Μνημόνια και Ελληνική οικονομία

Προειδοποιήσεις για το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, το έλλειμμα επενδύσεων και τις διογκωμένες οφειλές του Δημοσίου προς ιδιώτες, διατυπώνει το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο σε έκθεση που έδωσε χθες  στη δημοσιότητα για τις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές εξελίξεις.

Το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο αναφέρει ότι το 2018 το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παρουσίασε έλλειμμα ύψους 5,27 δισ. ευρώ (2,9% του ΑΕΠ), αυξημένο κατά 2,1 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2017 (έλλειμμα 1,8% του ΑΕΠ). Η επιδείνωση αυτή οφείλεται στις αυξήσεις των ελλειμμάτων των ισοζυγίων αγαθών και πρωτογενών εισοδημάτων κατά 2,65 δισ. ευρώ και 871 εκατ. ευρώ αντίστοιχα.

Ειδικότερα, το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών διαμορφώθηκε στα 22,489 δισ. ευρώ με τις εξαγωγές να ανέρχονται στα 32,37 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 15,5% σε σχέση με πέρυσι, ενώ οι εισαγωγές ανήλθαν σε 54,86 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 14,6%.

Η επιδείνωση αυτή του ισοζυγίου αγαθών προέρχεται από την αύξηση των ελλειμμάτων στα ισοζύγια καυσίμων και λοιπών αγαθών κατά 1,463 δισ. ευρώ και 1,175 δισ. ευρώ αντίστοιχα, καθώς και από τη μικρή επιδείνωση κατά 17 εκατ. ευρώ του ισοζυγίου πλοίων. Όσον αφορά το ισοζύγιο υπηρεσιών, η αύξηση του πλεονάσματος κατά 1,3 δισ. ευρώ. (+7,3%) οφείλεται κατά κύριο λόγο στη βελτίωση του ταξιδιωτικού ισοζυγίου.

Το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο αναφέρεται στην ελαφρά χαμηλότερη άνοδο του ΑΕΠ το 2018 (κατά 1,9%), έναντι του σχεδιασμού της κυβέρνησης. Συγκεκριμένα, τονίζει ότι οφείλεται κατά βάση στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και στην ταχύτερη αύξηση των εξαγωγών σε σχέση με τις εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, αλλά η δημόσια κατανάλωση διατηρήθηκε για ένα ακόμα έτος με αρνητικό πρόσημο (-2,5%) συναρτώμενη ευθέως με την επίτευξη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων.

Αναφέρει επίσης ότι η κάμψη των επενδύσεων (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου) προβληματίζει, ειδικά όταν οι προοπτικές για διατηρήσιμη μεγέθυνση -περί το 2%- τα επόμενα χρόνια στηρίζονται στο σενάριο ισχυρής ετήσιας αύξησης των επενδύσεων άνω του 10%.

Επίσης σημειώνεται ότι ως ποσοστό του ΑΕΠ, οι επενδύσεις παραμένουν σε χαμηλό επίπεδο. To ύψος τους υπολείπεται σημαντικά του αντίστοιχου ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ είναι χαμηλότερο και σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες που εξήλθαν από τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής.

Σύμφωνα με την έκθεση τον Ιανουάριο του 2019, οι συνολικές ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις (συμπεριλαμβανομένων των εκκρεμών επιστροφών φόρων) ανήλθαν σε 2,06 δισ. ευρώ, οριακά αυξημένες σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, ενώ παρόμοια είναι η μεταβολή που παρατηρείται στο συσσωρευμένο υπόλοιπο ληξιπρόθεσμων οφειλών της Γενικής Κυβέρνησης.

«Παρά τη σημαντική συρρίκνωση του αποθέματος ληξιπρόθεσμων τα τελευταία έτη, δεν κατέστη δυνατή η πλήρης εκκαθάρισή τους, ούτε τον Αύγουστο του 2018 όπως αρχικά είχε τεθεί, αλλά ούτε μέχρι τον Φεβρουάριο του 2019. Πρόκειται για μία ανοιχτή πρόκληση προς τη δημοσιονομική διαχείριση για το τρέχον έτος», σημειώνεται και τονίζεται πως και η εξέλιξη των ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων του Ελληνικού Δημοσίου παραμένει αυξητική, γεγονός που αποδίδεται τόσο στην σύνθεση του παλαιού ληξιπρόθεσμου κεφαλαίου όσο και στη συνεχιζόμενη υστέρηση των εισπράξεων έναντι των νέων ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων.