Τα νέα ευρήματα στο ανακτορικό κτήριο της Ζωμίνθου που αναδεικνύουν διαφορετικές πτυχές καθώς και την πολυτέλεια στις λατρευτικές τελετές που πραγματοποιούνταν ήδη από την Παλαιοανακτορική περίοδο (1900-1700 π.Χ), παρουσιάστηκαν από την ανασκαφέα, επίτιμη έφορο Αρχαιοτήτων, δρ Έφη Σαπουνά-Σακελλαράκη, σε εκδήλωση του υπουργείου Πολιτισμού με γενικό τίτλο «Δεν είναι όλα εφήμερα».
Ήταν μια ανοικτή γιορτή που φιλοξενήθηκε την περασμένη Κυριακή στο Εθνικό Θέατρο, όπου παρουσιάστηκαν οι σημαντικές στιγμές του 2018 που όπως φαίνεται θα αφήσουν το πολιτισμικό τους αποτύπωμα, όπως επιλέχθηκαν από τους Πολιτιστικούς Οργανισμούς, τις Διευθύνσεις και τις Εφορείες Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟΑ. Το Υπουργείο Πολιτισμού συμπεριέλαβε την ανασκαφή της Ζωμίνθου υπό τη διεύθυνση της δρος Έφης Σαπουνά-Σακελλαράκη στις σημαντικότερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις του 2018.
Ζωμινθος 2018 – Νέα στοιχεία
Η ομιλία της Έφης Σαπουνά-Σακελλαράκη, στην εκδηλωση είναι η ακόλουθη:
“Η Ζώμινθος είναι η εντυπωσιακη ανακάλυψη ανακτορικού κτηρίου που είχε εντοπισθεί από τον Γιάννη Σακελλαράκη, στον Ψηλορείτη, σε αντίθεση με τα λοιπά ανακτορικά κέντρα που έχουν ιδρυθεί χαμηλά.
Οι ανασκαφές στον γοητευτικό αυτόν χώρο με πλούσια νερα, πανίδα και χλωρίδα, αποκάλυψαν ένα δαιδαλώδες κτήριο, έργο ευφυούς αρχιτέκτονα, γύρω στο 1700 π.Χ., με πλατείς διαδρόμους, τοίχους που σωζονται σε ύψος μέχρι και 3 μ., βιοτεχνικό τομέα με εργαστήρια, επίσημες υπόστυλες και τοιχογραφημένες αίθουσες, φωταγωγούς, ιδιωτικούς χώρους, κλιμακοστάσια διαφόρων τύπων εσωτερικά, αίθρια, βωμούς και πολλά πολύτιμα κινητά ευρήματα όπως χρυσό έλασμα, λίθινο βωμίσκο με ιερογλυφική γραφή, χάλκινα και πήλινα ειδώλια, διπλούς πελέκεις, σφραγίδες λίθινα περίαπτα/ μενταγιόν, ζωγραφισμένα αγγεία.
Θρησκευτικό κεντρο
Το 2018 η ανασκαφή έδωσε νέες πληροφορίες, εξαιρετικά ενδιαφέρουσες για την εκμετάλλευση του φυσικού τοπίου και τη συνέχεια της χρήσης σε ορισμένους τομείς. Ιδιαιτερα σε χώρο που βρισκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα του κτηρίου ανασκάφηκε υπαίθριος βραχώδης ιερός χώρος, της περιόδου των παλαιών ανακτόρων (1900-1700 π.Χ.), όπου ετελείτο η λατρεία με αποθέσεις στις σχισμές των βράχων, ένα χάσμα για υγρές προσφορές, υποτυπώδης βωμός σκαλισμένος στον βράχο, πάνω και γύρω από τον οποίο βρεθηκε πλήθος οστών βοοειδών, προβάτων, ελαφιών του τύπου dama dama. Πάνω από αυτόν τον χώρο θεμελιώθηκε κτίσμα διώροφο ή και τριώροφο γύρω στο 1700 π.Χ. με πλακόστρωτα δάπεδα και ξύλινο πατάρι.
Οι τρεις χώροι επικοινωνούσαν μεταξυ τους με κλίμακες. Στους πάνω ορόφους βρέθηκαν πλήθος από αγγεια διαφόρων τύπων, που σημαίνει ότι γίνονταν «συμποτικά γεύματα», τμήμα από «κύπελλο κοινωνίας» μαζί με χάλκινο κοχλιάριο και τελετουργικά σκεύη (ρυτά), που χρησίμευαν σε ειδικές τελετές καθώς και θυμιατήρια για τον εξαγνισμό (λατρευτική πράξη) του χώρου (με τον περίφημο στύρακα).
Του τρίτου ορόφου σώθηκε το κατώφλι ανόδου πού επικοινωνει με χώρο που διατηρουσε κίστες για τη φύλαξη πιθανώς πολύτιμων αντικειμένων. Την εικόνα αυτού του χώρου γνωρίζουμε από αποσπασματικά σωζόμενο λίθινο ρυτό από την Κνωσό και σφράγισμα από τα Χανιά.
Σε άλλο χώρο, στο ΒΑ τμήμα του κτηρίου, σε χώρο που συνδέεται με ολιγοπρόσωπη λατρεία, όπως δείχνουν τα θρανία και κεντρικό χάσμα, βρέθηκε το 2018 μαζί με πλήθος κεραμεικής εξαιρετικά ενδιαφέρον λατρευτικό αγγείο (ρυτό) σε σχήμα ταυροκεφαλής.
Με όσα έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη είναι φανερό ότι η Ζώμινθος ήταν ένα θρησκευτικό κέντρο που υποκαθιστούσε τους χειμερινούς μήνες, όταν δεν υπήρχε πρόσβαση, το Ιδαίο άντρο, όπου κατά την κρητική μυθολογία ανατράφηκε αλλά και ετάφη ο Κρηταγενής Δίας. Ένα ιερό με διεθνή ακτινοβολία…
Η Ζώμινθος, όμως, ήταν και κέντρο ελέγχου των θησαυρών του Ιδαίου όπου συγκεντρώνονταν από αφιερώματα προσκυνητών προερχόμενων από την Ανατολή, την Αίγυπτο και όλη την ανατολική Μεσόγειο.
Η πολυτέλεια στη δόμηση του κτηρίου της Ζωμίνθου υποδηλώνει ότι στον τόπο αυτόν κατοικούσε κάποιος βασιλεύς-ιερέας, γόνος της Κνωσιακής δυναστείας πού συγκέντρωνε τον πλούτο του Ψηλορείτη, το μαλλί από τα πρόβατα, τα βότανα, τα αρωματικά ή τα φαρμακευτικά φυτά – όπως το γνωρίζουμε από τις πινακίδες της Κνωσσού – τα οποία διοχέτευαν στις ξένες αγορές”.