Σοκαράς -  Καλή Συκιά : Δύο μαρτυρικοί τόποι αδελφοποιούνται

Ο φετινός εορτασμός της επετείου των 74 χρόνων από το ολοκαύτωμα και την πυρπόληση των ηρωίδων γυναικών και του ενός ηλικιωμένου στην Καλή Συκιά έκρυβε εκπλήξεις και απρόοπτους ιστορικούς θησαυρούς.

Στις κατευθύνσεις αυτές κινήθηκε και η ανάπτυξη του θέματος στην κατάμεστη από κόσμο αίθουσα του πολιτιστικού συλλόγου «Ο Τσιλίβδικας» από τον συγγραφέα και ιστορικό Γιώργο Καλογεράκη, που παρουσίασε μέσα από την προβολή διαφανειών την ιστορική και επιστημονικά τεκμηριωμένη διάσταση των αποτρόπαιων πράξεων του τακτικού γερμανικού στρατού και των Κρητικών συνεργατών του αιμοσταγούς Φριτς Σούμπερτ, που επιτόπια έδινε εντολές και οδηγούσε το «Σώμα Κυνηγών» του στη διάπραξη των απάνθρωπων ενεργειών…

Και αυτή η τεκμηρίωση, όπως αποδείχτηκε, στηρίχτηκε σε έρευνα πολλών χρόνων του ομιλητή, ανατρέχοντας σε αδιαμφισβήτητες πηγές των Αρχών κατοχής, σε επίσημα αρχεία της νεότερης ελληνικής Ιστορίας, σε δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής, σε αποφάσεις, σε ζωντανές μαρτυρίες, σε σπάνιο φωτογραφικό υλικό που διασώθηκε και σε άλλα ντοκουμέντα.

Δεν ξέχασαν…

Και δεν αρκούσε μόνο η εμπεριστατωμένη παρουσίαση της φρίκης το μεσημέρι από τον ερευνητή, καθώς από νωρίς το πρωί στην Καλή Συκιά και στο εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννου μια… αναπνοή από το παλαιό νεκροταφείο που ενταφιάστηκαν οι πυρποληθείσες, συγκεντρώθηκαν κάτοικοι του μαρτυρικού Σοκαρά Ηρακλείου που δέχτηκε τα ίδια χρόνια το θανατικό σε 28 παλικάρια του, αναζητώντας τις ρίζες των οικογενειών τους και για να ανάψουν ένα κερί στη μνήμη των γυναικών που μαρτύρησαν…

Στο προσκύνημα της επιστροφής, σε αυτή τη φάση, ανταποκρίθηκαν με επικεφαλής τον γνωστό μελετητή και ερευνητή της κατοχικής περιόδου, δικηγόρο του Ηρακλείου, Γιώργο Καρτσωνάκη, ίσως και τριάντα απόγονοι των οικογενειών Ορφανού, Κωστάκη, Ανδρεαδάκη και Αλεξάκη της μεσαρίτικης πεδιάδας. Και από αυτά τα σπίτια που ξανάστησαν στον Σοκαρά φεύγοντας από τα χωριά του «Λαγκού» στο νότο του Ρεθύμνου προκατοχικά, για να χορτάσουν μια μπουκιά ψωμί, οκτώ βλαστοί τους… έθρεψαν την περίοδο της γερμανικής κυριαρχίας στην Κρήτη με το αίμα τους το δέντρο της λευτεριάς…

Το αντάμωμα εμπεριείχε βαθιά συναισθήματα συγκίνησης και αδελφοσύνης, οι πόρτες άνοιξαν και καλοδέχτηκαν με ενθουσιασμό «το συγγενολόι» της Μεσαράς, έφτασαν στα τραπέζια τα μπουκάλια με τις ρακές και… τσούγκρισαν στην επανασύνδεση και στην παγίωση των συχνών επαφών. Γιατί δεν ξέχασαν «την παραγγελιά των γεννητόρων τους»…

Οι ώρες σε αυτές τις επαφές ήταν ανατριχιαστικές. Ο κ. Καρτσωνάκης, αν και δραστηριοποιείται επιτυχώς στη μεγαλούπολη της Κρήτης, αναζητούσε τη φύτρα του εδώ και πολλά χρόνια και αφού έφτασε στην πηγή που… ήπιαν για πρώτη φορά νερό οι πρόγονοί του, έφερε χθες και παράδωσε στην πρόεδρο του πολιτιστικού συλλόγου Καλής Συκιάς, Βάσω Μπαμιάκη-Κωστάκη, ακριβό δώρο τις μαρτυρικές καταθέσεις «στη δίκη των δωσίλογων» των Σουμπεριτών και κατοίκων του χωριού για τα πρωτοφανή γεγονότα που βίωσαν από κοντά.

Όμως, πέρα από τους δεσμούς αίματος που έφεραν πολύ κοντά τις οικογένειες, λόγοι ιστορικοί των δυο μαρτυρικών τόπων με κοινή μοίρα στους αγώνες απελευθέρωσης, μετά από κοινή συμφωνία οδηγούν σε αδελφοποίηση τις κοινωνίες της Καλής Συκιάς και του Σοκαρά. Προς τούτο, από κοινού αποφάσισαν να κινήσουν για υλοποίηση τις σχετικές διαδικασίες και ίσως σε σύντομο χρόνο να υπάρξει πρακτικό αποτέλεσμα.

 

74 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΥΡΠΟΛΗΣΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΚΑΛΗ ΣΥΚΙΑ

Το λάφυρο από κουσκουσέ κατέληξε από έναν Γερμανό στα Σφακιά

Αλλά το πρωινό της εκδήλωσης στην Καλή Συκιά είχε και μια ακόμη έκπληξη που προκάλεσε ανατριχίλα και πληθώρα συναισθημάτων, όταν εμφανίστηκε με ένα από τα… λάφυρα της λεηλασίας των σπιτιών του χωριού τις μέρες της καταστροφής, ένας λυγερόκορμος νέος Κρητικός, ο Αντώνης Καπαδουκάκης, ο επονομαζόμενος Αναγνώστης, από την Εξώπολη Αποκορώνου Χανίων.

Το κουσκουσένιο λάφυρο  κατέληξε από έναν Γερμανό στα Σφακιά

Έφερε μαζί του στο χώρο του πολιτιστικού συλλόγου σε μια τσάντα ένα υφαντό, ίσως και κοντά ενός αιώνα, έναν κουσκουσέ, που το είχε υφάνει η γυναίκα της Καλής Συκιάς στον αργαλειό και κλάπηκε από Γερμανό στρατιώτη από σπίτι του χωριού κατά την αφαίμαξη. Ο Γερμανός το μετέφερε και το κράτησε «στο τάγμα του στην Εξώπολη» και όταν δόθηκε η ευκαιρία με ένα υφαντό σεντόνι και ένα τμήμα κρητικής πατανίας το αντάλλαξε με άνθρωπο της οικογένειας «για μια νταμιτζάνα ρακή»…

Αναζητώντας τον τόπο προέλευσης του κουσκουσέ, ο κ. Καπαδουκάκης, συγκεντρώνοντας πολλές πληροφορίες από πολλές πηγές, εντόπισε με ασφάλεια την Καλή Συκιά ως χωριό της λεηλασίας. Θεώρησε, λοιπόν, ιερό καθήκον του να επιστρέψει το κειμήλιο στον τόπο του, που ενδεχομένως να εκτεθεί με άλλα αντικείμενα σε μουσειακό χώρο που πιθανόν να δημιουργηθεί μελλοντικά.