Αφού ο λαγοκέφαλος ήρθε στις θάλασσές μας για να μείνει, ας τον αξιοποιήσουμε! «Αποκτώντας εμπορική αξία, το ψάρι αυτό θα αλιεύεται από την παράκτια αλιεία, περιορίζοντας έτσι τους πληθυσμούς του, και επιτρέποντας στα γνωστά ενδημικά εμπορικά είδη να αυξηθούν και πάλι», αναφέρει, σε συνέντευξή του στην «Π» ο αναπληρωτής διευθυντής του ΙΘΑΒΒΥΚ, Δρ Ιωάννης Νέγκας.
Μιλάει, ακόμα, για το πρόγραμμα LagoMeal, το οποίο συντονίζει, και τις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει σήμερα ένας επιστήμονας που ασχολείται με την θαλάσσια έρευνα.
Η συνέντευξη έχει ως εξής:
Ο λαγοκέφαλος χαρακτηρίζεται και «φονιάς του βυθού». Μπορεί να αποδειχτεί, τελικά, ότι είναι θησαυρός;
«Τα τελευταία χρόνια η εισβολή θαλάσσιων αλλόχθονων ειδών που σημειώνεται στη Μεσόγειο και στις ελληνικές θάλασσες είναι μαζική. Από αυτά, αρκετά προκαλούν σημαντικά οικολογικά προβλήματα και παράλληλα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην τοπική οικονομία, καθώς επηρεάζουν την αλιεία και τον τουρισμό, και ονομάζονται εισβολικά ή χωροκατακτικά ξενικά είδη.Η Ε.Ε. έχει υπολογίσει πως το οικονομικό αποτύπωμα των αλλόχθονων ειδών κυμαίνεται στα 12 δισ. ευρώ ετησίως. Ένας χαρακτηριστικός λεσσεψιανός μετανάστης είναι ο λαγοκέφαλος.
Ο λαγοκέφαλος είναι ένα θαλάσσιo αλλόχθονο εισβολικό σαρκοφάγο ψάρι του οποίου η σάρκα και τα εντόσθια περιέχουν μια πολύ ισχυρή νευροτοξίνη. Η τετροδοτοξίνη αυτή, εάν καταναλωθεί από ανθρώπους μπορεί να προκαλέσει σοβαρή τροφική δηλητηρίαση, ακόμη και τον θάνατο.
Επιπλέον, οι αλιείς και ιδιαίτερα στις περιοχές της Κρήτης και των Δωδεκανήσων διαμαρτύρονται για καταστροφές στα εργαλεία, μείωση στα αλιεύματα λόγω θήρευσης από το λαγοκέφαλο, αύξηση του χρόνου που απαιτείται για το ξεψάρισμα ή/και την επισκευή των εργαλείων και ζητούν την άμεσα εύρεση βιώσιμων λύσεων. Ως τέτοιες έχουν αναφερθεί κατά καιρούς οι αποζημιώσεις, ανάπτυξη επιλεκτικών εργαλείων, εμπορευματοποίησή του, αλλά και εφαρμογή πρακτικών «επικήρυξης» όπως στην περίπτωση της Κύπρου.
Σε μια πιο πρόσφατη κοινωνικο-οικονομική προσέγγιση, οι αλιείς αναφέρουν ότι η συχνότητα σύλληψης ξεπερνά το 50%, ενώ οι ποσότητες κυμαίνονται από 10% έως και σε πολλές περιπτώσεις >50% του συνολικού αλιεύματος.
Στόχος του προγράμματος είναι η μετατροπή του λαγοκέφαλου από μη βρώσιμο ψάρι που εκτοπίζει ή/και τρέφεται με εμπορικά είδη, σε ένα ‘αξιοποιήσιμο’ ψάρι, που δε θα απορρίπτεται στη θάλασσα. Αποκτώντας εμπορική αξία, το ψάρι αυτό θα αλιεύεται από την παράκτια αλιεία, περιορίζοντας έτσι τους πληθυσμούς του, και επιτρέποντας στα γνωστά ενδημικά εμπορικά είδη να αυξηθούν και πάλι».
Πώς θα μπορούσαν οι αλιείς, οι οποίοι πλήττονται από την εισβολή του λαγοκέφαλου, να αποκομίσουν οφέλη από το πρόγραμμα Lagomeal;
«Τα αποτελέσματα του έργου θα δώσουν το οικονομικό κίνητρο στους αλιείς να εκφορτώνουν τα ανεπιθύμητα αυτά απορριπτόμενα είδη με αποτέλεσμα την αύξηση των εισοδημάτων τους.
