Σε επί τα χείρω αναθεώρηση της πρόβλεψης για την ανάπτυξη το 2017 προχωρεί η κυβέρνηση στο σχέδιο του Προϋπολογισμού που θα καταθέσει στις 21 Νοεμβρίου στη Βουλή.
Σύμφωνα με το Bloomberg, η πρόβλεψη για την εφετινή ανάπτυξη αναθεωρείται επί τα χείρω στο 1,6%, από 1,8% προηγουμένως.
Πέρυσι τέτοια εποχή το υπουργείο Οικονομικών με τον προϋπολογισμό του 2017 υποστήριζε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα είναι φέτος 2,7%. Με το προσχέδιο του προϋπολογισμού, αρχές Οκτώβρη ο στόχος καθηλώθηκε στο 1,8%. Ο πρωθυπουργός μέχρι πριν από λίγες μέρες έκανε λόγο για ρυθμό ανάπτυξης 2% φέτος.
Ωστόσο οι πληροφορίες αναφέρουν τώρα ότι ο ρυθμός ανάπτυξης αναθεωρείται και πάλι από το Υπουργείο Οικονομικών σε 1,6% για φέτος, αλλά για του χρόνου προβλέπεται και πάλι απογείωση. Αντί για 2,4% που προβλέπει το προσχέδιο ο πήχης μπαίνει στο 2,5%.
Σήμερα Πέμπτη θα δοθούν στη δημοσιότητα οι φθινοπωρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για όλα τα κράτη – μέλη και από το περιεχόμενο της έκθεσης θα φανεί αν η Κομισιόν έχει προσαρμόσει σε χαμηλότερα επίπεδα τον δείκτη για την ανάπτυξη το 2017 μετά από εισήγηση της ελληνικής πλευράς.
Το κομμάτι της έκθεσης που θα έχει και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι η πρόβλεψη για το φετινό πλεόνασμα 2017 αλλά και για αυτό του 2018. Θεωρητικά για το 2018 δεν πρέπει να αλλάζει κάτι σε επίπεδο στόχων (3,5% του ΑΕΠ) από τη στιγμή που υπάρχει ήδη η συμφωνία με την ελληνική πλευρά. Με δεδομένο όμως ότι το Ταμείο επιμένει σε στόχο 2,2% του ΑΕΠ για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2018, οι εκτιμήσεις της Κομισιόν θα δείξουν αν υπάρχει διαφορά μεταξύ των δανειστών.
Αξιωματούχοι των “θεσμών” διαβεβαιώνουν ότι αυτή τη στιγμή δεν τίθεται θέμα λήψης πρόσθετων μέτρων για το 2018. Όπως εξηγούν, οι αποκλίσεις που εντοπίζονται θα καλυφθούν και ως εκ τούτου ο στόχος του πλεονάσματος για το 2018 θα επιτευχθεί.
Από την ίδια έκθεση θα φανεί επίσης αν υπάρξει υπέρβαση (2,8% του ΑEΠ) του μνημονιακού στόχου (1,75% του ΑΕΠ) για το πρωτογενές πλεόνασμα το 2017, μεγάλο μέρος του οποίου η κυβέρνηση θέλει να διαθέσει για την ενίσχυση των αδύναμων εισοδηματικά τάξεων αλλά και για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών.