«Η επίμονη ακρίβεια που αντανακλάται στο αυξημένο κόστος λειτουργίας, σε συνδυασμό με τις αυξημένες επιβαρύνσεις, φαίνεται ότι έχει επιδεινώσει περαιτέρω το διαχρονικό πρόβλημα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις και η σοβαρή υποχώρηση του Δείκτης Οικονομικού Κλίματος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων υποδηλώνει την αβεβαιότητα που κυριαρχεί κυρίως λόγω της επίμονης πληθωριστικής κρίσης» αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στα συμπέρασμα της εξαμηνιαίας έρευνας που έδωσε στη δημοσιότητα το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ.
Στα βασικά συμπεράσματα της έρευνας επισημαίνονται τα εξής:
Η σοβαρή υποχώρηση του δείκτη υποδηλώνει την αβεβαιότητα που κυριαρχεί κυρίως λόγω της επίμονης πληθωριστικής κρίσης. Περαιτέρω και δεδομένου ότι από τα υπόλοιπα στοιχεία της έρευνας φαίνεται πως τις μεγαλύτερες δυσκολίες αντιμετωπίζουν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, εκτιμάται ότι σημαντικό παράγοντα για την υποχώρησή του έχει διαδραματίσει ο νέος τεκμαρτός τρόπος φορολόγησης των ατομικών επιχειρήσεων.
Η επίμονη ακρίβεια που αντανακλάται στο αυξημένο κόστος λειτουργίας, σε συνδυασμό με τις αυξημένες επιβαρύνσεις, φαίνεται ότι έχει επιδεινώσει περαιτέρω το διαχρονικό πρόβλημα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από την αύξηση του αριθμού των επιχειρήσεων που είτε δεν έχουν καθόλου ρευστά διαθέσιμα (29,6%) ή αυτά επαρκούν το πολύ για έναν μήνα (22,5%). Επιπλέον, οι επιπτώσεις από το πληθωριστικό κύμα των τελευταίων ετών είναι εμφανείς στην αύξηση του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων το οποίο, με βάση τα ευρήματα της έρευνας, έχει αυξηθεί μεσοσταθμικά κατά 37,4%. Ιδιαίτερα υψηλό παραμένει και το ποσοστό των επιχειρήσεων με καθυστερημένες-ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις (29%). Για τις επιχειρήσεις αυτές, τα προβλήματα ρευστότητας είναι εντονότερα και, αντιστρόφως, ασθενέστερη η δυνατότητά τους να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο της υπερχρέωσης.
Στα θετικά ευρήματα συμπεριλαμβάνεται η συνεχιζόμενη αύξηση της απασχόλησης, καθώς το ισοζύγιο των επιχειρήσεων που μετέβαλαν το προσωπικό τους κατά το Α΄εξάμηνο του 2024 παρέμεινε θετικό. Θετικές είναι, επίσης, οι εκτιμήσεις και για το δεύτερο εξάμηνο του 2024, καθώς το 9,2% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι θα αυξήσει το προσωπικό, έναντι 6,0 % που δήλωσε ότι θα το μειώσει. Παρά, ωστόσο, τα θετικά ευρήματα για την απασχόληση, περισσότερες από 1 στις 3 επιχειρήσεις δήλωσαν ότι αντιμετωπίζουν δυσκολίες εξεύρεσης προσωπικού.
Τέλος, επιδείνωση καταγράφεται στον δείκτη βιωσιμότητας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, καθώς το 3,2% κινδυνεύει με άμεση διακοπή της δραστηριότητάς του.
Σχετικά με την έρευνα υπενθυμίζεται ότι διεξάγεται σε εξαμηνιαία βάση από τον Μάιο του 2009, είναι η δεύτερη για το 2024 και οι τηλεφωνικές συνεντεύξεις διενεργήθηκαν από την εταιρεία MARC AE σε πανελλαδικό δείγμα 803 μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων (0-49 άτομα προσωπικό), μεταξύ 2-14 Ιουλίου του 2024.
Τα σημαντικότερα ευρήματα της εξαμηνιαίας έρευνας κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ
Πιο αναλυτικά καταγράφονται τα εξής:
– Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων παρουσιάζει σημαντική επιδείνωση, υποχωρώντας κατά 14,3 μονάδες σε σχέση με το προηγούμενο εξάμηνο. Συγκεκριμένα, διαμορφώνεται στις 49,6 μονάδες από τις 63,9 που ήταν το Β΄εξάμηνο του 2023.
– Ο Δείκτης Προσδοκιών των ΜμΕ υποχωρεί στις μόλις 55 μονάδες, εμφανίζοντας πτώση 8,9 μονάδων σε σχέση με το προηγούμενο εξάμηνο, αποτυπώνοντας την έντονη ανησυχία των επιχειρήσεων για την πορεία της οικονομίας και τη βιωσιμότητά τους.
