Ρεύμα: Γιατί 7 στους 10 καταναλωτές επιλέγουν το ακριβότερο πράσινο τιμολόγιο

«Κολλημένοι» με τα πράσινα τιμολόγια παραμένουν 7 στους 10 καταναλωτές παρά το γεγονός ότι η τιμή της κιλοβατώρας εμφανίζεται ακριβότερη ακόμη και πάνω από 50% από άλλα τιμολόγια σταθερής αλλά και κυμαινόμενης χρέωσης.

Δεκατέσσερις μήνες μετά την εφαρμογή των χρωματιστών τιμολογίων το πράσινο, ειδικό τιμολόγιο που καθιερώθηκε ως ένα εργαλείο ελέγχου των τιμών και προστασίας των καταναλωτών μετά το τέλος των οριζόντιων επιδοτήσεων, αποδεικνύεται «σταθερή» αξία για χιλιάδες νοικοκυριά.

Μονολότι μάλιστα ξεκίνησε τον Γενάρη του 2024 με χαμηλή χρέωση (13,6 λεπτά ανά κιλοβατώρα) με την πάροδο του χρόνου και τις μεγάλες διακυμάνσεις των τιμών του φυσικού αερίου, οι τιμές έχουν σταθεροποιηθεί τους τελευταίους μήνες από τους μεγάλους παραγωγούς και προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας στην περιοχή των 15 έως 16 λεπτών παρουσιάζοντας αύξηση κατά 14% έως και 17,6% από το ξεκίνημα.

Αν μάλιστα συγκριθούν με τις τιμές των σταθερών τιμολογίων εκεί οι διαφορές μεγεθύνονται αφού υπάρχουν προϊόντα που είναι φθηνότερα κατά 40% έως 50%.

Παρότι οι εταιρείες δεν δίνουν στοιχεία για το πελατολόγιό τους, η ΔΕΗ φαίνεται να πρωταγωνιστεί και στα μπλε τιμολόγια αφού όπως ανέφερε η διοίκηση στο πρόσφατο conference call με τους αναλυτές για τα οικονομικά αποτελέσματα του 2024 είναι με διαφορά η πρώτη στην κατηγορία με 700.000 πελάτες. Ο Πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος κ. Γιώργος Στάσσης επισήμανε ότι τα προϊόντα αυτά είναι πολύ διαδεδομένα σε όλη την Ευρώπη αφού λειτουργούν ως εξασφάλιση  για τον καταναλωτή απέναντι στις έντονες διακυμάνσεις της αγοράς.

Σε κάθε περίπτωση, η ΔΕΗ πατάει και στις δύο «βάρκες». Από την μία των σταθερών τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας που η δεξαμενή πελατών μεγαλώνει και από την άλλη του πράσινου τιμολογίου στο οποίο εξακολουθεί να έχει την μερίδα του λέοντος στην αγορά.

Τα πράσινα τιμολόγια

Γιατί όμως οι καταναλωτές επιλέγουν να πληρώνουν ακριβότερα το ρεύμα όταν υπάρχουν πολύ ανταγωνιστικότερα τιμολόγια σταθερής και κυμαινόμενης χρέωσης;

Όπως εξήγησε τις προηγούμενες μέρες η Ειρήνη Ιακωβίδου Διευθύντρια Ρύθμισης και Εποπτείας Αγορών Λιανικής και Προστασίας Καταναλωτών της ΡΑΑΕΥ, μιλώντας στο 6ο Power & Gas Forum, οι κυριότεροι λόγοι είναι η ελλιπής ενημέρωση των καταναλωτών και η δυσπιστία προς την αγορά. Αυτό φαίνεται να εξηγεί και τους λόγους που παρά την πληθώρα τιμολογίων πέρσι, συνεχίστηκε η αδράνεια στις μετακινήσεις με αποτέλεσμα το 70% να παραμένει στο πράσινο τιμολόγιο.

