένω, από την ιταλική κυβέρνηση για την επιστροφή του Θραύσματος Fagan, που είναι και αυτό μέρος του Παρθενώνα, από το Μουσείο του Βατικανού. Επιδεικνύοντας καλή θέληση ο Πάπας Φραγκίσκος άνοιξε διπλωματικά τον δρόμο για την ελληνική πλευρά με απώτερο στόχο την επιστροφή των υπόλοιπων τμημάτων που λείπουν από το γλυπτό του Παρθενώνα και διευκόλυνε τα μάλα την ενδεχόμενη επίτευξη μιας συμφωνίας.

Αυτός είναι και ο λόγος της έντονης αντίδρασης του πρώην Βρετανού πρωθυπουργού Ρίσι Σούνακ, όταν πληροφορήθηκε ότι οι συναντήσεις ανάμεσα στον Ελληνα πρωθυπουργό και τότε αρχηγό της βρετανικής αξιωματικής αντιπολίτευσης έδειξαν καλό κλίμα και κοινή βούληση για εξεύρεση μιας λύσης. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Στράμερ είχε δηλώσει τότε, παρά τις επίσημες αντιδράσεις της κυβέρνησης, ότι θα συνεχιστούν οι συζητήσεις ανάμεσα στην ελληνική και τη βρετανική πλευρά, ενώ ο Τζορτζ Οσμπορν μιλώντας, περίπου την ίδια περίοδο, στο κλειστό ετήσιο δείπνο των επιτρόπων του μουσείου στην γκαλερί Duveen, είχε δηλώσει ότι είναι σύμφωνος με το σενάριο της επιστροφή αφού, όπως είχε πει, είναι η ευκαιρία να «δουμε κι άλλους θησαυρούς από την Ελλάδα εδώ στο Βρετανικό Μουσείο». Ακολούθησε σειρά από δημοσιεύματα που μιλούσαν για προχωρημένες συνομιλίες ανάμεσα στην ελληνική και τη βρετανική πλευρά, κάνοντας λόγο για συμφωνία.

Επρεπε, ωστόσο, να υπάρξει αλλαγή κυβερνητικής σκυτάλης στη Βρετανία προκειμένου να προχωρήσουν ουσιαστικά οι συνομιλίες, όσον αφορά το θέμα της κυριότητας, και να συζητηθεί σοβαρά το θέμα της συναίνεσης. Σύμφωνα με το άρθρο του «Economist», η ελληνική πλευρά εξακολουθεί να επιμένει στην πλήρη κυριότητα -κι αυτό είναι κάτι που έχει τονίσει επανειλημμένως ο διευθυντής του Μουσείου της Ακρόπολης Νίκος Σταμπολίδης- αλλά πλέον είναι ανοιχτή στις προτάσεις δουλεύοντας νομικά προς την επίτευξη της λύσης. Το έντυπο, σχολιάζοντας χαρακτηριστικά την πρόοδο των συνομιλιών που δείχνουν να προχωρούν με ταχύτατο ρυθμό, τονίζει ότι «κάποιου είδους ανταλλαγή αρχαιοτήτων παραμένει η πιο ρεαλιστική έκβαση».

Η τελική λύση

Δεν είναι τυχαίο ότι το περιοδικό επιμένει στο δίκαιο αίτημα της Ελλάδας, επικαλούμενο παραδείγματα πολλών άλλων μουσείων και κρατών που προέβησαν σε ανάλογες ενέργειες, υποστηρίζοντας ότι αυτό προτάσσει η νέα πολιτική των μουσείων παγκοσμίως. Εφόσον όλοι συμφωνήσουν και βρεθεί μια κοινή φόρμουλα, κάτι που, σύμφωνα με τον «Economist» είναι πιθανό να συμβεί μέσα στον επόμενο χρόνο, τότε θα συγκεκριμενοποιηθούν οι όροι της ανταλλαγής στον βαθμό που οι θησαυροί που προτείνουμε εμείς να φιλοξενηθούν από το μουσείο είναι, μάλλον, διαφορετικοί από αυτούς που ζητούν οι Βρετανοί. Και επειδή ο διάβολος βρίσκεται, πάντα, στις λεπτομέρειες, είναι δύσκολο να απαντήσει κανείς τι θα συμβεί τελικά αναφορικά με την κυριότητα των Γλυπτών -μαρμάρων κατά τους Βρετανούς- εφόσον ο μακροχρόνιος δανεισμός δεν μοιάζει να λύνει το θέμα της ιδιοκτησίας.

Ολα δείχνουν, πάντως, ότι η διεθνής κοινή γνώμη, οι θεσμοί και οι φορείς, όσο ακόμα και η ίδια βρετανική κοινωνία, επιθυμούν να δουν τα πανέμορφα γλυπτά του Φειδία από την υπέροχη ζωφόρο με τις σκηνές από τα επιβλητικά Παναθήναια, δηλαδή την παρέλαση του λαού της Αθήνας, να επιστρέφουν στον τόπο τους, κάτω από τη σκιά της Ακρόπολης, μακριά από τα ανήλιαγα δωμάτια του Βρετανικού Μουσείου. Ποιος ξέρει, μπορεί να ήρθε ο καιρός να δούμε τα Γλυπτά που κοσμούσαν το αέτωμα του ναού του Παρθενώνα, ειδικά τα δύο περίτεχνα άρματα που δέσποζαν στα δυο άκρα, το ξεχωριστό της Σελήνης και το «φλογερό», όπως έλεγε ο Πίνδαρος, άρμα του Ηλιου, με τον πανέμορφο θεό να κρατάει με τα τεντωμένα χέρια τα χαλινάρια των τεσσάρων αλόγων και με τα κύματα να το καλύπτουν μέχρι τον λαιμό να ενώνονται και να ζωντανεύουν και πάλι, όπως ακριβώς τα φανταζόταν ο Σεφέρης στις πιο παραστατικές στιγμές του μυθιστορήματός του «Εξι νύχτες στην Ακρόπολη», δηλαδή ως ουσιαστικά κομμάτια της ψυχής της Αθήνας.

Φωτογραφίες: Getty images / Ideal image

ΠΗΓΗ: protothema.gr