“Δεν ήθελα να κρατήσω αυτόν το άυλο πλούτο μόνο για τον εαυτό μου, αισθανόμουν την ανάγκη να τον μοιραστώ ή καλύτερα να τον επιστρέψω στον μοναδικό ιδιοκτήτη του, τον λαό μας. Από αυτήν την ανάγκη ξεκίνησε και η έκθεση. Ήθελα να δείξω μιαν άλλη Κρήτη, την Κρήτη της καρδιάς μου, αυτήν που αγάπησα και αυτήν που μου πρόσφερε τη ζωτική δύναμη να ανηφορίζω σε δύσβατα ιερά κορυφής ή να οδοιπορώ με τις ώρες σε κάποια λιτανεία. Αργότερα η έρευνα αυτή επεκτάθηκε και σε άλλες περιοχές του ελληνικού χώρου ενώ άρχισα να μελετώ εθνογραφικά παράλληλα από άλλους πολιτισμούς”.
Αυτό επισημαίνει στην “Π” ο βραβευμένος συγγραφέας και δημοσιογράφος Νίκος Ψιλάκης για την φωτογραφίας με τίτλο ‘’Κρήτη: Νήσος λαλέουσα. Έθιμα και τελετουργίες που δεν έσβησε ο χρόνος’’, η οποία εγκαινιάζεται σήμερα Τετάρτη 1η Νοεμβρίου 2023, στις 7:30 το απόγευμα, από τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης κ.κ. Ευγένιο.
120 «ομιλούσες» φωτογραφίες υψηλής αισθητικής αξίας, αποτέλεσμα μακράς και κοπιώδους προσπάθειας που ξεκίνησε συστηματικά πριν από 40 ολόκληρα χρόνια, φιλοξενούνται στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου – Δημοτική Πινακοθήκη Ηρακλείου.
“Η πιο παλιά φωτογραφία της έκθεσης “εξηγεί’ είναι ήδη 40 ετών και δημιουργήθηκε τη χρονιά που αποφάσισα να καταγράφω συστηματικά τα έθιμα λαϊκής λατρείας που συναντούσα σε όλη την Κρήτη, κυρίως σε απομακρυσμένα χωριά, σε βουνά και σε σπήλαια. Τα έκπληκτα νεανικά μάτια μου παρατηρούσαν έναν κόσμο που λες κι ερχόταν από κάποιο απροσδιόριστο μακρινό παρελθόν κι εγώ δεν ήμουν ο ξένος ή, έστω, ο αυστηρός εξωτερικός παρατηρητής που καταγινόταν με την επιτόπια ανθρωπολογική έρευνα, αλλά ο μέτοχος ενός πολιτισμού που εκφραζόταν με αμεσότητα, με χάρη και με πολλά συμβολικά συμφραζόμενα.
Έβλεπα τις μαυρομαντιλοφορεμένες γριούλες να ανηφορίζουν στις κορυφές των βουνών, έβλεπα τις πλεξούδες των γυναικών αφιερωμένες στις εικόνες των αγίων, έβλεπα τους ξυπόλητους να περπατούν σε βουνίσια μονοπάτια και να ματώνουν τα πόδια τους εκπληρώνοντας με αυτόν τον τρόπο κάποιο τάμα και ένιωθα βαθιά την ανάγκη να διασώσω αυτές τις μοναδικές στιγμές στη συλλογική μας μνήμη”.
“Νιώθω τυχερός που αξιώθηκα να ζήσω στο μεταίχμιο των εποχών”
Ο ίδιος μιλά για το ταξίδι που ξεκίνησε πριν 4 δεκαετίες όταν η ανάγκη της καταγραφής απαιτούσε ξύπνημα πριν ο ήλιος ανατείλει: ‘’Η φωτογραφία” εξηγεί “ήταν πάντα το συμπληρωματικό στοιχείο της μελέτης. Πρώτος στόχος ήταν η καταγραφή, η συστηματική παρατήρηση και η αναζήτηση των επιμέρους στοιχείων που συνθέτουν την κάθε τελετουργία. Φυσικά δεν ήταν το μόνο που έκανα όλα αυτά τα 40 χρόνια, δούλεψα, έγραψα, ασχολήθηκα με πολλά. Μα στο βάθος ήξερα πως όλα συνδέονταν μεταξύ τους. Έθιμα είναι και οι τελετουργικές τροφές, έθιμα και οι ακραίες συνήθειες που συχνά ισοδυναμούν με σωματική βάσανο.
Στο εισαγωγικό σημείωμα που θα δείτε στην έκθεση γράφω πως νιώθω τυχερός που αξιώθηκα να ζήσω στο μεταίχμιο των εποχών, σε καιρούς που υποχωρούσε ο πανάρχαιος αγροτικός πολιτισμός και ο κόσμος βρισκόταν μετέωρος σε μια μετανεωτερική πραγματικότητα στην οποία η προσπάθεια προσαρμογής ήταν μάλλον βίαιη.
