Αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ περίπου κατά 2% τη διετία 2020-2021 προβλέπει έκθεση του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης).
Συγκεκριμένα, τονίζεται πως με όχημα την αύξηση της απασχόλησης και των πραγματικών μισθών θα στηριχθεί η κατανάλωση, ενώ η έκθεση υποστηρίζει πως η βελτίωση των χρηματοδοτικών συνθηκών και της εμπιστοσύνης θα ενισχύσει τις επιχειρηματικές επενδύσεις. Βέβαια, αναφέρει πως η έλλειψη ζήτησης στο εξωτερικό θα περιορίσει μερικώς τον ρυθμό αύξησης των εξαγωγών.
«Παρά την υιοθέτηση επεκτατικών δημοσιονομικών μέτρων στα μέσα του 2019, το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα θα παραμείνει υψηλό, στο 3,8% του ΑΕΠ το 2019.
Ο προϋπολογισμός του 2020 – που περιλαμβάνει μεγάλες φορολογικές μειώσεις μαζί με μέτρα για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και, σε μικρότερο βαθμό, για τον εξορθολογισμό των δαπανών – θα στηρίξει την ανάπτυξη και θα περιορίσει το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% του ΑΕΠ» αναφέρει η έκθεση του ΟΟΣΑ.
Εκτιμάται ότι οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών ότι θα αυξηθούν 3,9% φέτος και 3,6% το 2020. Ο ΟΟΣΑ κάνει ειδική αναφορά στις εξαγωγές με κύριο εργαλείο τον τουρισμό και τις εισπράξεις που αποφέρει, ενώ η αύξηση της ανταγωνιστικότητας όσον αφορά τις τιμές στηρίζει τις εξαγωγές αγαθών, παρά την χαμηλή ζήτηση στο εξωτερικό.
Προβλέπεται ότι η ανεργία θα μειωθεί στο 16,3% το 2020 και στο 14,8% το 2021.
«Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να δημιουργεί θέσεις εργασίας, χάρη στις μεταρρυθμίσεις που έγιναν στο παρελθόν και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας όσον αφορά τις τιμές, με το ποσοστό απασχόλησης να έχει αυξηθεί πάνω από το 57%-που είναι το υψηλότερο από το 2010-και το ποσοστό της ανεργίας να έχει υποχωρήσει κάτω από το 17%», προσθέτει η έκθεση.
Σημειώνεται ότι παρά την αύξηση της απασχόλησης η οποία τονώνει το διαθέσιμο εισόδημα κάθε νοικοκυριού, η αναπλήρωση των ιδιωτικών αποταμιεύσεων και η υποτονική αύξηση της παραγωγικότητας κρατούν σε χαμηλά επίπεδα τις αυξήσεις των μισθών και τον πληθωρισμό.
Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι συνετές δημοσιονομικές πολιτικές είναι κρίσιμης σημασίας με σκοπό τη μείωση του δημόσιου χρέους, το οποίο προβλέπεται από την έκθεση ότι θα υποχωρήσει φέτος στο 176,9% του ΑΕΠ και το 2020 στο 171,4%.
Τέλος, επισημαίνει, επίσης, ότι η προβλεπόμενη ανάκαμψη των επενδύσεων προϋποθέτει πρόοδο στη μείωση των «κόκκινων» δανείων και στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων.