Εκεί στα τέλη του 2019, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έφερε μια φωτογραφική διάταξη με την οποία αμνηστεύει τα τραπεζικά στελέχη από κάθε ποινική ευθύνη για αδικήματα που διαπράττουν. Η ρύθμιση αυτή έχει ισχύ έως την 1η Ιουλίου του 2024.
Η παραπάνω ρύθμιση ήταν προκλητική, καθώς είχε αναδρομική ισχύ με αποτέλεσμα να μείνουν στο απυρόβλητο τραπεζικά στελέχη που σχετίζονταν με ηχηρές δικογραφίες, οι οποίες μπήκαν (χάρη στη ρύθμιση αυτή) στο αρχείο. Για τον λόγο αυτό, είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από τον νομικό κόσμο και τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Την παραπάνω ρύθμιση που ο νυν υπουργός Δικαιοσύνης Γιώργος Φλωρίδης υποσχέθηκε το 2023 πως θα την καταργήσει. Συγκεκριμένα, στις αρχές Ιουλίου του 2023, κατά τις προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησης Μητσοτάκη, ο Γ. Φλωρίδης είχε προαναγγείλει τις αλλαγές αυτές για το ακαταδίωκτο των τραπεζιτών, κατηγορώντας…. τον ΣΥΡΙΖΑ για τον νόμο της Ν.Δ.
Τότε, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, αφού επίσης επέρριψε ευθύνες στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, άδειασε τον υπουργό Δικαιοσύνης, λέγοντας ότι «ο κ. Φλωρίδης εξέφρασε πάγιες δικές του απόψεις, οι οποίες δεν έχουν συζητηθεί στο υπουργικό συμβούλιο».
Δύο μήνες μετά, τον Σεπτέμβριο του 2023, ο Γιώργος Φλωρίδης απέρριψε την τροπολογία του ΣΥΡΙΖΑ για την κατάργηση της ποινικής ασυλίας των τραπεζιτών, κάνοντας λόγο για «αποσπασματική» νομοθέτηση και για «λόγους εντυπώσεων», ενώ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να φέρει ο ίδιος σχετική ρύθμιση. Ο Γ. Φλωρίδης επανήλθε τον Νοέμβριο του ίδιου έτους και δεσμεύθηκε ξανά πως θα μπει τέλος στο ακαταδίωκτο των τραπεζιτών.
Ενδιάμεσος η ΤτΕ μέσω τροπολογίας
Χθες το βράδυ, με μια νυχτερινή τροπολογία για το Πόθεν Έσχες, ο Γ. Φλωρίδης ουσιαστικά πήρε πίσω τις παραπάνω δεσμεύσεις του, καθώς έβαλε σε ρόλο… εισαγγελέα την Τράπεζα της Ελλάδος. Συγκεκριμένα, το άρθρο 2 της εν λόγω τροπολογίας αναφέρει ξεκάθαρα ότι η αρμόδια εισαγγελική αρχή θα ζητά από την Τράπεζα της Ελλάδος την πρόταση δύο επιθεωρητών της ΤτΕ, οι οποίοι θα συντάσσουν σχετική έκθεση για το εάν υπάρχει παράβαση ή όχι. Πιο απλά, δύο επιθεωρητές της ΤτΕ θα αποφασίζουν εάν τραπεζικά στελέχη έχουν παραβεί τους κανόνες.
Συγκεκριμένα, το άρθρο 2 της τροπολογίας με τίτλο «Έκθεση Επιθεωρητών Τράπεζας της Ελλάδος προς τον σκοπό διεύρυνσης στρατιωτικών υποθέσεων» αναφέρει: «Κατά τη διενέργεια της προκαταρκτικής εξέτασης για την αξιόποινη πράξη που προβλέπεται σε δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 390 του ποινικού κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95) αν η απιστία στρέφεται κατά πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος και αφορά σε αναδιάρθρωση ή διαγραφή δανείων οφειλών ή χρεών, ή στρέφεται κατά του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, η αρμόδια εισαγγελική αρχή ζητά από την Τράπεζα της Ελλάδος την πρόταση δύο επιθεωρητών αυτής, οι οποίοι με βάση τα στοιχεία της δικογραφίας συντάσσουν έκθεση, με την οποία διαπιστώνεται παράβαση ή μη του κανονιστικού πλαισίου που διέπει τις αλλαγές του κάθε φορέα και η ύπαρξη βέβαιης και οριστικής ζημίας που συνδέεται αιτιωδώς με την τυχόν παράβαση και έχει προκληθεί στην περιουσία του πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος ή του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας όπως αυτή αξιολογείται κατά τον σκοπό του ιδρυτικού νόμου καθώς, και το ύψος αυτής».