Εμμέσως, λόγω της μείωσης του πληθυσμού από την εξαλίευση, αναμένεται να περιοριστεί η καταστροφή των αλιευτικών εργαλείων και το κόστος αντικατάστασής τους, θα υπάρχει ένας επιπλέον οικονομικός πόρος για τους αλιείς και θα μειωθεί η πίεση λόγω θήρευσης από τον λαγοκέφαλο σε είδη τα οποία αποτελούν είδη-στόχο των αλιέων. Έτσι, συνολικά αναμένεται περαιτέρω αύξηση του εισοδήματος τους».
Πώς σχετίζεται αυτή η δράση με την ιχθυοκαλλιέργεια;
«Η ιχθυοκαλλιέργεια αποτελεί τη σημαντικότερη πηγή διαθεσιμότητας ιχθύων παγκοσμίως, έχοντας ξεπεράσει την ελεύθερη αλιεία. Για την Ελλάδα η ιχθυοκαλλιέργεια αποτελεί σήμερα μια από τις σημαντικότερες παραγωγικές δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα. Η αύξηση όμως αυτή των προϊόντων υδατοκαλλιέργειας απαιτεί την αύξηση της παραγωγής ιχθυοτροφών.
Για αυτό τον λόγο η βιομηχανία βρίσκεται διαρκώς στη διαδικασία εύρεσης βιώσιμων πρώτων υλών έναντι των εισαγόμενων ιχθυάλευρων, στα οποία βασίζονται σε μεγάλο βαθμό οι ιχθυοτροφές.
Το κόστος διατροφής στα είδη που εκτρέφονται στις ελληνικές θάλασσες κυμαίνεται από 50-70% του συνολικού κόστους παραγωγής. Συνολικά ο κλάδος ξοδεύει περίπου 300.000.000 ευρώ/έτος σε ιχθυοτροφές και ως εκ τούτου η μείωση του κόστους και η διαθεσιμότητα πρώτων υλών που παράγονται τοπικά θα επιφέρει πολύ μεγάλη οικονομική ανακούφιση.
Στην Ελλάδα σήμερα λειτουργούν πέντε μονάδες παραγωγής ιχθυοτροφών με ετήσια παραγωγή περίπου 250.000 τόνων και αξία 300.000.000 ευρώ. Για τη παραγωγή αυτών των ποσοτήτων ιχθυοτροφών χρησιμοποιούνται κατά μέσο όρο 50.000 τόνοι εισαγόμενου ιχθυάλευρου με κόστος περίπου 70.000.000 ευρώ ετησίως. Η δυνατότητα παραγωγής σε τοπικό επίπεδο ιχθυαλεύρου με σταθερή σύσταση, υψηλή διατροφική αξία και ανταγωνιστική τιμή θα έχει πολλαπλά οφέλη στην αλιεία, ιχθυοκαλλιέργεια και περιβάλλον».
Συχνά λέμε ότι καταναλώνουμε περισσότερα από όσα παράγουμε. Η ιχθυοκαλλιέργεια μπορεί να λύσει αυτό το πρόβλημα;
«Η διασφάλιση επαρκών τροφίμων σε έναν πληθυσμό που αναμένεται να ξεπεράσει τα 9 δισεκατομμύρια έως τα μέσα του αιώνα παραμένει μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας (FAO).
Η εκτροφή υδρόβιων οργανισμών είναι ένας από τους ταχύτερα αναπτυσσόμενους τομείς τροφίμων στον κόσμο, παρέχοντας σήμερα στον πλανήτη περίπου το ήμισυ του συνόλου των ψαριών που καταναλώνονται παγκοσμίως.
Η παγκόσμια παραγωγή προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας σημείωσε νέο ρεκόρ και ανήλθε σε 200 εκατομμύρια τόνους ετησίως. Πάνω από 50% της παραγωγής προέρχεται από την υδατοκαλλιέργεια, σημαντικά αυξημένο ποσοστό από το 25% το έτος 2000. Στον αντίποδα, η κατάσταση των φυσικών θαλάσσιων αλιευτικών πόρων για τα αποθέματα θαλάσσιων ψαριών, συνέχισε να μειώνεται. Το ποσοστό των ιχθυαποθεμάτων που βρίσκονται σε βιολογικά βιώσιμα επίπεδα μειώθηκε από 90% το 1974 σε 66% το 2017.
Ποιες είναι όμως οι ανάγκες κατανάλωσης ιχθυρών. Για πάνω από 60 χρόνια, η παγκόσμια κατανάλωση ψαριών τροφίμων αυξάνεται με ρυθμό σημαντικά υψηλότερο από εκείνο της παγκόσμιας αύξησης του πληθυσμού. Κατά την περίοδο 1961-2017, ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης της συνολικής κατανάλωσης ψαριών τροφίμων ήταν 3,1%, ξεπερνώντας τον ετήσιο ρυθμό αύξησης του πληθυσμού (1,6%). Κατά κεφαλήν, η κατανάλωση ψαριών αυξήθηκε από 9 κιλά το 1961 σε 21 κιλά σήμερα, με μέσο ρυθμό περίπου 1,5% ετησίως την ίδια περίοδο.
Είναι ξεκάθαρο από τις τάσεις που περιγράφονται ότι ο κλάδος της υδατοκαλλιέργειας καλείται να καλύψει τη διαφορά παραγωγής και ζήτησης των ιχθυρών».
Σήμερα ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει ένας επιστήμονας που ειδικεύεται στη θαλάσσια έρευνα;
«Σχετικά με την έρευνα που αφορά τον τομέα της υδατοκαλλιέργειας στην Ελλάδα, κατά την άποψή μου, η μεγαλύτερη πρόκληση είναι χρηματοδοτική συνέχεια. Η εκτροφή των θαλάσσιων μεσογειακών ειδών, όπως το λαβράκι, η τσιπούρα και τα νέα εκτρεφόμενα είδη, είναι μια πρόσφατη παραγωγική δραστηριότητα και κατά συνέπεια υπάρχουν πολλά θέματα σε όλα τα στάδια εκτροφής που δεν έχουν λυθεί.
Σήμερα η χρηματοδότηση για την έρευνα σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο βασίζεται στην υλοποίηση ανταγωνιστικών προγραμμάτων τα οποία έχουν συνήθως διάρκεια τριών έως τεσσάρων ετών. Δεδομένου ότι η εκτροφή των ειδών αυτών έχει παραγωγικό κύκλο 16 – 20 μηνών η δυνατότητα εκτεταμένης και επαρκούς έρευνας ανά πρόγραμμα/θέμα είναι σχετικά περιορισμένη.
Τα θέματα έτσι τις περισσότερες φορές λύνονται μερικώς. Λύση στο πρόβλημα θα ήταν μια συνεχής χρηματοδότηση για την έρευνα στην υδατοκαλλιέργεια από κρατικούς και παραγωγικούς φορείς όπως γίνεται από πρωτοπόρες χώρες του κλάδου όπως η Νορβηγία».
Πρόγραμμα LagoMeal
Το πρόγραμμα LagoMeal χρηματοδοτείται από την Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων – Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αλιείας και Θάλασσας – Έργα Καινοτομίας στην Υδατοκαλλιέργεια (ΕΠΑΛΘ 2014-2020) με συνολικό προϋπολογισμό περίπου 390.000 €. Ο συντονιστής του προγράμματος είναι ο Δρ. Ιωάννης Νέγκας από το ΙΘΑΒΒΥΚ-ΕΛΚΕΘΕ, με προϋπολογισμό περίπου 320.000 €.
Στο πρόγραμμα συμμετέχει επίσης και ΙΘΑΒΙΠΕΥ του ΕΛΚΕΘΕ με υπεύθυνη την Δρ. Παρασκευή Καραχλέ. Από πλευράς ΕΚΕΦΕ-Δημόκριτος συμμετέχει το Ινστιτούτο Νανοεπιστήμης και Νανοτεχνολογίας (ΙΝΝ), Εργαστήριο Νανοτεχνολογίας Πλάσματος με υπεύθυνο τον Δρ. Γιώργο Κόκκορη.
Τέλος, η εταιρεία της κας Ιωάννα Ν. Αργυρού Σύμβουλοι Επιχειρησιακής Ανάπτυξης ΝΑΥΣ Μ.Ε.Π.Ε. θα εκπονήσει Μελέτη Σκοπιμότητας – Βιωσιμότητας μονάδων παραγωγής ιχθυαλεύρου από λαγοκέφαλο και Μελέτη Ανάλυσης Κόστους – Οφέλους της παραγωγής του ιχθυάλευρου το οποίο θα περιγράφει τη διαδικασία συλλογής και συγκέντρωσης των αλιευμένων ποσοτήτων στο σημείο (ή σημεία) επεξεργασίας και παραγωγής του.