Κι αν έχω κάτι ακόμη να πω είναι ότι όλες αυτές οι αρχέγονες τελετουργίες, όλα τα έθιμα, είναι εκφράσεις της ανθρώπινης αγωνίας και της ανάγκης είτε να προσεγγίσει είτε να καταστήσει ευνοϊκές τις υπέρτατες δυνάμεις που ορίζουν την τύχη του κόσμου. Παρατηρήστε τις μορφές των ανθρώπων στη λιτανεία της ανομβρίας και θα καταλάβετε πως εκεί δεν υπάρχει τίποτε το θεατρικό, τίποτε το επιδερμικό. Οι εκφράσεις των προσώπων δεν αποτυπώνουν τίποτε άλλο παρά την αγωνία και το δέος του αδύναμου ανθρώπου μπροστά στην παντοδυναμία της φύσης ή, καλύτερα, την παντοδυναμία του πλάστη – Θεού‘’.
“Ευγνώμων”
Ο Νίκος Ψιλάκης δεν μπορεί να μην αναφερθεί στους ανθρώπους που τον εμψύχωσαν σ’ όλη αυτή τη διαδρομή. Ειδικοί αλλά και οι δικοί του άνθρωποι που στάθηκαν δίπλα του.
‘’Στην πορεία της ερευνητικής μου διαδρομής “καταλήγει“ έτυχε να συναντήσω ανθρώπους που με εμψύχωσαν και με ενέπνευσαν, κυρίως τους απολύτως ειδικούς σ’ αυτόν τον επιστημονικό χώρο, τον φίλο Γιώργο Αικατερινίδη, εισηγητή της οπτικής λαογραφίας στην Ελλάδα, τον καθηγητή του Πανεπιστημίου της Αθήνας κ. Μιχάλη Μερακλή, τους αείμνηστους Δημήτρη Λουκάτο και Μαρία Μηλίγκου- Μαρκαντώνη. Ευγνώμων εσαεί σε όλους!
Ευγνώμων και απέναντι στην οικογένεια, τη Μαρία μου (το μου δεν είναι κτητικό αλλά ένδειξη ταύτισης), την Έφη που κατάφερε να δημιουργήσει κάτι καινούργιο, κάτι καταδικό της αμέσως μετά την αποφοίτησή της από το Πανεπιστήμιο , περίπου 150 κασέτες με υλικό από γνωστές και άγνωστες λαϊκές τελετουργίες.
Να έρθετε στην έκθεση. Και να ξέρετε ότι αυτός ο κόσμος που θα δείτε είναι δικός μου και δικός σας!”.
“Τρέμω στην ιδέα μιας στρεβλής παγκοσμιοποίησης, που δεν έχουν θέση οι πολιτισμικές ιδιαιτερότητες του κάθε λαού”
Μερικά από τα έθιμα που παρουσιάζονται στην έκθεση έχουν εκλείψει τα τελευταία χρόνια ή κινδυνεύουν με αφανισμό, γεγονός που καθιστά το φωτογραφικό υλικό ακόμα πιο μοναδικό.
‘’Σήμερα που κοιτάζω ξανά” και ξανά -υπογραμμίζει ο κ. Ψιλάκης ”τις φωτογραφίες ξαναζώ τις ωραίες στιγμές, βλέπω ζωντανές τις μορφές των ανθρώπων, ακούω φωνές και ψαλμωδίες. Δυστυχώς μερικά από τα έθιμα που πρόλαβα και κατέγραψα έχουν ατονήσει και άλλα έχουν εντελώς ξεχαστεί. Αλλά τι μπορεί να σημαίνει ο θάνατος ενός εθίμου; Μήπως είναι μια ρίζα που κόβεται; Μήπως μια ρωγμή στην ιστορία του τόπου; Μήπως ένα χάσμα στον χρόνο; Τρέμω στην ιδέα μιας στρεβλής παγκοσμιοποίησης στην οποία δεν θα έχουν θέση οι πολιτισμικές ιδιαιτερότητες του κάθε λαού, μιας μεταμοντέρνας εφιαλτικής εποχής στην οποία θα κυριαρχήσει η ισοπέδωση των εθίμων και ο αφανισμός των γλωσσών.
Καμιά τελετουργία δεν παραμένει σταθερή στο πέρασμα των αιώνων. Σε έναν κόσμο που διαρκώς εξελίσσεται, τα έθιμα επιβιώνουν επειδή έχουν την αντοχή και τη δύναμη να προσαρμόζονται. Δείτε τις μορφές στα μινωικά δακτυλίδια, αυτές που ακουμπάνε στα κλαδιά του ιερού δέντρου σε σκηνές που δηλώνουν την επιζητούμενη θεοφάνεια. Σήμερα στην Κρήτη το δέντρο διατηρεί την ιερότητά του όχι γι’ αυτό που είναι αλλά γι’ αυτό που εκφράζει και συμβολίζει. Είναι ιερό επειδή συνδέθηκε με κάποια καθαγιασμένη μορφή, άρα έχουμε το ίδιο ακριβώς φαινόμενο που απασχόλησε την Εκκλησία στα χρόνια της εικονομαχικής λαίλαπας. Δεν θα πρωτοτυπήσω προφανώς αν πω ότι προσκυνώντας μιαν εικόνα δεν αποδίδεις σεβασμό στο ξύλο πάνω στην οποία είναι ζωγραφισμένη, ούτε στο χρώμα της, αλλά στην εικονιζόμενη μορφή. Τόσο απλά είναι τα πράγματα, τόσο απλή και άδολη η λαϊκή πίστη που ξεκινά από έναν βαθύτερο σεβασμό και από το δέος του ανθρώπου μπροστά στο θείο‘’.