«Αξιοποιούνται οι γνώσεις ειδικών…»
Μοιραία, η τροπολογία επέφερε τη σφοδρή αντίδραση των κομμάτων της αντιπολίτευσης στη Βουλή. Προσπαθώντας να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, ο παριστάμενος υφυπουργός Οικονομικών Χρίστος Δήμας, ισχυρίστηκε πως «αξιοποιούνται οι γνώσεις ειδικών» και πως διαπιστώνεται «με αμερόληπτο τρόπο» εάν υπάρχει απιστία.
Όπως είπε λοιπόν ο Χρ. Δήμας, η συγκεκριμένη διάταξη αφορά το αδίκημα της απιστίας σε βαθμό κακουργήματος, όταν στρέφεται κατά πιστωτικών ιδρυμάτων, κατά χρηματοδοτικών ιδρυμάτων και κατά του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Η τροπολογία προβλέπει ότι στο διαδικαστικό στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης ζητείται πραγματογνωμοσύνη από ειδικούς της ΤτΕ και με αυτή διαπιστώνεται αν τηρήθηκαν ή αν δεν τηρήθηκαν οι κανόνες της ΤτΕ, διαπιστώνεται αν υπάρχει ζημία, το ακριβές ύψος αυτής και αν συνδέεται αιτιωδώς με την τυχόν παράβαση, είπε ο υφυπουργός Οικονομικών και πρόσθεσε: «Η πραγματική αξία αυτής της διάταξης είναι ότι σε ένα περίπλοκο ρυθμιστικό πλαίσιο αξιοποιούνται οι γνώσεις ειδικών. Επιτρέπει να διαπιστωθεί, με αμερόληπτο τρόπο, αν συντρέχει η αντικειμενική υπόσταση της απιστίας. Η άσκηση της ποινικής δίωξης δεν εξαρτάται από υποκειμενικές σταθμίσεις της εισαγγελικής αρχής».
Ο Χρίστος Δήμας είπε ότι μέχρι σήμερα, για την απιστία κατά πιστωτικού ιδρύματος απαιτείτο έγκληση για να ασκηθεί ποινική δίωξη. «Αυτή η διάταξη καθιερώνει μια ειδική μορφή πραγματογνωμοσύνης, επί περίπλοκων ζητημάτων. Πρέπει όποιος χορηγεί το δάνειο ή κάνει αναδιάρθρωση ή πωλεί μετοχές του δημοσίου, όπως το ΤΧΣ, να έχει τη βεβαιότητα ότι αν τηρήσει τους κανόνες δεν θα έχει προβλήματα. Όλοι καταλαβαίνουμε ότι σε διαφορετική περίπτωση τόσο τα δάνεια ή οι αναδιαρθρώσεις ή η αποεπένδυση από τις τράπεζες θα πάγωναν την οικονομική δραστηριότητα», είπε επίσης ο κ. Δήμας.
«Δεν υπάρχει επαναφορά της ασυλίας…»
Σε ανάλογο πνεύμα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος διέψευσε πως η ρύθμιση αυτή φέρνει ασυλία για τα τραπεζικά στελέχη, ωστόσο παραδέχθηκε και αυτός πως παρεμβάλλεται η Τράπεζα της Ελλάδος. Μάλιστα, έφτασε στο σημείο να υποστηρίξει ότι η ρύθμιση αυτή «ενισχύει την ποινική διαδικασία… της δίνει μεγαλύτερο κύρος, μεγαλύτερη αξιοπιστία…».
