Αυξάνεται διαρκώς η κατανάλωση ενέργειας στον πλανήτη. Τα τελευταία στοιχεία που δημοσιοποίησε τη Δευτέρα η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (ΔΥΕ) και τα οποία αφορούν την προηγούμενη χρονιά έδειξαν ότι το 2024 η κατανάλωση ενέργειας αυξήθηκε κατά 2,2% συγκριτικά με το 2023 και έφθασε σε επίπεδα-ρεκόρ. Ενδεικτικός της τεράστιας ζήτησης είναι ο ρυθμός ετήσιας αύξησης της κατανάλωσης, που ήταν σχεδόν διπλάσιος από το μέσο όρο της δεκαετίας 2013-2023 (1,3%).
Μια χαρακτηριστική εξέλιξη των νέων στοιχείων της ΔΥΕ είναι το ότι για πρώτη φορά η συμμετοχή του πετρελαίου υποχώρησε κάτω από το 30% σε ό,τι αφορά στη συνολική παραγωγή ενέργειας στον πλανήτη. Πριν από μια 50ετία – μιλάμε για το έτος 1974, εν μέσω της πρώτης παγκόσμιας πετρελαϊκής κρίσης δηλαδή – το αντίστοιχο ποσοστό είχε φθάσει στο ιστορικά κορυφαίο ποσοστό 46%.
Στους αντίποδες, η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε το 2024 κατά περισσότερο από 4% συγκριτικά με την αμέσως προηγούμενη χρονιά, ξεπερνώντας σε παγκόσμια κλίμακα τις 1.100 τεραβατώρες. Για να έχει κανείς μια τάξη μεγέθους, θα μπορούσε να αναλογιστεί ότι τόση περίπου είναι η ετήσια κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος στην Ιαπωνία, την τέταρτη σε μέγεθος οικονομία του πλανήτη. Το ποσοστό 4% αντιπροσωπεύει εξάλλου τη μεγαλύτερη αύξηση που έχει καταγραφεί ποτέ αν εξαιρεθούν οι χρονιές που η παγκόσμια οικονομία ανέκαμπτε από μια διεθνή οικονομική ύφεση.
Ανανεώσιμες πηγές και πυρηνικά
Βάσει των στοιχείων της ΔΥΕ, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η πυρηνική ενέργεια παρείχαν το 80% της πρόσθετης ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώθηκε το 2024. Αθροιστικά η αιολική ενέργεια, η ηλιακή και η πυρηνική για πρώτη φορά συμμετείχαν κατά περισσότερο από 40% στη συνολική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας παγκοσμίως.
Ελπιδοφόρο από περιβαλλοντικής απόψεως είναι το γεγονός ότι από τα ορυκτά καύσιμα η κατανάλωση φυσικού αερίου είναι αυτή που αυξήθηκε περισσότερο το 2024 – κι αυτό παρά το εμπάργκο της Ευρώπης στο ρωσικό φυσικό αέριο. Ειδικότερα, η κατανάλωση φυσικού αερίου αυξήθηκε παγκοσμίως κατά 115 δισ. κυβικά μέτρα (σε ποσοστό 2,7%), ενώ την προηγούμενη δεκαετία η μέση ετήσια αύξηση ήταν 75 δισ. κυβικά μέτρα.
Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας σημειώνει τέλος ότι οι λεγόμενες αναδυόμενες οικονομίες ή αναπτυσσόμενες χώρες ευθύνονται για το 80% της αύξησης της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας που κατεγράφη παγκοσμίως κι αυτό σε μια συγκυρία κατά την οποία ο ρυθμός ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας υποχωρεί, όπως παρατηρεί το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων. Αύξηση της κατανάλωσης κατά 1% κατεγράφη και στις ανεπτυγμένες χώρες, έπειτα από χρόνια πτώσης.
Το στοίχημα του άνθρακα
Η ΔΥΕ δεν πρόλαβε να συνεκτιμήσει την πρόσφατη ανακοίνωση του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ότι θα εντατικοποιηθεί η παραγωγή «όμορφου, καθαρού άνθρακα» στις ΗΠΑ και προέβλεψε ότι το 2025 θα είναι η πρώτη χρονιά κατά την οποία οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα συμβάλουν σε ποσοστό 35% (κατά το ένα τρίτο δηλαδή) στην ηλεκτρική ενέργεια που θα παραχθει στον πλανήτη. Η Υπηρεσία θεωρεί ότι εφέτος ο άνθρακας θα πάψει να είναι η μεγαλύτερη πηγή παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος.
Εν πάση περιπτώσει, το στοίχημα της παραγωγής – και των εκπομπών – άνθρακα ακόμα δεν έχει κριθεί. Η ούτως ή άλλως ανησυχητική διαπίστωση είναι ότι τα δάση έχουν πάψει πλέον να αποτελούν τον «πνεύμονα» του πλανήτη. Σύμφωνα με διεθνή μελέτη που δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα και στην οποία μετείχαν ερευνητικά Ινστιτούτα από πολλές χώρες, τα τελευταία τριάντα χρόνια η μεγάλη συσσώρευση άνθρακα δεν γίνεται στα δάση του πλανήτη, αλλά στα εδάφη, στα υδάτινα υποθέματα, σε υγροβιότοπους και εν γένει σε «αναεροβικά περιβάλλοντα», δηλαδή σε περιβάλλοντα στερούμενα οξυγόνου.
Μόνο 6% στα δάση
«Τα ευρήματα της έρευνας ανατρέπουν τις πεποιθήσεις μας. Πιστεύαμε ότι ένα μεγάλο μέρος της αποθήκευσης άνθρακα γινόταν από ζωντανή βλάστηση στα δάση, αλλά τελικά η πλειονότητα των καταβόθρων άνθρακα βρίσκεται σε εδάφη, σε αποθέματα νερού και σε υγροβιόπους», εξηγεί στη «Les Echos» ο Ζαν-Πιερ Βινιερόν, διευθυντής ερευνών στο INRAE και ένας από τους δύο Γάλλους ερευνητές που συμμετείχαν στη μελέτη.
Σύμφωνα με την ανάλυση των ροών άνθρακα τις τελευταίες δεκαετίες, μόνο το 6% του παγκόσμιου άνθρακα έχει συσσωρευτεί στα δάση. «Η χωρητικότητα αποθήκευσης άνθρακα στις μεγάλες δασικές εκτάσεις έχει μειωθεί κυρίως λόγω διαταραχών που συνδέονται με την υπερθέρμανση του πλανήτη και με τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Τα δάση υποφέρουν κυρίως από την αποψίλωση, τις ανεξέλεγκτες πυρκαγιές και την ξηρασία», επισημαίνει ο γάλλος μηχανικός.
Πηγή: ΟΤ