Στα 3.725,11 ευρώ ανέρχεται το ανώτατο όριο της καθαρής (προ φόρου) σύνταξης ή αθροίσματος συντάξεων, σύμφωνα με εγκύκλιο του υπουργείου Εργασίας για την εφαρμογή της σχετικής διάταξης του ν. 4623/2019 που ψηφίστηκε πρόσφατα από τη Βουλή. Η εγκύκλιος διευκρινίζει ποιες συντάξεις υπάγονται στο ανώτατο όριο και πότε αρχίζει αυτό να ισχύει. Το ανώτατο όριο της ακαθάριστης σύνταξης ανέρχεται, σύμφωνα με τον νόμο στα 4.608 ευρώ (το 12πλάσιο της πλήρους εθνικής σύνταξης). Ωστόσο, όπως αναφέρει η εγκύκλιος, προβλέπεται κράτηση της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) καθώς και της Εισφοράς Υγειονομικής Περίθαλψης, οπότε το ακαθάριστο ποσό της σύνταξης (προ φόρου) μειώνεται στα 3.725,11 ευρώ. Οι κρατήσεις αυτές δεν επιβάλλονται μόνο στους συνταξιούχους που έχουν εξαιρεθεί νομοθετικά από αυτές.
Η εγκύκλιος δίνει και αναλυτικά παραδείγματα. Η εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας
«Σας γνωρίζουμε ότι στο ΦΕΚ 134, τεύχος Α79.8.2019 δημοσιεύτηκε ο νόμος 4623/2019 «Ρυθμίσεις του Υπουργείου Εσωτερικών, διατάξεις για την ψηφιακή διακυβέρνηση, συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις και άλλα επείγοντα ζητήματα».
Με το άρθρο 120 του ανωτέρω νόμου θεσπίζεται ανώτατο όριο μηνιαίας κύριας σύνταξης/συντάξεων που χορηγούνται αποκλειστικά από τον ΕΦΚΑ. Εξυπακούεται ότι εξαιρούνται από την εφαρμογή του παρόντος άρθρου οι περιπτώσεις της παρ. 3 του άρθ. 4 του ν. 4387/2016 καθώς και κάθε άλλη παροχή που δεν καταβάλλεται από τον ΕΦΚΑ.
Για την ορθή εφαρμογή της κοινοποιούμενης διάταξης επισημαίνουμε τα ακόλουθα:
Α. Συντάξεις που υπάγονται στο ανώτατο όριο:
- Κάθε μηνιαία κύρια σύνταξη ή περισσότερες της μιας συντάξεις λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου που χορηγούνται από τον ΕΦΚΑ κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν.4387/2016, συμπεριλαμβανομένων και των συντάξεων του πρώην ΟΓΑ, υπό την προϋπόθεση ότι μέρος του χρόνου ασφάλισης διανύθηκε ή ανάγεται έως και 31.12.2016.
- Κάθε μηνιαία κύρια σύνταξη ή περισσότερες της μιας συντάξεις του ΕΦΚΑ λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου που έχουν χορηγηθεί έως και τις 12.5.2016 ή ανατρέχουν στην ίδια ημερομηνία και που επανυπολογίστηκαν με βάση τα άρθρα 14 και 33 του ν. 4387/2016 όπως ισχύουν.
- Ως σύνταξη ή άθροισμα συντάξεων για την εφαρμογή του ανωτάτου ορίου ορίζεται η μικτή μηνιαία σύνταξη/συντάξεις στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι κάθε είδους προσαυξήσεις (π.χ. επίδομα τέκνων, προσωπική διαφορά των άρθρων 6 και 94 του ν. 4387/2016).
- Τα ποσά των χορηγούμενων από τον ΕΦΚΑ επιδομάτων αναπηρίας, δηλαδή το εξωιδρυματικό επίδομα, το επίδομα απολύτου αναπηρίας και το επίδομα ανικανότητας, εξαιρούνται από την εφαρμογή του ανωτάτου ορίου και εξακολουθούν να καταβάλλονται στο ύψος που είχαν καθορισθεί πριν την εφαρμογή του ν. 4623/2019.
