Ξεπερνούν τα 5,7 δισ. ευρώ τα έσοδα από περιβαλλοντικούς φόρους στην Ελλάδα σύμφωνα με μελέτη της Eurostat, την ώρα που μάλιστα η χώρα έχει επίσης να επιδείξει τάσεις πρωταθλητισμού στις παραβάσεις της περιβαλλοντικής κοινοτικής νομοθεσίας.
Πιο συγκεκριμένα οι Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης αλλά και οι άλλες επιβαρύνσεις που έχουν επιβληθεί λόγω της διεθνούς τάσης για διασφάλιση πόρων για την προστασία του περιβάλλοντος έχουν πάρει την ανιούσα στην Ελλάδα τα χρόνια της κρίσης.
Σε επίπεδο ποσοστών επί των συνολικών εσόδων, όπως καταγράφονται στους προϋπολογισμούς των κρατών μελών για την Ελλάδα το 2008, οι φόροι για το περιβάλλον 6,46%.
Από αυτούς οι φόροι στην ενέργεια ήταν το μεγαλύτερο μέρος και αντιστοιχούσαν στο 3,95%. Σήμερα είναι στο 10,21% οι περιβαλλοντικοί φόροι και στο 8,16% (επί των συνολικών εσόδων) οι φόροι στην ενέργεια.
Μάλιστα η Ελλάδα είναι στη δεύτερη θέση μετά τη Λετονία σε ποσοστιαία βάση σε σχέση με τα συνολικά έσοδα στους φόρους επί της ενέργειας. Η Λετονία έχει ποσοστό εσόδων από την ενέργεια επί των συνολικών στο 11,2% , η Ελλάδα με 10,21%, η Σλοβενία 10,2%, η Κροατία και Βουλγαρία με 9,1%.
Στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι περιβαλλοντικοί φόροι αντιστοιχούν στο 6,1% του συνόλου των εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές.
Πάντως στην Ελλάδα οι φόροι αυτοί αντιμετωπίστηκαν εισπρακτικά κι όχι με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας ζωής, όπως θα έπρεπε κι όπως επιβάλλουν οι αρχές για τη βιώσιμη ανάπτυξη του ΟΗΕ.
Ωστόσο η υπερφορολόγηση στην ενέργεια και ειδικά στα υγρά καύσιμα έχει οδηγήσει σε έξαρση του λαθρεμπορίου αλλά και σε απώλεια του 40% της νόμιμης αγοράς.
Παράλληλα έχει οδηγήσει και σε απώλειες ειδικά από τα υγρά καύσιμα εσόδων λόγω της «μαύρης αγοράς». Με βάση τις εκτιμήσεις του Συνδέσμου Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών Ελλάδος (ΣΕΕΠΕ) η παράνομη διακίνηση καυσίμων κυμαίνεται μεταξύ 123 και 255 εκατ. ευρώ το χρόνο.
Πάντως και οι στόχοι για εξοικονόμηση ενέργειας που έχουν τεθεί κι αφορούν μεταξύ άλλων και τις ενεργειακές εταιρίες αναμένεται να φέρουν ένα άλλον κύκλο επιβάρυνσης για τον κλάδο που βρίσκεται εν μέσω φορολογικού κυκλώνα τα τελευταία χρόνια. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει τρεις συγκεκριμένους στόχους: εξοικονόμηση ενέργειας, αύξηση της χρήσης ανανεώσιμων πηγών, μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Ειδικά στον τομέα των μεταφορών για την Ελλάδα οι στόχοι ως το 2020 είναι εξοικονόμηση 200 χιλιάδων τόνων ισοδύναμου πετρελαίου (ktoe), συμμετοχή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας κατά 14 % (σήμερα είναι 6,8 %) και μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 6% (ως τώρα έχει επιτευχθεί μείωση 1%).
Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρακτικά για την αγορά υγρών καυσίμων σημαίνει μείωση της κατανάλωσης. Κάτι που σύμφωνα με τον ΣΕΕΠΕ είναι δύσκολο να επιτευχθεί και θα σημάνει επιβάρυνση μεγάλη για τις εταιρίες.