«Δεν υπάρχει επαναφορά της ασυλίας», ισχυρίστηκε και πρόσθεσε: «Είναι λάθος αυτή η εκτίμηση και η διατύπωση. Ενισχύουμε τη διάταξη που ψηφίσαμε και ισχύει από 1η Ιουλίου, με ένα επιπλέον διαδικαστικό στάδιο στην προκαταρκτική εξέταση, που ζητεί ουσιαστικά πραγματογνωμοσύνη από ειδικούς της Τράπεζας της Ελλάδος. Γιατί; Γιατί με αυτή την πραγματογνωμοσύνη θα διαπιστώνεται από τα πλέον αρμόδια χείλη, αν τηρήθηκαν ή όχι οι κανόνες της Τράπεζας της Ελλάδος. Δηλαδή αν υπήρχε ζημία και ποιο είναι το ακριβές ποσό της ζημίας, ούτως ώστε να μπορούν στη συνέχεια οι δικαστικοί λειτουργοί που τρέχουν μια προκαταρκτική εξέταση να προχωρήσουν στα περαιτέρω. Είναι εντελώς διαφορετική αυτή η ρύθμιση. Είναι ενισχυτική ρύθμιση».
Οι αντιδράσεις
«Φανταζόμαστε ότι ο νομοθέτης εννοεί πως ο εισαγγελέας που ελέγχει μια υπόθεση είναι άσχετος…», είπε απευθυνόμενος στην κυβέρνηση ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Παππάς. Και πρόσθεσε: «Ζητάτε από τον εισαγγελέα να συμβουλευτεί εμπειρογνώμονες της ΤτΕ που αποφασίζουν αν υπήρξε παράβαση ή όχι».
Από το ΠΑΣΟΚ ο Μιχάλης Κατρίνης χαρακτήρισε την τροπολογία ως «κατάπτυστη» που «δένει τα χέρια των εισαγγελέων». Δεν δίστασε να καταγγείλει την κυβέρνηση για «κοινοβουλευτικό πραξικόπημα», ζητώντας την απόσυρση της τροπολογίας.
Για «διαρκή κατάχρηση εξουσίας διά της νομοθετικής οδού» κατηγόρησε την κυβέρνηση η βουλευτής της Νέας Αριστεράς Έφη Αχτσιόγλου και απευθυνόμενη στους κυβερνώντες ρώτησε: «Βάζετε την ΤτΕ σε ρόλο εισαγγελέα, είστε σοβαροί;».
«Όταν σε έχουν δεμένο πισθάγκωνα οι τραπεζίτες με 500 εκατομμύρια χρέος (δανεικό κι αγύριστο) τότε εκτός από τις τροπολογίες για την αμνήστευση που έχεις ήδη ψηφίσει… φέρνεις κι άλλη τροπολογία που ορίζει ως αρχιδικαστή για εγκληματικές πράξεις τραπεζιτών (πχ απιστία) την Τράπεζα της Ελλάδας», ανάρτησε ο βουλευτής Χανίων του ΣΥΡΙΖΑ, Παύλος Πολάκης.
Ανακοίνωση της Νέας Αριστεράς
Η κυβέρνηση με νυχτερινή τροπολογία που κατάθεσε επιδιώκει να νομοθετήσει ότι στην περίπτωση που υπάρχει δίωξη για απιστία τραπεζικών στελεχών για δάνεια, η Τράπεζα της Ελλάδας θα παρεμβαίνει με έκθεση που θα κρίνει αν υπάρχει παραβίαση ή όχι.
Το 2019 η ίδια κυβέρνηση είχε νομοθετήσει να ασκείται δίωξη για απιστία σε τραπεζικά στελέχη κατ’ έγκλιση, δηλαδή μόνο αν υπάρχει και η συναίνεση της ίδιας της τράπεζας.
Τώρα η κυβέρνηση προχωράει και ένα βήμα παραπάνω κάνοντας το πρωτοφανές: παραχωρεί στην Τράπεζα της Ελλάδας ρόλο εισαγγελέα.
Η Νέα Αριστερά ζητάει την άμεση απόσυρση της απαράδεκτης τροπολογίας καθώς πρόκειται για μια ακραία αντισυνταγματική ενέργεια που παρεμβαίνει ευθέως κατά της διάκριση των εξουσιών και του κράτους δικαίου στη χώρα μας.
ΠΗΓΗ ΕΦΣΥΝ