Β. Ποσό ανωτάτου ορίου μηνιαίας κύριας σύνταξης ή αθροίσματος κύριων συντάξεων:
Ως ανώτατο όριο μηνιαίας κύριας σύνταξης ή συντάξεων ορίζεται το ακαθάριστο ποσό που αντιστοιχεί στο δωδεκαπλάσιο της πλήρους εθνικής σύνταξης της παραγράφου 6 του άρθρου 7 του ν.4387/2016 που αντιστοιχεί σε είκοσι χρόνια ασφάλισης, όπως το ποσό αυτής ισχύει κάθε φορά. Το ανώτατο όριο κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού ανέρχεται σε 4.608 ευρώ (= 12*384).
Γ. Έναρξη εφαρμογής του ανωτάτου ορίου: Το ανώτατο όριο σύνταξης προκειμένου για συντάξεις που έχουν χορηγηθεί μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 και έχουν υπολογιστεί με βάση τις διατάξεις αυτές εφαρμόζεται από την ημερομηνία έναρξης καταβολής τους. Για όσους ελάμβαναν σύνταξη κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4387/2016 και των οποίων η σύνταξη επανυπολογίστηκε με βάση τις διατάξεις των άρθρων 14 και 33 του ν. 4387/2016 το ανώτατο όριο της κοινοποιούμενης διάταξης εφαρμόζεται από την ημερομηνία έναρξης καταβολής του νέου ποσού που προέκυψε από τον επανυπολογισμό της σύνταξης κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων αυτών, ήτοι την 1.1.2019, καθότι για το προγενέστερο χρονικό διάστημα, δηλαδή μέχρι 31.12.2018, είχε εφαρμογή το άρθρο 13 του ν. 4387/2016 που έθετε συγκεκριμένο πολύ μικρότερο ανώτατο όριο σύνταξης ανάλογα με το αν ελάμβανε ο συνταξιούχος μία ή περισσότερες συντάξεις. Και στις δύο ανωτέρω περιπτώσεις το υπερβάλλον του ανωτάτου ορίου καταβαλλόμενο ποσό μηνιαίας σύνταξης/συντάξεων αναζητείται άτοκα ως καλοπίστως εισπραχθέν και επιστρέφεται ως αχρεωστήτως καταβληθέν με παρακράτηση του 20% της καταβαλλόμενης σύνταξης μέχρι την ολοσχερή εξόφληση του ποσού.
Δ. Κρατήσεις επί του νέου ανωτάτου ορίου και παραδείγματα περιορισμού σύνταξης στο νέο ανώτατο όριο: Επί του ακαθάριστου ποσού των 4.608,00 ευρώ, εφαρμόζεται αρχικώς η κράτηση της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) υπέρ ΑΚΑΓΕ – όπου αυτή επιβάλλεται – και η οποία ΕΑΣ αντιστοιχεί στο ποσό αυτό, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 38 του ν.3863/2010, όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 10 του αρθ. 44 του ν. 3986/2011 καθώς και η κράτηση της παρ. 11 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011. Δηλαδή: 4.608*14% = 645,12 ευρώ. Στη συνέχεια στο εναπομείναν ποσό της σύνταξης μετά την αφαίρεση της ΕΑΣ παρακρατείται η εισφορά υγειονομικής περίθαλψης ύψους 6% (άρθ. 44 του ν. 4387/2016). Δηλαδή: 4.608 – 645,12 = 3.962,88 ευρώ. 3.962,88*6% = 237,77 ευρώ. Συνεπώς, το καθαρό προ φόρου ποσό σύνταξης ή αθροίσματος συντάξεων, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 3.725,11 ευρώ. Εξυπακούεται ότι για συγκεκριμένες κατηγορίες συνταξιούχων που με βάση διατάξεις νόμων έχουν εξαιρεθεί από την ΕΑΣ η εξαίρεση εξακολουθεί υφιστάμενη και επί του νέου ανωτάτου ορίου σύνταξης. Το ίδιο συμβαίνει και εφόσον υφίσταται εξαίρεση από την κράτηση για υγειονομική περίθαλψη. Σε κάθε περίπτωση εφαρμογής του ανωτάτου ορίου σύνταξης ή συντάξεων το καθαρό ποσό που καταβάλλεται στον συνταξιούχο προκύπτει μετά τον υπολογισμό των νόμιμων κρατήσεων, όπως αυτές κάθε φορά ισχύουν. Έτσι σε περίπτωση αυξομείωσης του ύψους των νομίμων κρατήσεων μεταβάλλεται και το καταβαλλόμενο καθαρό ποσό.
Ακολουθούν παραδείγματα βάσει του τρέχοντος συστήματος κρατήσεων:
Παράδειγμα 1:
α. Συνταξιούχος μετά την 12.05.2016, λαμβάνει ακαθάριστο ποσό σύνταξης ύψους 5.984 ευρώ (384 ευρώ εθνική και 5.600 ευρώ ανταποδοτική). Το ποσό αυτό υπερβαίνει το ακαθάριστο ανώτατο όριο των 4.608 ευρώ, συνεπώς ο συνταξιούχος θα λάβει ακαθάριστο μηνιαίο ποσό σύνταξης που ανέρχεται σε 4.608 ευρώ. Το καθαρό προ φόρου ποσό της καταβληθείσας σύνταξής του ανέρχεται στο ποσό των 3.725,11 ευρώ.
Σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθ. 120 του ν. 4623/2019, στην περίπτωση που καταβάλλεται στον συνταξιούχο το ποσό των 5.984 ευρώ, το ανώτατο όριο εφαρμόζεται από την ημερομηνία έναρξης καταβολής της σύνταξης και οι επιπλέον διαφορές αναζητούνται άτοκα ως καλοπίστως εισπραχθείσες και επιστρέφονται με παρακράτηση σε ποσοστό 20% της μηνιαίας καταβαλλόμενης σύνταξης (3.725,11*20% = 745,02 ευρώ) και μέχρι ολοσχερούς εξόφλησης.
β. Το ίδιο ως άνω ισχύει και στην περίπτωση που συνταξιούχος λαμβάνει ακαθάριστο ποσό σύνταξης ύψους 5.984 ευρώ (384 ευρώ εθνική, 5.300 ευρώ ανταποδοτική και 300 ευρώ προσαύξηση του άρθ.30 του ν. 4387/2016).
Παράδειγμα 2:
Συνταξιούχος πριν την 12.5.2016 λαμβάνει καθαρό προ φόρου ποσό κύριας σύνταξης ύψους 3.000 ευρώ. Το ακαθάριστο ποσό της επανυπολογισθείσας σύνταξής του από 1.1.2019 ανέρχεται σε 5.984 ευρώ (384 ευρώ εθνική και 5.600 ευρώ ανταποδοτική). Επ’ αυτού έχουν εφαρμοστεί οι παρακάτω κρατήσεις: 14% για την Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ) υπέρ ΑΚΑΓΕ (5.984 *14%=5.146,24 ευρώ). Και στο εναπομείναν ποσό 6% υπέρ υγειονομικής περίθαλψης (5.146,24 *6%= 4.837,47 ευρώ). Η προσωπική διαφορά ανέρχεται σε 1.837,47 ευρώ (4.837,47 – 3.000) η οποία καταβάλλεται ετησίως κατά το ένα πέμπτο σταδιακά και ισόποσα από 1.1.2019 (άρθ. 14 παρ. 2 του ν. 4387/2016 όπως ισχύει). Ως εκ τούτου, το 2019 ο συνταξιούχος λαμβάνει καθαρό προ φόρου μηνιαίο ποσό σύνταξης ύψους 3.367,49 ευρώ (3.000 1/5* 1.837,47). Το ποσό αυτό εξακολουθεί να καταβάλλεται στο συνταξιούχο καθ΄όλου του έτους 2019 γιατί είναι μικρότερο του 3.725,11 ευρώ. Για το έτος 2020 ο εν λόγω συνταξιούχος, επειδή το ποσό της σύνταξης με την προσωπική διαφορά υπερβαίνει το ανώτατο όριο (3.000 2/5*1837,47 = 3.734,94 ευρώ) θα λάβει 3.725,11 ευρώ.
Παράδειγμα 3:
Στην περίπτωση συνταξιούχου που λαμβάνει περισσότερες της μιας κύριες συντάξεις, αυτές αθροίζονται, γίνονται οι κατά νόμο κρατήσεις και όποιο ποσό υπερβαίνει το ανώτατο όριο, με βάση την κοινοποιούμενη διάταξη, περικόπτεται.»