Σημαντική βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας και μείωση του κόστους χρηματοδότησής τους καταγράφουν οι τράπεζες, χάρη στην εντεινόμενη αποκλιμάκωση του ELA από τον Μάιο και μετά. Για τις τράπεζες, η απεξάρτηση από τον ELA (στον οποίο προσέφυγαν από τον Φεβρουάριο του 2015 όταν η ΕΚΤ διέκοψε την πρόσβασή τους στη φθηνή χρηματοδότηση) αποτελεί στόχο πρώτης προτεραιότητας. Μάλιστα, η Εθνική Τράπεζα έχει θέσει ως στόχο την εξάλειψη του ELA μέσα στο 2017.
Από την αρχή του έτους, οι τράπεζες έχουν καταφέρει να μειώσουν την εξάρτησή τους από τον ακριβό δανεισμό του ELA κατά 5,6 δισ. ευρώ. Με βάση το τελευταίο αίτημα που διατύπωσε η ΤτΕ στο δ.σ. της ΕΚΤ στις 2 Αυγούστου, το ανώτατο όριο παροχής έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA) καθορίστηκε στα 38,9 δισ. ευρώ για το διάστημα μέχρι τις 7 Σεπτεμβρίου. Πρόκειται για μείωση κατά 1,6 δισ. ευρώ, η οποία ακολουθεί τη μείωση του ELA κατά 2,8 δισ. ευρώ που καταγράφηκε τον Ιούνιο.
Σημειώνεται ότι το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι ο δανεισμός των τραπεζών από τον ELA ανερχόταν σε 52,8 δισ. ευρώ και ακόμη έναν χρόνο πριν -το 2015 της επιβολής των capital controls- στα 88,9 δισ. ευρώ. Έκτοτε, δηλαδή, οι τράπεζες έχουν καταφέρει να μειώσουν κατά 50 δισ. ευρώ την εξάρτησή τους από τον ELA, γεγονός που προφανώς δεν ταυτίζεται με ισόποση επιστροφή καταθέσεων, αλλά αντανακλά τη σταδιακή ομαλοποίηση του κλίματος εμπιστοσύνης προς τη χώρα κατόπιν της υπογραφής των μνημονίων και των αξιολογήσεων του ελληνικού προγράμματος.
Η μείωση του ELA είναι πιστωτικά θετική και για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, καθώς μειώνει το κόστος χρηματοδότησής τους και τις χρεώσεις για κρατικές εγγυήσεις που χρησιμοποιούνται ως ενέχυρα για την άντληση της έκτακτης ρευστότητας. Αυτό αποτυπώθηκε στα βελτιωμένα βασικά προ προβλέψεων έσοδα που ανακοίνωσαν οι τράπεζες το α΄ τρίμηνο του 2017 (αυξήθηκαν συνολικά κατά 98 εκατ. ευρώ από το α’ τρίμηνο του 2016), κυρίως λόγω της βελτίωσης των καθαρών επιτοκιακών περιθωρίων και των χαμηλότερων χρεώσεων για τις κρατικές εγγυήσεις.
Οι τελευταίες, ως υψηλής ποιότητας ενέχυρα, χρησιμοποιούνται ολοένα και περισσότερο από τις τράπεζες για τη χρηματοδότησή τους από τη διατραπεζική αγορά των repos. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα, αυτές οι βραχυπρόθεσμες διατραπεζικές συναλλαγές repos έχουν αρνητικά επιτόκια λόγω της υψηλής ποιότητας των εγγυήσεων που διακρατούν οι αντισυμβαλλόμενες διεθνείς τράπεζες.