Την στιγμή μάλιστα που υπήρξε έντονος ανταγωνισμός στην αγορά, καθώς οι πάροχοι σύμφωνα με την κ. Ιακωβίδου έβγαλαν από το οπλοστάσιό τους 72 κυμαινόμενα και περίπου 30 σταθερά τιμολόγια, κάτι που είχε αντίκτυπο και στις τιμές. Όπως αναφέρθηκε όμως στο τέλος του έτους δεν υπήρχε καμία αξιόλογη αλλαγή στα μερίδια της αγοράς, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία παρέμεινε στο πράσινο τιμολόγιο.

Οι στρεβλώσεις

Από την πλευρά τους, οι πάροχοι εξακολουθούν να μιλούν για στρεβλώσεις και προβλήματα στην αγορά. Όπως δήλωσε στο ίδιο φόρουμ τις προηγούμενες μέρες, ο Πρόεδρος του ΕΣΠΕΝ Αναστάσιος Λωσταράκος, με τις συνθήκες που υπάρχουν στην αγορά θα είναι πολύ δύσκολο τα επόμενα χρόνια να δραστηριοποιηθεί στην προμήθεια ένας μη καθετοποιημένος παίκτης.

Ο βαθμός συγκέντρωσης είπε συνεχίζει να είναι υψηλός και θα πρέπει να δούμε αν πρέπει να ληφθούν περαιτέρω διαρθρωτικά μέτρα.

Ο ίδιος τόνισε, ότι παρά τις κυβερνητικές δηλώσεις, μετά από 4,5 χρόνια δεν έχει γίνει απολύτως τίποτα στο θέμα της διαχείρισης οφειλών και του ενεργειακού τουρισμού. Η ΡΑΑΕΥ, ανέφερε έφερε προτάσεις και φτάσαμε σε μια σύγκλιση αλλά δεν προχώρησε. «Έτσι, δεν υπάρχει πλέγμα προστασίας για τους προμηθευτές και το κόστος μετακυλίεται στον καταναλωτή».

Οι οφειλές παραμένουν στο ιλιγγιώδες ποσό του 1,5 δισ. από παλαιούς πελάτες και στο 1 δισ. από υφιστάμενους. Ο κ. Λωσταράκος κάλεσε τη νέα πολιτική ηγεσία στο ΥΠΕΝ, να αναλάβει  πρωτοβουλίες, καθώς ο περιορισμός των ληξιπρόθεσμων θα μειώσει τις τιμές για τους καταναλωτές.

Ένα ακόμη ζήτημα που θέτουν οι πάροχοι ενέργειας είναι τα ελλείμματα στους ειδικούς λογαριασμούς. Όπως εξήγησε ο κ. Λωσταράκος έχει δημιουργηθεί νέο άνοιγμα στον ΕΛΥΚΩ ύψους άνω των 600 εκατ. ευρώ το 2024 και από τότε πληρώθηκαν ορισμένα ποσά, όμως το πρόβλημα παραμένει.

Ένα επιπλέον ζήτημα αφορά τις απώλειες δικτύου που βάσει της τελευταίας ευρωπαϊκής μελέτης, έφτασαν το 2022 το 11,2% έναντι 5,5% πανευρωπαϊκά. Πρόκειται για ένα ποσό 350-400 εκατ. ευρώ που επίσης επιβαρύνει τους καταναλωτές. “Οι απώλειες στο δίκτυο δεν είναι θέμα που άπτεται του επιχειρηματικού ρίσκου των προμηθευτών. Στην πραγματικότητα αφορά τον Διαχειριστή”, τόνισε σχετικά.

Σε σχέση με τον συντελεστή κανονικοποίησης και την οριστική εκκαθάριση της αγοράς εξισορρόπησης για το πρώτο εξάμηνο του 2022 και εφεξής, ο ίδιος ζήτησε να βρεθεί μια δίκαιη λύση για τα ποσά ως το 2024 και από το 2025 και μετά υπάρχει μια κοινή κατανόηση για να αναλάβουν όλες οι πλευρές τις ευθύνες τους.

ΠΗΓΗ: newmoney.gr