Τι είναι ο «ροζ φόρος» και γιατί επιβαρύνει τις γυναίκες καταναλώτριες

«Οι διακρίσεις λόγω φύλου στις τιμές (ροζ φόρος) είναι ένα σύνηθες φαινόμενο. Πολλά προϊόντα, όπως σαμπουάν, ξυραφάκια, αποσμητικά, βιταμινούχα χάπια, κουρέματα και τζιν, είναι συχνά πιο ακριβά για τις γυναίκες απ’ ό,τι για τους άνδρες.

Σε πολλές περιπτώσεις, τα προϊόντα αυτά διαφέρουν μόνο επιφανειακά, π.χ. όσον αφορά στο χρώμα, την ονομασία ή την περιγραφή. Αυτό επιβεβαιώθηκε από μια γερμανική μελέτη του 2017 που εξέτασε 1500 προϊόντα.

Ο ροζ φόρος μπορεί να θεωρηθεί ως μια μορφή έμμεσης διάκρισης, δεδομένου ότι πρόκειται για μια φαινομενικά ουδέτερη πρακτική -διαφορετικές τιμές για τα προϊόντα με βάση το μάρκετινγκ της ομάδας-στόχου- που θέτει δυσανάλογα σε μειονεκτική θέση τις γυναίκες.

«Ροζ φόρος», μια μορφή έμμεσης διάκρισης

Οι διαφορές στις τιμές δεν βασίζονται ρητά στο φύλο, αλλά οδηγούν σε υψηλότερο κόστος για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προσφέρονται στις γυναίκες χωρίς καμία αιτιολόγηση που μπορεί να θεωρηθεί αντικειμενική ή αναγκαία.

Οι έμμεσες διακρίσεις λόγω φύλου απαγορεύονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/113/ΕΚ (οδηγία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την παροχή αυτών).

Μπορεί η Επιτροπή να διερευνήσει και να χαρτογραφήσει το φαινόμενο αυτό σε επίπεδο ΕΕ, π.χ. κάνοντας χρήση του Κοινού Κέντρου Ερευνών; Υπάρχει περιθώριο αυστηροποίησης της οδηγίας 2004/113/ΕΚ, ώστε να αντιμετωπιστούν οι διαφορές τιμών χωρίς αντικειμενική ή αναγκαία αιτιολόγηση που οδηγούν σε υψηλότερο κόστος για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προσφέρονται στις γυναίκες;»

Η βελγίδα Ευρωβουλεύτρια Liesbet Sommen κατέθεσε την παραπάνω ερώτηση στις 28 Ιανουαρίου 2025 προς την Κομισιόν, φέρνοντας για ακόμα μια φορά στο προσκήνιο τον «ροζ φόρο», μια αναίτια προσαύξηση στα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά για γυναίκες, ακόμη και αν τα προϊόντα αυτά είναι ουσιαστικά τα ίδια, απλώς φθηνότερα, όταν πωλούνται σε άνδρες.

Στην εποχή του Τραμπ

Η Lizzie Fletcher από το Τέξας και η Brittany Petterson από το Κολοράντο, μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων των Ηνωμένων Πολιτειών, πρότειναν ένα νομοσχέδιο που θα απαιτούσε από το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ να μελετήσει τους ροζ φόρους, με την ελπίδα να αναπτυχθεί ένα πιο δίκαιο καθεστώς.

«Οι ροζ δασμοί αντικατοπτρίζουν μια ανισότητα στο εμπορικό μας σύστημα και ένα ευρύτερο, συστημικό ζήτημα. Και παρόλο που το δασμολογικό σύστημα δεν είναι κάτι που οι περισσότεροι από εμάς σκεφτόμαστε όταν ψωνίζουμε προϊόντα, βιώνουμε τις επιπτώσεις στα καλάθια μας με τη μορφή υψηλότερων τιμών. Αυτό είναι ένα κόστος του να είσαι γυναίκα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε», δήλωσε ο Fletcher

«Εδώ και χρόνια γίνεται λόγος για τον ροζ φόρο, που συχνά περιγράφεται ως η διαφορά τιμής μεταξύ των γυναικείων και των ανδρικών ξυραφιών ή μεταξύ ενός ροζ κι ενός μπλε παιχνιδιού. Αυτό που βλέπουμε εδώ – το γεγονός ότι οι δασμοί στα «γυναικεία» προϊόντα είναι υψηλότεροι από τους δασμούς στα «ανδρικά» – δείχνει ότι αυτή η προκατάληψη λόγω φύλου συμβαίνει πολύ πριν τα προϊόντα φτάσουν στο ράφι.

Και με τον εκλεγμένο πρόεδρο Τραμπ να προσδιορίζει την αύξηση των δασμών ως [μία] από τις βασικές πολιτικές πρωτοβουλίες του, πρέπει πραγματικά να κατανοήσουμε πώς αυτό θα πλήξει τους καταναλωτές, και ιδίως τις γυναίκες, με τη μορφή υψηλότερων τιμών», πρόσθεσε η Fletcher.

«Δυστυχώς, οι γυναίκες πληρώνουν περισσότερα για τις προμήθειες που χρησιμοποιούμε», δήλωσε η Pettersen στο 19thnews.