– Σημαντική είναι η επιδείνωση στον κύκλο εργασιών των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων σε σύγκριση με ολόκληρο το 2023 αλλά και το δεύτερο εξάμηνο του 2022, σχετιζόμενη, προφανώς, με τη μακρόχρονη κρίση ακρίβειας και εξασθένησης της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών.
– Το ποσοστό των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων που σημειώνουν αύξηση του κύκλου εργασιών τους περιορίζεται σε μόλις 20,5% επί του συνόλου, έναντι των μισών περίπου που δήλωσαν μείωση του κύκλου εργασιών (46,2%).
– Παρατηρείται μια θετική σχέση του κύκλου εργασιών με το μέγεθος των επιχειρήσεων. Δηλαδή, όσο μεγαλύτερο είναι το μέγεθος της επιχείρησης, τόσο καλύτερες είναι και οι επιδόσεις ως προς τον κύκλο εργασιών. Ειδικότερα, το 47,6% των επιχειρήσεων με προσωπικό 10 άτομα και άνω δήλωσε ότι ο κύκλος εργασιών του αυξήθηκε το Α΄εξάμηνο του 2024, έναντι του 23,3% των πολύ μικρών επιχειρήσεων (1-9 εργαζόμενους) και 10,2% των επιχειρήσεων χωρίς προσωπικό.
– Τομεακά, η μεγαλύτερη επιδείνωση καταγράφεται στις εμπορικές επιχειρήσεις, με το 57,9% αυτών να δηλώνουν μείωση του κύκλου εργασιών το Α΄εξάμηνο του 2024.
Αποτελέσματα χρήσης
– Περίπου 6 στις 10 επιχειρήσεις (56,2%) δήλωσαν ότι είχαν κέρδη το 2023, ποσοστό αυξημένο σε σχέση με το 2022 (51%).
– Από την άλλη μεριά, το 21% των επιχειρήσεων δήλωσε ζημίες (22,4% το αντίστοιχο ποσοστό το 2022), ενώ το 14,8% των επιχειρήσεων δήλωσε πως δεν είχε ούτε κέρδη, ούτε ζημίες (16,1% το αντίστοιχο ποσοστό το 2022).
– Όσον αφορά τις ατομικές επιχειρήσεις περίπου 1 στις 2 έκλεισαν με κέρδη το 2023. Αυτό σημαίνει ότι τουλάχιστον οι μισές ατομικές επιχειρήσεις κλήθηκαν να πληρώσουν αυξημένο φόρο για το 2023, αφού πλέον η φορολογία τους υπολογίζεται με βάση τον νέο τεκμαρτό τρόπο.
Ρευστότητα – Ταμειακά διαθέσιμα
– Η έλλειψη ρευστότητας παραμένει ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων, αντανακλώντας τη διαχρονικά περιορισμένη πρόσβασή τους σε χρηματοδοτικές πηγές, είτε για κεφάλαια κίνησης, είτε για επενδύσεις.
– Για το πρώτο εξάμηνο του 2024 καταγράφεται μείωση της ρευστότητας για σχεδόν 6 στις 10 επιχειρήσεις (55,9%).
– Περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις δεν έχουν (29,6%) ή έχουν το πολύ για ένα μήνα (22,5%) ταμειακά διαθέσιμα, αντικατοπτρίζοντας το πρόβλημα ρευστότητας που αντιμετωπίζει ένας αρκετά μεγάλος αριθμός μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.
– Η ταμειακή επάρκεια των επιχειρήσεων συσχετίζεται με το μέγεθός τους, καθώς οι μικρότερες επιχειρήσεις εμφανίζουν σημαντικά μεγαλύτερη έλλειψη ρευστών διαθεσίμων από ό,τι οι μεγαλύτερες.
– Ειδικότερα, το 40,49% των επιχειρήσεων χωρίς προσωπικό δήλωσε ότι δεν έχει ταμειακά διαθέσιμα, ενώ το ποσοστό αυτό μειώνεται όσο αυξάνεται το μέγεθος της επιχείρησης, αντιστοιχώντας στο 24,89% των πολύ μικρών επιχειρήσεων (1-9 εργαζόμενους) και στο 14,29% των επιχειρήσεων με προσωπικό από 10 άτομα και άνω.
– Σοβαρό πρόβλημα ρευστότητας φαίνεται να αντιμετωπίζει το 35,1% των εμπορικών επιχειρήσεων, το 26,4% των επιχειρήσεων στον τομέα των υπηρεσιών και το 26% των επιχειρήσεων στον τομέα της μεταποίησης, δεδομένου ότι τα προαναφερόμενα ποσοστά αφορούν σε επιχειρήσεις με μηδενικά ρευστά διαθέσιμα.
– Ιδιαίτερα δυσμενή είναι τα στοιχεία για τις επιχειρήσεις εστίασης, καθώς το ποσοστό εκείνων που δεν έχουν καθόλου ταμειακά διαθέσιμα ανέρχεται στο 30% και εκείνων που τα διαθέσιμά τους επαρκούν το πολύ για έναν μήνα ανέρχεται στο 37,1%.