Έρευνες νότια και νοτιοδυτικά της Κρήτης αρχίζει το εμβληματικό πλοίο της Greenpeace “Artic Sunrise” από σήμερα και για τέσσερις συνολικά εβδομάδες.
Σκοπός της έρευνας είναι να καταγραφεί η παρουσία κητωδών στην περιοχή με ιδιαίτερη έμφαση στις φάλαινες – φυσητήρες και της φάλαινα – ζιφιό.
Η έρευνα έχει ως στόχο της να ενισχύσει αφενός την κατανόηση της κατανομής, της ταυτότητας και της αφθονίας των συγκεκριμένων ειδών, αλλά και να αναδείξει την οικολογική σημασία της συγκεκριμένης περιοχής, η οποία προορίζεται για έρευνα και εκμετάλλευση πετρελαίου και ορυκτού αερίου.
Το ταξίδι του πλοίου έρχεται να εμπλουτίσει τη γνώση και το πολύτιμο έργο της περιβαλλοντικής οργάνωσης Ινστιτούτο Κητολογικών Ερευνών Πέλαγος, η οποία υπερασπίζεται για περισσότερα από 25 χρόνια την προστασία των κητωδών και των οικοσυστημάτων τους. Το Πέλαγος κρούει εδώ και καιρό τον κώδωνα του κινδύνου για την περιοχή από το ενδεχόμενο εξορύξεων, τονίζοντας την ανάγκη να προστατευτεί.Η Greenpeace τονίζει με τη σειρά της για άλλη μία φορά την έντονη αντίθεσή της στις εξορύξεις υδρογονανθράκων και την ανάγκη αποτελεσματικής προστασίας της περιοχής, απαιτώντας την ακύρωση όλων των σχεδίων για εξόρυξη υδρογονανθράκων στη χώρα και έναν ενεργειακό σχεδιασμό για 100% καθαρή ενέργεια το αργότερο ως το 2050. Όπως επισημαίνει η Greenpeace, τα δυνητικά αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου δεν αναμένεται να χρησιμοποιηθούν για εγχώρια κατανάλωση, αντίθετα, η ελληνική κυβέρνηση θα διεκδικήσει ένα “Cash Royalty”, το οποίο είναι ένα μικρό ποσοστό της αξίας παραγωγής.
Η οργάνωση θυμίζει επίσης, ότι με βάση τα πρόσφατα δημοσιεύματα, η ισπανική Repsol αποχώρησε συνολικά από την Ελλάδα και από τα οικόπεδα Ιωαννίνων, Αιτωλοακαρνανίας και πρόσφατα και από το Ιόνιο.
Δημοσιεύματα επίσης φέρουν και τα ΕΛΠΕ να έχουν επιστρέψει τα δικαιώματα των οικοπέδων Άρτα-Πρέβεζα και ΒΔ Πελοπόννησος πίσω στο ελληνικό δημόσιο. Εδώ μπορείτε να δείτε συνολικά ποιες εταιρείες έχουν επιστρέψει τα δικαιώματα εξόρυξης και ποιες εταιρείες τα διατηρούν ακόμα. Βάσει χρονοδιαγράμματος, όπως απορρέει από τη σύμβαση των εταιρειών με το Δημόσιο, οι σεισμικές έρευνες εκεί μπορούν να λάβουν χώρα μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2022.
Γι’ αυτό και η Greenpeace επισημαίνει ότι δεν μπορεί να μείνει αμέτοχη στο σχέδιο της Ελλάδας να εξορύξει υδρογονάνθρακες στη νότια Κρήτη, που αντιβαίνει στη λογική μίας δίκαιης και πράσινης ανάκαμψης αλλά και ενός βιώσιμου και ειρηνικού μέλλοντος για τη χώρα και την Ανατολική Μεσόγειο.