Με τα «unisex» ρούχα τι γίνεται;

Όπως αναφέρει ο Guardian, ο Ed Gresser, αντιπρόεδρος και διευθυντής για το εμπόριο και τις παγκόσμιες αγορές στο Progressive Policy Institute, δήλωσε ότι το νομοσχέδιο «θα μας βοηθήσει να σχεδιάσουμε ένα καλύτερο και δικαιότερο σύστημα», σημειώνοντας ότι η έμφυλη προκατάληψη στην ένδυση «πιθανότατα κοστίζει στις γυναίκες τουλάχιστον 2,5 δισ. δολάρια ετησίως».

Τα εισερχόμενα ρούχα ταξινομούνται ανά φύλο μέσω των κυβερνητικών κωδικών κλωστοϋφαντουργίας και οι δασμοί σε αυτά δεν είναι πάντα ίσοι. Οι εισαγωγείς θα πληρώσουν φορολογικό συντελεστή 8,5% για ένα ανδρικό πανωφόρι, για παράδειγμα, ενώ ένα γυναικείο παλτό της ίδιας κατηγορίας 14%.

Ακόμα και τα ρούχα που τελικά θα αναγραφούν ως «unisex» στα καταστήματα τιμολογούνται αυτόματα σαν να πρόκειται για γυναικεία ρούχα, σύμφωνα με τον κυβερνητικό κώδικα, και φέρουν τους ίδιους, συχνά υψηλότερους συντελεστές.

Ο Sheng Lu, καθηγητής μόδας και μελετών ένδυσης στο Πανεπιστήμιο του Delaware, λέει ότι η μεγάλη διαφορά μεταξύ των δασμών στα γυναικεία και ανδρικά ρούχα είναι «τα αποτελέσματα διαπραγματεύσεων δεκαετιών» που επηρεάζονται από απλό μισογυνισμό.

«Οι άνδρες κυριαρχούσαν σε αυτές τις συζητήσεις και οι γυναίκες δεν ελήφθησαν πλήρως υπόψη σε αυτές τις διαπραγματεύσεις, και αυτός είναι ένας πολύ σημαντικός λόγος για τον αντίκτυπο και την κληρονομιά των ροζ φόρων».

Οι πρώτοι δασμολογικοί νόμοι των ΗΠΑ γράφτηκαν τον 18ο αιώνα και αμβλύνθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1900 με την εφαρμογή του φόρου εισοδήματος. Μετά το χρηματιστηριακό κραχ του 1929, ο πρόεδρος Χέρμπερτ Χούβερ επανέφερε τους δασμούς, αν και αυτοί μειώθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κατά την εποχή των συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου.

Οι δασμοί έγιναν καυτό θέμα κατά την πρώτη προεδρία του Τραμπ, όταν πρότεινε φόρους που αποσκοπούσαν στην επιστροφή των θέσεων εργασίας στη μεταποίηση στις ΗΠΑ. Οι σχεδιαστές μόδας λένε ότι αυτό είναι ευκολότερο να το λες παρά να το κάνεις, καθώς η Κίνα έχει γίνει παγκόσμιος καινοτόμος στις τεχνικές κατασκευής ενδυμάτων.

«Οικονομική μικροεπιθετικότητα»

Η Susan Scafidi, Διευθύντρια του ιδρύματος Fordham’s Fashion Law Institute, χαρακτηρίζει «οικονομική μικροεπιθετικότητα» την πρακτική των «ροζ φόρων».

Για παράδειγμα, ενώ ένα ανδρικό μεταξωτό εσώρουχο φορολογείται με 0,9%, το αντίστοιχο ποσοστό για ένα γυναικείο ανέρχεται στο 2,1%. Ή ενώ ένα ανδρικό μάλλινο παλτό φορολογείται με 38,6 σεντς ανά κιλό, συν 10% επί της συνολικής αξίας, το αντίστοιχο κόστος για ένα γυναικείο είναι 64,4 σεντς ανά κιλό, συν 18,8% επί της συνολικής αξίας.

Η Scafidi ωστόσο πιστεύει ότι δεν θα απαλλαγούμε σύντομα από τους «ροζ φόρους» καθώς «αποφέρουν κέρδη με τρόπους αόρατους. Βλέπουμε το καρτελάκι της τιμής και το ΦΠΑ αλλά όχι τους επιπλέον φόρους όταν ψωνίζουμε. Επομένως, οι πολιτικοί δεν έχουν το κίνητρο να τους αποσύρουν. Είναι άδικο σε πάρα πολλά επίπεδα, αλλά απίθανο να διορθωθεί».

Μελέτες δείχνουν ότι οι γυναίκες καθοδηγούν το 70-80% όλων των καταναλωτικών δαπανών, γεγονός που αποτελεί επίσης κίνητρο για τις κυβερνήσεις να θέσουν υψηλότερους φόρους εισαγωγής στα ρούχα τους.

Μια μελέτη διαπίστωσε ότι το 2015, η δασμολογική επιβάρυνση για τα νοικοκυριά των ΗΠΑ στα γυναικεία ρούχα ήταν 2,77 δισ. δολάρια μεγαλύτερη από ό,τι στα ανδρικά ρούχα.

Τα γυναικεία ρούχα τείνουν επίσης να κατασκευάζονται από τεχνητές ίνες όπως ο πολυεστέρας, ο οποίος φορολογείται περισσότερο από το βαμβάκι, ένα από τα μεγαλύτερα εξαγώγιμα προϊόντα των ΗΠΑ. «Οι μάρκες μόδας δεν μπορούν να απορροφήσουν πλήρως αυτούς τους δασμούς από μόνες τους, οπότε τελικά μετακυλίονται στους καταναλωτές», δήλωσε ο Sheng Lu.

Πηγή: tovima.gr