To υπερβάλλον ποσό καλούνται να επιστρέψουν όσοι δικαιούχοι «φουσκωμένων» συντάξεων πρόλαβαν να τις πάρουν πριν παγώσει η έκδοσή τους. Το νέο πλαφόν που ορίστηκε στις 4.608 ευρώ, το δωδεκαπλάσιο της εθνικής σύνταξης, αφορά όλες τις νέες κύριες συντάξεις γήρατος, αναπηρίας και χηρείας που εκδόθηκαν από τον Μάιο του 2016 και τις επανυπολογισμένες με βάση τον νόμο Κατρούγκαλου.
Με την τροπολογία που κατέθεσε την ύστατη ώρα ο υπουργός εργασίας Γιάννης Βρούτσης, προκαλώντας την αποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ και του Μέρα 25, μπαίνει τέλος στις χρυσές συντάξεις οι οποίες έφθαναν τις 10.000, 15.000 ακόμα και 24.000 ευρώ.
Οι χαμένοι που δε θα δουν ποτέ την υψηλή σύνταξη που προσδοκούσαν είναι κυρίως πρώην υψηλόβαθμα στελέχη των ΔΕΚΟ και των τραπεζών, διπλοασφαλισμένοι μηχανικοί, γιατροί, συμβολαιογράφοι και δημοσιογράφοι.
Το ανώτατο όριο αφορά και κάθε είδους προσαυξήσεις στις συντάξεις. Δηλαδή αφορά και τους διπλοασφαλισμένους σε δύο πρώην ταμεία που λαμβάνουν προσαύξηση στη σύνταξή τους και έχουν καταβάλει διπλές εισφορές.
Ωστόσο από το πλαφόν εξαιρούνται οι δικαιούχοι επιδομάτων τετρα-παραπληγίας και απολύτου αναπηρίας ακόμα και αν λαμβάνουν υψηλές συντάξεις, λόγω των αυξημένων αναγκών αυτών των ατόμων. Δηλαδή το μικτό ποσό σ΄αυτές τις περιπτώσεις προσαυξάνεται κατά το ποσό που αντιστοιχεί.
Oι τυχόν διαφορές ποσών συντάξεων θα αναζητούνται άτοκα ως καλοπίστως εισπραχθέντα και θα επιστρέφονται με παρακράτηση σε ποσοστό 20% της μηνιαίας καταβαλλόμενης σύνταξης έως της τελικής εξόφλησης.
Ποιοι θα κληθούν να επιστρέψουν πίσω χρήματα; Σύμφωνα με το υπουργείο εργασίας περίπου 224 άτομα που έχουν ήδη λάβει συντάξεις έως 7.000 ευρώ. Στον αέρα μένουν όμως και ορισμένοι παλαιοί συνταξιούχοι οι οποίοι έλαβαν πέρυσι γενναίες αυξήσεις καθώς από τον επανυπολογισμό της σύνταξής τους προέκυψε αρνητική προσωπική διαφορά. Σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο, οι αυξήσεις θα δοθούν σε 5 δόσεις, δηλαδή σε βάθος 5 ετών. Πέρυσι πήραν την πρώτη δόση. Σε κάποιες περιπτώσεις οι δικαιούχοι θα «πλαφονάρουν» πριν την ολοκλήρωση της χορήγησης των αυξήσεων.
Πάντως το νέο ενιαίο ανώτατο όριο που αντιστοιχεί σε 20 χρόνια ασφάλισης θεωρείται υψηλότερο σε σχέση:
Α. με τα ανώτατα ποσά συντάξεων που είχαν θεσπιστεί μεταβατικά μέχρι 31.12.2018 με το άρθρο 13 του ν.4387/2016 για όσους ήταν ήδη συνταξιούχοι κατά την 13.5.2016 και ανέρχονταν στις 2.000 ευρώ (για μία σύνταξη) ή 3.000 (για περισσότερες συντάξεις) και
Β. με τα ανώτατα όρια συντάξεων που ίσχυαν μέχρι την έναρξη εφαρμογής του ν.4387/2016 και τα οποία προκειμένου για τους μέχρι 31/12/1992 ασφαλισμένους των ειδικών ταμείων ανέρχονταν στο ποσό των 2.773 ευρώ, για δε τους ασφαλισμένους του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ στο ποσό των 2.373,5 ευρώ.
Οι συντάξεις θα αποτελούνται πλέον από:
- Την εθνική σύνταξη 345 έως 384 ευρώ ανάλογα με τα έτη ασφάλισης.
- Την ανταποδοτική σύνταξη η οποία υπολογίζεται αφενός με βάση τις συντάξιμες αποδοχές του ασφαλισμένου και αφετέρου με τα ποσοστά αναπλήρωσης που ορίζει ο νόμος Κατρουγκαλου.
Οπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, ο υπολογισμός της ανταποδοτικής σύνταξης από το έτος 2002 έως το 2016 είχε ως αποτέλεσμα σε συγκεκριμένες περιπτώσεις την απονομή συντάξεων που αλλοίωναν την αρχή της ανταποδοτικότητας και της δίκαιης αναδιανομής που θα πρέπει να διέπουν με όρους δικαιοσύνης το ασφαλιστικό σύστημα, εξασφαλίζοντας τη βιωσιμότητα αυτού και επάρκεια παροχών.
Σύμφωνα με την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, από την προωθούμενη διάταξη υπάρχει εξοικονόμηση της τάξης των 550.000 ευρώ για το τρέχον έτος, 1,31 εκατ. ευρώ για το 2020, 1,57 εκατ. ευρώ για το 2021, 1,70 εκατ. ευρώ για το 2022 και 1,85 εκατ. ευρώ για το 2023.