«Δυστυχώς, ο στόχος της ΕΕ για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στο 55% μέχρι το 2030 και το 43% της Ελλάδας (με βάση το 1990) απέχει πολύ από τον στόχο της επιστήμης για συγκράτηση της ανόδου της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη στο 1,5C. Η Greenpeace αντιτάθηκε δημόσια στις εξορύξεις ΥΑ στην περιοχή της Ηπείρου με το “SOS για την Ήπειρο” από το 2018 και πανηγύρισε την αποχώρηση της Repsol από εκεί» αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση.
Η Greenpeace υποστηρίζει επίσης ότι νέες μελέτες επιβεβαιώνουν ότι οι σχεδιαζόμενες εξορύξεις άνθρακα, πετρελαίου και αερίου –εφόσον υλοποιηθούν –οδηγούν την αύξηση της πλανητικής θερμοκρασίας πάνω από το ασφαλές όριο του +1,5°C, παραβιάζοντας τη Συμφωνία του Παρισιού και παραδίδοντας τον πλανήτη στο έλεος της αυτοτροφοδοτούμενης υπερθέρμανσης.
Γι’ αυτό και η οργάνωση ζητά, οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα να ανακοινώσουν σχέδιο δράσης και χρονοδιάγραμμα για την πλήρη και ουσιαστική απανθρακοποίηση των παραγωγικών δραστηριοτήτων τους τα επόμενα χρόνια και εν γένει την ευθυγράμμιση του επιχειρηματικού του μοντέλου με τους στόχους της Συμφωνίας για το Κλίμα του Παρισιού και τις υποδείξεις της επιστήμης για τον 1,5°C.
Να σταματήσει παράλληλα η χρήση των ορυκτών καυσίμων στην Ελλάδα όσο πιο κοντά στο 2040 είναι εφικτό και να υιοθετηθούν φιλόδοξες πολιτικές για το κλίμα, την ενέργεια και τη βιοποικιλότητα, ώστε η χώρα να καταστεί κλιματικά ουδέτερη και να μεταβεί σε μία οικονομία μηδενικού ισοζυγίου το αργότερο ως το 2045.
Όπως τονίζει η Greenpeace, οι εξορύξεις υδρογονανθράκων θεωρούνται επικίνδυνες και αποτελούν απειλή για το θαλάσσιο οικοσύστημα, τον τουρισμό και την αλιευτική δραστηριότητα. Θα επηρεάσουν αρνητικά περιοχές όπου ο τουρισμός κυρίως – και η αλιεία δευτερευόντως – καλύπτει το 50% (ως και το 75% σε κάποιες περιοχές) του συνόλου της οικονομικής τους δραστηριότητας.Σύμφωνα με μελέτη του WWF Ελλάς, σε περίπτωση καταστροφικής διαρροής πετρελαίου, για περίοδο 25 ετών ο σοβαρότερος αντίκτυπος αναμένεται στον τουριστικό τομέα. Παρόλο που οι απώλειες στην αλιεία είναι μικρότερες σε απόλυτο μέγεθος λόγω του μικρού οικονομικού μεγέθους της βιομηχανίας, ο αλιευτικός τομέας θα μπορούσε να χάσει έως και 17% των εσόδων του σε εθνικό επίπεδο μέσω άμεσων (μείωση αλιευμάτων) και έμμεσων (όπως δυσφήμιση προϊόντων) παραγόντων.
Τα λειτουργικά περιστατικά ρύπανσης από πετρέλαιο (μικρότερα σε μέγεθος και ένταση ρύπανσης, αλλά πιο συχνά) θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε 300 εκατομμύρια ευρώ οικονομικές απώλειες για την Κρήτη. Από την άλλη, μόνο ένα σοβαρό περιστατικό ρύπανσης από πετρέλαιο στην Κρήτη θα μπορούσε να προκαλέσει οικονομικές ζημιές άνω των 2 δις ευρώ, ενώ εκτιμάται ότι θα χαθούν περισσότερες από 40.000 θέσεις εργασίας.